Είναι γεγονός πως ο «Γυάλινος Κόσμος» του Τενεσί Ουίλιαμς είναι από τα έργα που έχουν ανέβει ουκ ολίγες φορές στη θεατρική σκηνή. Οπότε, η απορία «Τι καινούριο θα δούμε στο ανέβασμα του Αντόνιο Λατέλα» να είναι εύλογη. Αυτή ήταν και η δική μου απορία, όταν πέρασα το κατώφλι του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν και πήρα θέση για την έναρξη της παράστασης.
Η σκηνή ήταν άδεια, τα μόνα δύο που υπήρχαν σε αυτήν, ήταν μια ξύλινη κατασκευή που πάνω της στερεωνόταν ένα τεράστιο γυαλί και απέναντι από το κοινό δέσποζε μια γιγαντιαία φωτογραφία του Ουίλιαμς στο γραφείο του, έχοντας μπροστά του τη γραφομηχανή του, στην οποία δημιούργησε τα κλασικά σήμερα αριστουργήματά του, ανάμεσά τους και ο «Γυάλινος Κόσμος». Κι ενώ περιμένεις να ξεκινήσει η παράσταση, συμβαίνει κάτι στο κοινό που σχεδόν σε κοψοχολιάζει… Και εκεί καταλαβαίνεις ότι ο ιταλός Αντόνιο Λατέλα δεν έχει έρθει στην Ελλάδα – η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στη χώρα μας- για να μας δείξει έναν ακόμη «Γυάλινο Κόσμο». Έχει έρθει για την ανατροπή, παρουσιάζοντας τον πιο εσωτερικό «Γυάλινο Κόσμο» που έχουμε δει, παίρνοντας μαζί του και το κοινό σε αυτό το ταξίδι μνήμης του Τομ και της επιστροφής του στο σπίτι του.
Έχοντας, βέβαια, στο πλευρό του σε αυτό το εγχείρημα την Μαρία Καλλιμάνη, τη Λήδα Κουτσοδασκάλου, τον Βαγγέλη Αμπατζή και τον Νίκο Μήλια που αποδεικνύονται σοφή επιλογή και από τα πιο ταιριαστά θεατρικά σχήματα, βγάζοντας σε όλη τη διάρκεια της παράστασης μία μεταξύ τους οικειότητα, σχεδόν οικογενειακή, αλλά και με το κοινό, καθώς νιώθεις τόσο οικεία που αισθάνεσαι ότι είσαι μέρος αυτής της οικογένειας, το πέμπτο μέλος της παρέας.
Ή μάλλον το… έκτο, γιατί ο πέμπτος πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο Τενεσί Ουίλιαμς. Ο Λατέλα επέλεξε να τοποθετήσει την τεράστια φωτογραφία του συγγραφέα στο λιτό σκηνικό που για τις ανάγκες της πλοκής είναι ο πατέρας της οικογένειας που εγκατέλειψε τη σύζυγό του Αμάντα και τα δυο τους παιδιά, τον Τομ και τη Λώρα. Ωστόσο, η επιλογή της φωτογραφίας μάλλον δεν είναι τόσο τυχαία από τον ιταλό σκηνοθέτη, αφού με αυτόν τρόπο έφερε το κοινό πιο κοντά από ποτέ στο σύμπαν του συγγραφέα. Μην ξεχνάμε, άλλωστε πως ο «Γυάλινος Κόσμος» είναι ένα έργο με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία του Ουίλιαμς και της δυσλειτουργικής οικογένειάς του.
Μόνο που στο έργο, ο Ουίλιαμς είναι ο Τομ, ο οποίος – όπως και στην πραγματικότητα – έχει ένα ιδιαίτερο δέσιμο με την αδελφή του. Ο Τομ, ο οποίος δουλεύει σε μια αποθήκη παπουτσιών, ασφυκτιά στη δουλειά του, του αρέσει το γράψιμο, ενώ ονειρεύεται να γίνει ποιητής. Φεύγει από το σπίτι του – όπως έκανε ο πατέρας του – μόνο που αυτός επιστρέφει χρόνια μετά γιατί όπως λέει «κάποια πράγματα δεν μπορείς να τα αποχωριστείς». Ο Τομ είναι την ίδια στιγμή και ο αφηγητής, και αν βλέπεις για πρώτη φορά το έργο, σε κάνει να το κατανοήσεις πιο εύκολα. Τον ρόλο ενσαρκώνει ο Βαγγέλης Αμπατζής, ο οποίος είναι εξαιρετικός στη «διπλή αποστολή», σαρωτικός στη σκηνή, «σκηνοθετεί» σκηνές, είναι ειρωνικός, συγκινητικός και την ίδια στιγμή, αστείος στην αφήγησή του.
Η Μαρία Καλλιμάνη είναι η Αμάντα. Η μάνα που λατρεύει τα δυο της παιδιά, αναλαμβάνοντας το δύσκολο μεγάλωμά τους μόνη της, μετά την εγκατάλειψη του συζύγου. Θέλει το καλύτερο για εκείνα, αλλά το κάνει με λάθος τρόπο. Είναι υπερπροστατευτική, καταπιεστική και χειριστική και όλα αυτά γιατί απλά δεν ξέρει πώς να δείξει την αγάπη της. Είναι μία γυναίκα με όρεξη για ζωή, απελπισμένη από τη φτώχεια, αλλά και πώς έχει εξελιχθεί η ζωή της, καταφεύγοντας στο ένδοξο παρελθόν της και στις κατακτήσεις που είχε ως μια σανίδα για να κρατηθεί από κάπου. Δεν θέλει να δει την πραγματικότητα, και τις ανάγκες των παιδιών της. Απαγορεύει να χρησιμοποιούν τη λέξη «αναπηρία» για τη Λώρα και ψάχνει να της βρει έναν καλό γαμπρό. Η Μαρία Καλλιμάνη είναι συγκλονιστικά υπέροχη στον ρόλο της Αμάντα. Αποφεύγει τις υπερβολές, έχει μία απίστευτη εσωτερικότητα το παίξιμό της και ακόμα και τα ξεσπάσματά της γίνονται με έναν φυσικό τρόπο που δεν ταράζουν αυτή τη μυσταγωγία της παράστασης.
Τη Λώρα ενσαρκώνει η Λήδα Κουτσοδασκάλου και ειλικρινά δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Ακόμα και όταν έφευγε από το πλάνο, την παρατηρούσα, καθώς ακόμα και ακίνητη που ήταν, «μιλούσε» πότε με το βλέμμα της και πότε με το σώμα της. Από τις πιο συγκινητικές ερμηνείες, η νεαρή ηθοποιός αποτύπωσε τον εύθραυστο ψυχισμό της Λώρας, που έχει μία αναπηρία στο πόδι και παλεύει να δούνε οι άλλοι αυτό που είναι και όχι αυτό που έχει. Ένα ιδιαίτερο πλάσμα, με ιδιαίτερα χαρίσματα που βρίσκει καταφύγιο στον δικό της μικρόκοσμο με τα γυάλινα ζωάκια της. Η Λήδα Κουτσοδασκάλου, είναι σχεδόν καθηλωτική και στους αυτοσχεδιασμούς.
Ο Τζιμ είναι ο τέταρτος της παρέας, ο οποίος είναι παρών/απών καθόλη τη διάρκεια της παράστασης. Εμφανίζεται προς το τέλος, αλλά ο ρόλος του είναι καταλυτικός. Είναι το αγόρι που είχε ερωτευτεί η Λώρα στο σχολείο και συνάδελφό του Τομ στη δουλειά. Έχει κι εκείνος όνειρα για τη ζωή του που θέλει να πετύχει. Αλλά σίγουρα αυτό που πετυχαίνει είναι να δώσει στα δύο αδέλφια την ώθηση που δεν κατάφερε να δώσει η μητέρα τους. Τον Τζιμ υποδύεται ο Νίκος Μήλιας και είναι καλός, αν σκεφτείς ότι ο ρόλος του σε όλη την παράσταση είναι λίγο άχαρος.
Τι μας άρεσε:
Η σκηνοθεσία του Αντόνιο Λατέλα: Τα ωραία κρύβονται στα απλά πράγματα, και ο ιταλός σκηνοθέτης το πέτυχε με το λιτό σκηνικό. Επίσης, μας άρεσε η εμβάθυνση που επιχειρεί να κάνει στους χαρακτήρες και τελειώνοντας η παράσταση, καταλαβαίνεις πως αν και τους γνωρίζεις καλά – από τα πολλά ανεβάσματα του έργου στο παρελθόν – τελικά, μάλλον δεν τους ήξερες και τόσο σε βάθος.
Οι αυτοσχεδιασμοί: Ο Λατέλα επιδιώκει ένα παιχνίδι του σώματος και του βγαίνει, καθώς οι ηθοποιοί είναι εξαιρετικοί στους αυτοσχεδιασμούς. Και σίγουρα βοηθάνε στο να ανακαλύψεις καλύτερα τον ψυχικό τους κόσμο, που ανέφερα παραπάνω. Κι επειδή δεν είναι ο, τι πιο εύκολο να αυτοσχεδιάζεις και μάλιστα σε ένα τόσο δύσκολο κείμενο, ένα επιπλέον μπράβο στους πρωταγωνιστές.
Το τεράστιο γυαλί: Ναι, μπορεί λίγο να είναι κουραστικό, αυτό το πήγαινε -φέρε της κατασκευής με το τεράστιο γυαλί, αλλά την ίδια στιγμή αυτό λειτουργεί σαν ένας γιγάντιος καθρέφτης της ψυχής, αλλά και σαν μια «οθόνη» που μπροστά από αυτήν περνούν στιγμές από τη ζωή των ηρώων.
Η σκηνή με τα δύο αδέλφια και τον Τζιμ: Ενδεχομένως, κάποιοι να θεωρήσουν και ως προκλητική αυτή τη στιγμή με το φιλί των τριών, αλλά αν το καλοσκεφτείς, αυτή η σκηνή είναι σαν να αποτυπώνει τη στιγμή που «σπάνε» τα δεσμά και η Λώρα με τον Τομ απελευθερώνονται.
Οι διαφορετικές αναγνώσεις: Ο Λατέλα δείχνει τον τρόπο, αλλά εσύ ως θεατής μπορείς να αναλύσεις το έργο με τη δική σου οπτική και με αυτό που εισέπραξες. Αν μη τι άλλο, είναι μία παράσταση που φεύγοντας από το Τέχνης, την κουβαλάς μαζί σου και μπορείς να συζητάς με την παρέα σου γι’ αυτήν, ώρες ατελείωτες.
Το φινάλε: Εδώ, δεν χρειάζεται ανάλυση. Μόλις το δείτε, θα καταλάβετε και θα αισθανθείτε.
Η υπόθεση
Στον «Γυάλινο κόσμο» η δράση ξεκινάει με τις αναμνήσεις ενός γιου. Ένας γιος που επιστρέφει στον τόπο από όπου κάποτε έφυγε, για να μπορέσει να ξαναπεράσει τις τελευταίες μέρες του μαζί με την οικογένειά του. Το τι είναι αληθινό και τι αλλοιωμένο από τη μνήμη του δεν είμαστε σε θέση να το ξέρουμε, ούτε είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε εάν τα γεγονότα όντως εκτυλίχθηκαν όπως τα θυμάται και όπως μας τα αφηγείται εκείνος. Αυτό είναι και το πραγματικό μυστήριο αυτού του σπουδαίου και συγκινητικού έργου όπου το θέμα της διαφάνειας γίνεται θέμα αναζήτησης.
Συντελεστές
Μετάφραση: Δήμος Κουβίδης
Σκηνοθεσία και Δραματουργία: Antonio Latella
Διερμηνεία και μετάφραση στις πρόβες: Βιολέττα Ζεύκη
Φωτογραφίες: Μαριλένα Αναστασιάδου
Επικοινωνία & Γραφείο Τύπου παράστασης: Μαρία Τσολάκη
Διανομή: Μαρία Καλλιμάνη, Βαγγέλης Αμπατζής, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Νίκος Μήλιας
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
Φρυνίχου 14, Πλάκα