Η ημέρα στη δουλειά ήταν κουραστική. Tο ψιλόβροχο δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο. Ο δρόμος προς το μπαρ είναι ορθάνοιχτος. Σαν να σε καλεί σε μια νυχτερινή ιεροτελεστία. Σε ένα ραντεβού από το οποίο δεν πρέπει να λείπεις…. Σπρώχνεις την πόρτα με όση δύναμη σου έχει απομείνει και μπαίνεις μέσα. Η μουσική, ναι, αυτή η μουσική. Οι ρυθμοί των μπλούζ του αμερικανικού νότου. Κάθεσαι στη γωνία του μπαρ, όπου το σκοτάδι είναι τόσο βαθύ όσο είναι αναγκαίο, ώστε, να είναι φιλικό και να σε καλωσορίζει. «Ένα Jack Daniel’s. Σκέτο. Με λίγο πάγο». Η φωνή σταθερή, σίγουρη. Τόσο σίγουρη όση και η απόλαυση που έρχεται. Ένα ποτήρι Jack Daniel’s ποτέ δεν είναι απλή υπόθεση, είναι κάτι βαθύτερο. Δεν είναι ένα απλό ουίσκι. Είναι το ποτό της ζωής και της ελευθερίας. Περιέχει μέσα του μια αναπνοή βαθιά και καθάρια, σχεδόν λυτρωτική. Πίνεις την πρώτη γουλιά και σκέφτεσαι «από πού να προέκυψε αυτή η αγάπη; Ίσως να είναι αυτό το μήνυμα που έβαλε το 1866 o γερο Jack μέσα στο μπουκάλι και στη συνέχεια το πέταξε στον ωκεανό της απόλαυσης για να το βρίσκεις εσύ κάθε φορά που θα ψάχνεις για μικρές ανάσες ελευθερίας. Και είναι και αυτό το ταξίδι που πάντα ήθελες να κάνεις. Στο Lynchburg του Tennessee, ταξίδι- προσκύνημα στη γενέθλια γη. Να βρεις αυτό το μοναδικό μέρος στο οποίο ο κύριος Jack επέλεξε να χτίσει το αποστακτήριο του, που πλέον φέρει περήφανα τον τίτλο του παλαιότερου εγγεγραμμένου αποστακτηρίου στις ΗΠΑ. Να βρεθείς στο σημείο που αναβλύζει το νερό που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παραγωγή του Jack Daniel’s– φυσικό νερό χωρίς σίδηρο για ακόμα καλύτερη ποιότητα και γεύση. Αν πίνεις απλά για να πίνεις βρες κάτι άλλο. Εδώ τα πάντα περνάνε μέσα από μια απόλυτη συνειδητότητα. Την επίγνωση πως αυτό που πίνεις είναι κάτι ξεχωριστό. Όπως τα μάτια της κυρίας απέναντι που τόση ώρα σε κοιτάει να απολαμβάνεις το ποτό σου και ήδη γνωρίζει πως σου αρέσει να κάνεις τα πράγματα με το δικό σου τρόπο. Όπως δηλαδή έκανε και ο Μr. Jack. Που ξεκίνησε μόνο με το πάθος του για να φτιάξει ένα διαφορετικό ουίσκι και κατέληξε να έχει φτιάξει κάτι μοναδικό με φίλους σε όλο το κόσμο. Θαυμάζεις το γεγονός πως από ένα και μόνο αποστακτήριο προέρχεται κάθε σταγόνα Jack Daniel’s που απλώνεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη που πλημμυρίζει από γεύσεις, μυρωδιές και ήχους του αμερικάνικου νότου. Κι αυτή η δισολιά στο μπλούζ που παίζει τώρα… «Εκπληκτική εφεύρεση η ηλεκτρική κιθάρα», σκέφτεσαι και παραγγέλνεις και δεύτερο Jack Daniel’s εφόσον δεν οδηγείς σήμερα. Χαζεύεις το χρώμα που παιχνιδίζει με τα απαλά φώτα του μπαρ. Κάθε σταγόνα αξίζει. Είναι τόσο ίδια με την προηγουμένη αλλά και φορέας τόσο διαφορετικών συναισθημάτων. Νιώθεις σα να είναι κι εσύ παρών στην διαδικασία παραγωγής του Jack Daniel’s. Σα να μυρίζεις τον καπνό που βγαίνει από το ξυλοκάρβουνο σφενδάμου που στη συνέχεια θα χρησιμοποιηθεί για το φιλτράρισμα του αγαπημένου σου ποτού. Τίποτα δεν είναι απλό, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Το υγρό που θα παραχθεί -κάτι σαν τον μαγικό ζωμό των ανυπότακτων Γαλατών- θα μπει στα χειροποίητα, καψαλισμένα βαρέλια από λευκή δρυς και θα πάρει το χρόνο του, ώστε να ωριμάσει. Αυτή είναι η κληρονομιά του Jasper Newton Daniel, όπως είναι το πραγματικό όνομα του ανθρώπου που χάρισε στον κόσμο του νέκταρ του. Μικρή σημασία έχει αν κοιτάς το χαρακτηριστικό μπουκάλι του Jack Daniel’s και αναρωτιέσαι τι είναι αυτό το «7» που δεσπόζει στο κέντρο του. Μυστήριο ήταν και μυστήριο θα παραμείνει. Όπως μυστήριες είναι και οι ματιές που συνεχίζει να σου ρίχνει η κυρία απέναντι. Η βροχή έχει δυναμώσει και οι σταγόνες της κολλάνε πάνω στο τζάμι του μπαρ, σαν να θέλουν κι αυτές να μπουν μέσα για να απολαύσουν αυτό που απολαμβάνεις εσύ. Δεν θα τα καταφέρουν, όμως, θα μείνουν απ’ έξω. Θα κοιτάνε πως απολαμβάνεις κάτι που κληρονόμησες από κάποιον που δεν έκανε τα πράγματα με τον εύκολο τρόπο. Τα έκανε με τον τρόπο του. Αυτό ήταν. Ήρθε η ώρα να φύγεις. Αδιαφορείς για τη βροχή. Αδιαφορείς για την κούραση. Αδιαφορείς για τα προβλήματα που θέλουν να σε βάλουν να ζήσεις μια ζωή που δεν είναι δική σου. Πίνεις την τελευταία γουλιά από το Jack Daniel’s. Λίγο πριν φύγεις κλείνεις το μάτι στην κυρία απέναντι. Σηκώνεσαι και πατάς γερά στη γη. Φοράς το δερμάτινο μπουφάν σου. Αρχίζεις να περπατάς προς την έξοδο και σπρώχνεις την πόρτα με το motto του κύριου Jack στο μυαλό σου «Every day we make it, we’ll make it the best we can».