Ο «Μακμπέθ», το περίφημο «καταραμένο» έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και μία από τις πιο σκοτεινές και αριστουργηματικές δημιουργίες του, αφηγείται την άνοδο και την πτώση του στρατηγού Μακμπέθ, ο οποίος οδηγείται από τις προφητείες και τη δική του αχαλίνωτη φιλοδοξία σε έναν αιματηρό κύκλο προδοσίας και αυτοκαταστροφής.

Ο «Μακμπέθ», αιώνες μετά, εξακολουθεί να είναι επίκαιρος, καθώς πρόκειται για μια ιστορία που θα μπορούσε να διαδραματίζεται σε οποιαδήποτε εποχή. Το σκοτεινό αριστούργημα του Σαίξπηρ, αυτή την περίοδο «ζωντανεύει» στο Θέατρο Πόλη – «Δάνης Κατρανίδης», με τη σκηνοθετική υπογραφή του Ευθύμη Μπαλαγιάννη.

Με αφορμή το ανέβασμα της παράστασης, ο σκηνοθέτης μιλάει στο Newsbeast για τον «Μάκμπεθ».

– Τι είναι αυτό που σας γοητεύει στον «Μακμπέθ» και αποφασίσατε να το ανεβάσετε στη σκηνή;

Ο Μακμπέθ είναι ένα τρομακτικά σύγχρονο έργο. Μπορεί να είναι το μικρότερο σε διάρκεια θεατρικό έργο του Σαίξπηρ αλλά όσα πραγματεύεται δεν έχουν χρονικά όρια και η υποβλητική του δύναμη είναι τεράστια και απευθύνεται στην εποχή μας, ίσως όσο ποτέ άλλοτε γιατί δεν είναι απλώς μια βασιλοκτονία που συνέβη στην Σκωτία τον 17ο αιώνα αλλά μια βαθιά ψυχολογική μελέτη της ανθρώπινης φύσης. Αυτό που με γοήτευσε στον Μακμπέθ είναι η ατμόσφαιρα του έργο. Από την αρχή μέχρι το τέλος σε βυθίζει σε μια σκοτεινή, ζοφερή και απειλητική ατμόσφαιρα. Η μεταφυσική του διάσταση αποτελεί για μένα έναν από τους πιο συναρπαστικούς και πολυεπίπεδους άξονες της δραματουργίας του. Τέλος, ο Μακμπέθ είναι ένα έργο που δίνει τεράστιες δυνατότητες πειραματισμού, τόσο στη σκηνοθεσία όσο και στην ερμηνεία. Δεν είναι ένα στατικό δράμα, αλλά κάτι που ζει και αναπνέει σε κάθε του ανέβασμα, γιατί μπορείς να το δεις από πολλές οπτικές γωνίες: πολιτική, ψυχολογική, υπαρξιακή.

– Σκηνοθετικά πώς προσεγγίζετε το έργο του Σαίξπηρ;

Σκηνοθετικά, προσέγγισα τον Μακμπέθ μέσα από το πρίσμα του PTSD (διαταραχή μετατραυματικού στρες), γιατί το έργο του Σαίξπηρ δεν είναι απλώς μια ιστορία φιλοδοξίας και προδοσίας, είναι μια βαθιά βουτιά στην ψυχολογική κατάρρευση ενός ανθρώπου που έχει βιώσει υπερβολική βία και δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτή. Από την αρχή, αντιμετώπισα τον Μακμπέθ ως έναν ήρωα που έχει ήδη τραυματιστεί ψυχολογικά πριν καν ξεκινήσει η δράση του έργου. Είναι ένας πολεμιστής που έχει ζήσει τη φρίκη της μάχης, έχει σκοτώσει, έχει δει τον θάνατο κατάματα. Οι εφιάλτες του, οι παραισθήσεις του και η σταδιακή του αποσύνθεση είναι συμπτώματα ενός ανθρώπου που πάσχει από μετατραυματικό στρες. Στόχος μου λοιπόν ήταν να φέρω το κοινό πιο κοντά σε αυτό το ψυχικό τοπίο και να κατανοήσει τα κίνητρα, τις φοβίες και τις αδυναμίες του και να ταυτιστεί μαζί του επειδή είναι βαθιά ανθρώπινος.

– Έχετε κάνει τη διασκευή μαζί με την Αμαλία Αντώνη. Πόσο διαφέρει από το πρωτότυπο κείμενο;

Η διασκευή που κάναμε στον Μακμπέθ σέβεται τον πυρήνα του πρωτότυπου έργου, αλλά διαφοροποιείται σε ορισμένα σημεία, κυρίως όσον αφορά τη δομή και την οπτική μέσα από την οποία βλέπουμε την ιστορία. Κάποιες σκηνές έχουν συμπυκνωθεί για να ενισχύσουν τον ρυθμό και την ένταση της παράστασης. Ο Μακμπέθ είναι ένα έργο γεμάτο σύμβολα και επαναλήψεις, οπότε η πρόκληση ήταν να κρατήσουμε την ουσία χωρίς να χαθεί η δυναμική του κειμένου. Ο λόγος παραμένει σε μεγάλο βαθμό σαιξπηρικός, αλλά υπάρχουν και στιγμές όπου έχουμε απλούστευση ή μετατροπή της γλώσσας, ώστε να ενισχύσουμε την αμεσότητα του δράματος. Ουσιαστικά, η διασκευή κρατά τον σκελετό της τραγωδίας, αλλά η σκηνοθετική ματιά είναι πιο εσωτερική, πιο ψυχολογική και πιο κοντά στη σύγχρονη κατανόηση του έργου. Ο στόχος ήταν να φέρουμε τον Μακμπέθ πιο κοντά στο σήμερα, χωρίς να χαθεί η διαχρονικότητα του έργου.

– Είναι εύκολο έργο ο «Μακμπέθ»;

Ο Μακμπέθ μπορεί να είναι ένα από τα πιο σύντομα έργα του Σαίξπηρ, αλλά σίγουρα δεν είναι εύκολο ούτε για τους ηθοποιούς, ούτε για τη σκηνοθεσία, ούτε για το κοινό. Καταρχάς, μιλάμε για ένα έργο με τεράστια ψυχολογική ένταση. Ο κεντρικός χαρακτήρας μεταμορφώνεται δραματικά μέσα σε λίγες μόνο σκηνές: από έντιμος στρατηγός γίνεται δολοφόνος, τύραννος, και τελικά ένας βαθιά διαταραγμένος άνθρωπος. Αυτή η σταδιακή κατάρρευση απαιτεί τεράστια ερμηνευτική δύναμη από τον ηθοποιό που υποδύεται τον Μακμπέθ. Το ίδιο ισχύει και για τη Λαίδη Μακμπέθ, που ξεκινά ως η κινητήρια δύναμη πίσω από τις δολοφονίες και τελικά συνθλίβεται από τις τύψεις της. Σκηνοθετικά, είναι μια πρόκληση γιατί πρέπει να ισορροπήσεις το υπερφυσικό στοιχείο: τις Μάγισσες, τις προφητείες, τα οράματα.. .με την αληθινή ανθρώπινη εμπειρία. Αν το παρακάνεις, κινδυνεύεις να χαθεί η ψυχολογική αλήθεια του έργου· αν το υποτιμήσεις, χάνεις ένα από τα πιο χαρακτηριστικά του στοιχεία. Επίσης, είναι ένα έργο γεμάτο σκοτάδι, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Η ένταση, ο φόβος, η παράνοια, όλα αυτά πρέπει να μεταφερθούν στο κοινό, χωρίς όμως να το εξαντλήσουν. Πρέπει να υπάρχει ρυθμός, να νιώθεις την κάθοδο των χαρακτήρων στην καταστροφή, αλλά και να αφήνεις χώρο για σιωπές, για στιγμές όπου το κοινό συνειδητοποιεί το βάθος της τραγωδίας.

– Τι είναι αυτό που τον κάνει διαχρονικό;

Ο Μακμπέθ είναι διαχρονικός γιατί μιλά για τα ανθρώπινα συναισθήματα: τη φιλοδοξία, την ενοχή, τον φόβο, την εμμονή με την εξουσία και τις συνέπειες των επιλογών μας. Είναι μια ιστορία που θα μπορούσε να διαδραματίζεται σε οποιαδήποτε εποχή, γιατί πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα θυσιάσουν τα πάντα για να αποκτήσουν δύναμη και πάντα θα υπάρχουν συνέπειες γι’ αυτό. Ένα από τα πιο δυνατά στοιχεία του έργου είναι το πώς αποτυπώνεται η ψυχολογική κατάρρευση ενός ανθρώπου. Ο Μακμπέθ ξεκινά ως ένας γενναίος στρατιώτης, αλλά η φιλοδοξία και ο φόβος τον οδηγούν να κάνει πράγματα που ούτε ο ίδιος δεν μπορούσε να φανταστεί. Και καθώς βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στη βία, βλέπουμε πώς το μυαλό του σπάει, πώς η ενοχή και η παράνοια τον καταπίνουν. Αυτή η ψυχολογική διάσταση τον κάνει απίστευτα σύγχρονο γιατί το έργο μας δείχνει ότι η εξουσία που κατακτάται με αίμα δεν φέρνει ποτέ ηρεμία, μόνο περισσότερη ανασφάλεια και βία. Αυτή είναι μια αλήθεια που παραμένει αμετάβλητη, είτε μιλάμε για βασιλείς, πολιτικούς, εταιρικούς ηγέτες ή ακόμα και για δυνάμεις εξουσίας σε μικρότερες κοινωνικές ομάδες. Γι’ αυτό, όσα χρόνια κι αν περάσουν, ο Μακμπέθ θα συνεχίσει να μας αφορά. Γιατί δεν είναι απλά μια ιστορία του παρελθόντος αλλά μια ιστορία για την ανθρώπινη φύση, και αυτή δεν αλλάζει ποτέ.

– Το γεγονός ότι έργα που γράφτηκαν αιώνες πριν, παραμένουν επίκαιρα μέχρι και σήμερα, είναι θετικό γιατί σημαίνει ότι τότε γράφονταν κλασικά κείμενα ή αποκαρδιωτικό γιατί σημαίνει ότι όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου;

Νομίζω ότι η απάντηση είναι κάπου στη μέση. Από τη μία, είναι απίστευτο το ότι κείμενα που γράφτηκαν αιώνες πριν εξακολουθούν να μας μιλούν τόσο δυνατά. Αυτό σημαίνει ότι οι συγγραφείς εκείνης της εποχής όπως ο Σαίξπηρ, κατάφεραν να κατανοήσουν και να αποτυπώσουν με τρόπο αξεπέραστο την ανθρώπινη φύση. Ο Μακμπέθ, ο Άμλετ, ο Οιδίποδας δεν είναι απλώς χαρακτήρες μιας εποχής αλλά αρχετυπικές φιγούρες που συνεχίζουν να αντανακλούν την ψυχοσύνθεση μας σε πολλά επίπεδα και εκφάνσεις. Αυτό είναι ένα είδος αθανασίας που μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει. Από την άλλη, είναι στενάχωρο ότι τα ίδια ζητήματα εξακολουθούν να μας βασανίζουν. Θα ήθελε κανείς να πιστεύει ότι, με την πάροδο του χρόνου, η ανθρωπότητα θα μάθαινε από τα λάθη της. Όμως, βλέπουμε ότι όσο κι αν αλλάζουν οι κοινωνίες, η τεχνολογία, τα πολιτεύματα, η ανθρώπινη φύση διατηρεί πάντα τις ίδιες τάσεις, τις ίδιες σκοτεινές πτυχές. Ίσως, όμως, εκεί να βρίσκεται και η ελπίδα: το ότι το αναγνωρίζουμε και συνεχίζουμε να ανεβάζουμε αυτά τα έργα, να τα μελετάμε, να τα συζητάμε.. δεν έχουμε παραιτηθεί. Όσο ο Μακμπέθ μας συγκινεί και μας προβληματίζει, σημαίνει ότι ακόμα αναζητούμε απαντήσεις, ακόμα παλεύουμε με τα ερωτήματα που θέτει. Και αυτό, με έναν τρόπο, είναι παρήγορο.

– Στους κυβερνώντες παγκοσμίως, σήμερα, βλέπετε στο πρόσωπο κάποιου/ων έναν Μακμπέθ;

Ο Μακμπέθ είναι ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε να εμφανιστεί σε κάθε εποχή και σε κάθε μορφή εξουσίας. Δεν είναι απλά ένας τύραννος, είναι ένας άνθρωπος που, παρασυρμένος από την φιλοδοξία και τον φόβο του, διαπράττει ανεπανόρθωτες πράξεις και τελικά καταρρέει υπό το βάρος τους. Αν κοιτάξουμε γύρω μας, μπορούμε να δούμε στοιχεία του Μακμπέθ σε πολλούς ηγέτες παγκοσμίως. Σε πολιτικούς που ξεκινούν με υποσχέσεις και οράματα, αλλά σταδιακά γίνονται όλο και πιο σκληροί και διεφθαρμένοι. Σε ηγέτες που ασκούν βία για να διατηρηθούν στην εξουσία, φοβούμενοι πως, αν πέσουν, θα χαθούν ολοκληρωτικά. Ο Μακμπέθ είναι ένας ηγέτης που στην προσπάθειά του να ελέγξει τη μοίρα του, καταλήγει να την καταστρέψει. Και αυτή είναι μια ιστορία που βλέπουμε να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά στην πολιτική σκηνή. Το πιο ανησυχητικό δεν είναι ότι υπάρχουν σύγχρονοι Μακμπέθ, αυτό ήταν πάντα δεδομένο. Το ανησυχητικό είναι ότι η ιστορία του δεν φαίνεται να αποτρέπει κανέναν από το να ακολουθήσει την ίδια διαδρομή.

– Αλήθεια, γιατί πιστεύετε η εξουσία αλλάζει τους ανθρώπους, όταν την αναλαμβάνουν;

Η εξουσία αλλάζει τους ανθρώπους γιατί, από τη φύση της, δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα γύρω τους. Ξαφνικά, αποκτούν έλεγχο, επιρροή, τη δυνατότητα να διαμορφώνουν καταστάσεις και ζωές. Και όσο περισσότερο τη γεύονται, τόσο πιο δύσκολο γίνεται να την αποχωριστούν. Αρχικά, πολλοί μπαίνουν στην εξουσία με καλές προθέσεις. Όμως, σταδιακά, η ανάγκη να τη διατηρήσουν γίνεται ισχυρότερη από την αρχική τους αποστολή και χάνουν την αίσθηση του μέτρου. Η εξουσία δίνει στους ανθρώπους μια αίσθηση υπεροχής, μια ψευδαίσθηση ότι βρίσκονται πάνω από τους άλλους και φυσικά, υπάρχει πάντα το ερώτημα: μήπως η εξουσία δεν αλλάζει πραγματικά τους ανθρώπους, αλλά απλώς αποκαλύπτει αυτό που ήταν πάντα; Ο Μακμπέθ, για παράδειγμα, στην αρχή του έργου δεν φαίνεται μοχθηρός. Όμως, όταν του δίνεται η ιδέα ότι μπορεί να γίνει βασιλιάς, όταν βλέπει την πόρτα της εξουσίας να ανοίγει, τότε εμφανίζεται μια πλευρά του που ίσως ούτε ο ίδιος δεν ήξερε ότι υπήρχε. Η εξουσία, λοιπόν, δεν είναι απλά ένα προνόμιο, είναι μια δοκιμασία. Και λίγοι είναι αυτοί που καταφέρνουν να περάσουν αυτή τη δοκιμασία χωρίς να αλλοιωθούν.

– Τι είναι αυτό που κάνει το έργο, «καταραμένο»;

Ο Μακμπέθ θεωρείται «καταραμένο» έργο λόγω μιας παλιάς θεατρικής δεισιδαιμονίας που τον συνοδεύει εδώ και αιώνες. Ο μύθος λέει ότι ο Σαίξπηρ χρησιμοποίησε αυθεντικά ξόρκια για τις Μάγισσες του έργου, κάτι που εξόργισε πραγματικές μάγισσες της εποχής, με αποτέλεσμα να καταραστούν το κείμενο. Από τότε, υπήρξαν πολλές αναφορές για ατυχήματα και θανάτους σε παραστάσεις του Μακμπέθ. Στην πρώτη γνωστή παράσταση το 1606, λέγεται ότι ο ηθοποιός που έπαιζε τον Μακμπέθ πέθανε ξαφνικά και έπρεπε να αντικατασταθεί από τον ίδιο τον Σαίξπηρ. Άλλες παραγωγές έχουν αναφέρει ατυχήματα με όπλα, σκηνικά που κατέρρευσαν και ακόμα και θανάτους μελών του θιάσου. Ό,τι κι αν πιστεύει κανείς, η «κατάρα» του Μακμπέθ είναι πλέον ένας μύθος… ή μήπως όχι;

Λίγα λόγια για την παράσταση

Σε έναν κόσμο που επανειλημμένα βυθίζεται στη δίνη του πολέμου, ο «Μακμπέθ», του Σαίξπηρ παραμένει διαχρονικός, καθώς αναδεικνύει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης και τις τραγικές συνέπειες της φιλοδοξίας. Όμως, σε αυτή την παράσταση, εστιάζουμε και σε μια διαφορετική διάσταση του ήρωα, τον Μακμπέθ ως έναν στρατηγό που επιστρέφει από το πεδίο της μάχης, πληγωμένος όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά.
Η πτώση του Μακμπέθ δεν είναι απλώς αποτέλεσμα της αχόρταγης δίψας του για εξουσία, αλλά και μια αργή και οδυνηρή καταβύθιση στη μετατραυματική διαταραχή. Ο πόλεμος τον διαλύει εσωτερικά και η φωνή της συνείδησής του, τα οράματα, οι φαντασιώσεις, η αίσθηση της ενοχής, τον οδηγούν σε μια πορεία αυτοκαταστροφής.

Ελεύθερη απόδοση – Διασκευή: Αμαλία Αντώνη / Ευθύμης Μπαλαγιάννης
Σκηνοθεσία: Ευθύμης Μπαλαγιάννης
Ερμηνεύουν: Δημήτρης Ραφαήλος, Ειρήνη Καζάκου, Μιχάλης Δελής, Νίνα Έππα, Εμμανουήλ Στεφανουδάκης, Στέλιος Καραγεωργίου

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 20:00 & Τρίτη 20:00
Διάρκεια παράστασης: 90’ (χωρίς διάλειμμα)
Προπώληση εισιτηρίων: more.com

Θέατρο Πόλη – «Δάνης Κατρανίδης»
Φωκαίας 4 & Αριστοτέλους 87, Πλατεία Βικτωρίας (στάση ΗΣΑΠ Βικτώρια)