Ο Πάμπλο Λαραΐν μετά τις Τζάκι Κένεντι («Jackie») και πριγκίπισσα Νταϊάνα («Spencer») ολοκληρώνει την τριλογία του πάνω σε διάσημες γυναίκες που «σφράγισαν» τον προηγούμενο αιώνα, για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά, με τη Μαρία Κάλλας. Η κορυφαία ντίβα της όπερας, η γυναίκα-μύθος «ζωντανεύει» στη νέα biopic ταινία του χιλιανού σκηνοθέτη, «Maria», με την αντισυμβατική και υποκειμενική ματιά του Λαραΐν να έχει ήδη διχάσει κοινό και κριτικούς, ενώ από την Πέμπτη (5/12) προβάλλεται και στους ελληνικούς κινηματογράφους.

Η «Maria» με πρωταγωνίστρια την Αντζελίνα Τζολί, είναι αλήθεια πως δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα και είναι από τις ταινίες εκείνες που φεύγοντας από το σινεμά σού αφήνει μία περίεργη αίσθηση. Από τη μία έχεις ένα έργο-τέχνης στο κομμάτι της αισθητικής, με τον Πάμπλο Λαραΐν να έχει πάρει το «πινέλο» του και να ζωγραφίζει. Έχεις κι ένα έντιμο ψυχογράφημα της Μαρίας Κάλλας, με την Τζολί στην καλύτερη στιγμή της καριέρας της να διεισδύει με απέραντο σεβασμό στον εσωτερικό ψυχισμό της ντίβας. Αλλά… υπάρχει και αυτό το αλλά…. από την άλλη έχεις ένα σωρό αντιφάσεις και σκοτεινά σημεία της ιστορίας που εύλογα δημιουργούν απορίες, ακόμα και αντιδράσεις.

Γιατί μπορεί ο Πάμπλο Λαραΐν να έχει εξηγήσει πως «στόχος μου στο Maria δεν ήταν να παρουσιάσω μια κλασική βιογραφία, αλλά να δημιουργήσω ένα εντυπωσιακό πορτραίτο της Μαρίας Κάλλας, βασισμένο όχι μόνο σε γεγονότα, αλλά και σε φαντασία», όμως, σε αρκετά σημεία η φαντασία του είναι παρεξηγήσιμη, ακόμα και σκανδαλώδης. Όπως ότι η μητέρα της Κάλλας στην Κατοχή, εξέδιδε στους κατακτητές τις δύο κόρες της ή ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης είχε κλέψει από το Μουσείο ένα αγαλματάκι του Ερμή που το πρόσφερε δώρο στη Μαρία.

Είδαμε τη Maria και αυτά είναι τα συν και πλην της πολυσυζητημένης ταινίας

Τα συν

Η Αντζελίνα Τζολί: Αφήνουμε στην άκρη πως η ηθοποιός είναι εκνευριστικά όμορφη και τα κοντινά πλάνα που της κάνει ο σκηνοθέτης είναι ένα ποίημα, ενώ εμφανισιακά δεν έχει καμία σχέση με τη Μαρία Κάλλας. Ο Λαραΐν σε αντίθεση με τη «Τζάκι» και τη «Νταϊάνα», εδώ δεν επιχείρησε καμία μεταμόρφωση της πρωταγωνίστριας και το μόνο που εξωτερικά τη συνδέει με τη ντίβα, είναι τα χαρακτηριστικά γυαλιά της και οι σικάτες εμφανίσεις. Κι εδώ, έρχεται η Τζολί να αναλάβει δράση και στην καλύτερη και πιο ώριμη ερμηνεία της καριέρας της, δεν στέκεται στην εικόνα, αλλά κάνει μια «βουτιά» στον ψυχισμό της Κάλλας και σε αυτό το κομμάτι, είναι συγκλονιστική. Η ηθοποιός αποδεικνύει πως εκτός από άριστη μαθήτρια και στρατιώτης, είναι η πιο σωστή επιλογή για μία εσωτερική και άκρως συναισθηματική ερμηνεία. Η Αντζελίνα Τζολί πέτυχε να μας συστήσει τη Μαρία, αφήνοντας στην άκρη την Κάλλας. Η υποψηφιότητα για Όσκαρ είναι σιγουράκι, γιατί όχι ακόμα και να το κατακτήσει.

Η σκηνοθεσία: Τα μακρινά πλάνα,η μουσική επένδυση, ο ατμοσφαιρικός φωτισμός και οι εικόνες από το φθινοπωρινό Παρίσι, κάνουν την ταινία να μοιάζει με έργο τέχνης. Έχει δοθεί σημασία και στην παραμικρή λεπτομέρεια: από τα κοστούμια που αντανακλούν τον χαρακτήρα της Κάλλας, μέχρι τα σκηνικά. Το διαμέρισμα της σοπράνο στο Παρίσι είναι πιστό αντίγραφο της δεκαετίας του ’70.

Πιερφραντσέσκο Φαβίνο και Άλμπα Ρορβάχερ: Οι δύο κοντινοί άνθρωποι της Κάλλας, οι βοηθοί της και προσωπικοί της «άγγελοι» είναι μαζί της μέχρι το τέλος. Είναι η οικογένειά της. Οι δύο ηθοποιοί αποτυπώνουν με φυσικότητα αυτή τη σχέση που είχαν με τη σοπράνο, ενώ ειδικά, ο Πιερφραντσέσκο Φαβίνο είναι εξαιρετικός, ακόμα και στο πώς πετυχαίνει αριστοτεχνικά μέχρι και τη δυσκολία του στο περπάτημα.

Τα πλην

Η ασάφεια: που δεν είναι καν δημιουργική. Ναι, η ταινία περιλαμβάνει στοιχεία μυθοπλασίας, αλλά σε αρκετές σκηνές ξεπερνούν κάθε φαντασία. Γιατί δεν είναι μόνο η ασάφεια με τα σκοτεινά παιδικά χρόνια της Κάλλας και ο Ωνάσης που έκλεβε αγάλματα, αλλά και άλλα πολλά κενά στην ιστορία. Όπως ότι εδώ ο σκηνοθέτης παίρνει ως δεδομένο ότι η Μαρία Κάλλας έμεινε έγκυος στο παιδί του Ωνάση κι εκείνος τη διέταξε να κάνει έκτρωση. Μια ιστορία που μέχρι σήμερα, παραμένει θολή, αφού κυκλοφορούν διάφορες θεωρίες. Γενικά, είναι τόσο έντονη η υποκειμενικότητα του Λαραΐν που δεν ξέρεις αν αυτό που βλέπεις είναι αληθινό βίωμα της Κάλλας ή προϊόν της φαντασίας του, ενώ μοιάζει σε πολλά σημεία να μην έχει κάνει έρευνα για τη ζωή της Κάλλας.

Ο έρωτας με τον Ωνάση: Η Κάλλας σημαδεύτηκε από αυτόν. Το άδοξο τέλος την τσάκισε και μαθηματικά την οδήγησε στην αυτοκαταστροφή με μοιραίες συνέπειες. Η ντίβα δεν ξεπέρασε ποτέ τον έρωτα αυτόν, όμως και εκείνος την αγάπησε. Μιλάμε για έναν μοιραίο και τραγικό έρωτα, που στην ταινία δεν τον βλέπουμε σε όλη του τη διάσταση. Ο, δε, ο έλληνας κροίσος παρουσιάζεται ως μία καρικατούρα και ως ένας «κοντός και άσχημος» μεγιστάνας που δεν έχει καμία σχέση με αυτή την ισχυρή και iconic εικόνα που έχουμε όλοι στο μυαλό μας για τον Ωνάση. Γενικά, είναι να απορείς με πολλές αναφορές, σαν ο Λαραΐν να είναι αδιάβαστος ή διάβασε τα σημεία που ήθελε εκείνος και όπως τα ήθελε.

Η εκνευριστικά όμορφη Τζολί: Ναι, είπαμε και παραπάνω για την εξωτερική εικόνα και καλώς ο σκηνοθέτης απέφυγε την μεταμόρφωση της πρωταγωνίστριας που σίγουρα δεν θα ήταν πετυχημένη, αφού η Κάλλας είχε τη δική της μοναδική γοητεία. Αλλά θα μπορούσε να αποφύγει τα τόσα κοντινά πλάνα στην Τζολί, που από τη μία αναδεικνύουν την αισθητική τελειότητα της ηθοποιού, την οποία η Κάλλας δεν διέθετε και από την άλλη, αποπροσανατολίζουν τον θεατή, ο οποίος μένει στην εικόνα της πρωταγωνίστριας και όχι στην ηρωίδα που ενσαρκώνει.

Μικρή αναφορά στην Ελλάδα: Θα περιμέναμε από τη στιγμή που έγιναν γυρίσματα και στη χώρα μας, να έχουμε περισσότερες εικόνες από Ελλάδα για να υπάρξει και η σύνδεση της Κάλλας με την πατρίδα της. Αλλά έχουμε ελάχιστα και φευγαλέα πλάνα και αυτά πάνω στη θαλαμηγό «Χριστίνα». Οι αναφορές της είναι λίγες, όπως και οι σκηνές με τις ελληνίδες ηθοποιούς που φαίνεται ότι κόπηκαν στο μοντάζ. Ευτυχώς, που είχαμε το πεντάλεπτο της Κάλλας με την αδελφή της Τζάκι και ακούσαμε λίγα ελληνικά από τη Βαλέρια Γκολίνο, ενώ στα συν είναι η ατάκα της «La Divina» όταν πια συνειδητοποιεί ότι το τέλος της είναι αναπόφευκτο πως «Είμαστε Έλληνες, άρα εξοικειωμένοι με τον θάνατο».

Η υπόθεση:

1977: Η Μαρία Κάλλας, κάποτε η μεγαλύτερη ντίβα της όπερας στον κόσμο, ζει απομονωμένη στο Παρίσι με το προσωπικό της και τα δύο κανίς της. Η υγεία της χειροτερεύει όλο και περισσότερο. Τότε δέχεται ένα αίτημα να ξαναβγεί σε περιοδεία. Θα τραγουδήσει ξανά η Divina; Και αν ναι, για ποιον;

Σκηνοθεσία: Πάμπλο Λαραΐν
Σενάριο: Στίβεν Νάιτ
Μουσική: Ντάνιελ Τσένγκερι
Πρωταγωνιστούν: Αντζελίνα Τζολί, Πιερφραντσέσκο Φαβίνο, Άλμπα Ρορβάχερ, Βαλέρια Γκολίνο, Κόντι Σμιτ-ΜακΦι, Αγγελίνα Παπαδοπούλου, Λυδία Κονιόρδου
Διάρκεια: 119 λεπτά
Διανομή: Cinobo