Η έκφραση με την οποία έμελλε να χαρακτηριστούν και να μείνουν στη σύγχρονη ιστορία τα έκλυτα πάρτι του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, είχε χρησιμοποιηθεί πολύ νωρίτερα από αυτά. Το «μπούγκα-μπούγκα» πρωτοακούστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν χρησιμοποιήθηκε σε μια από τις διασημότερες φάρσες όλων των εποχών. Η συγκεκριμένη φάρσα μάλιστα, που έχει χαραχτεί στη βρετανική στρατιωτική ιστορία και στοιχειώνει το Βασιλικό Ναυτικό για περισσότερο από έναν αιώνα, έγινε από συγγραφείς, ανάμεσά τους κι η νεαρή, τότε, Βιρτζίνια Γουλφ.
Γραφεί η Νίκη Παπάζογλου
Το πρωί της 7ης Φεβρουαρίου του 1910, οι αξιωματικοί και το πλήρωμα της ναυαρχίδας του βρετανικού πολεμικού στόλου, H.M.S. Dreadnought, που βρισκόταν αγκυροβολημένη στο Ντόρσετ, έλαβαν ένα επείγον τηλεγράφημα από τον τότε υφυπουργό εξωτερικών, Τσαρλς Χάρντιτζ. Με αυτό ενημερώθηκαν πως μέσα στην ημέρα, μια ολιγομελή αντιπροσωπεία του πρίγκιπα της Αβησσυνίας θα επισκεπτόταν το πλοίο με σκοπό να ξεναγηθεί στο διάσημο θωρηκτό. Για το λόγο αυτό τα μέλη του πληρώματος όφειλαν να μεριμνήσουν για την τιμητική υποδοχή της, την ευγενή φιλοξενία της καθώς και για την άψογη κατάσταση του πλοίου.
Από αριστερά: Virginia Stephen (Woolf), Duncan Grant, Horace Cole, Anthony Buxton, Adrian Stephen, Guy Ridley
Πριν το μεσημέρι αξιωματικοί και πλήρωμα παραταγμένοι στην κορυφή της σκάλας του θωρηκτού Ντρέντνωτ (Dreadnought) ήταν έτοιμοι να υποδεχτούν με τιμές αρχηγού κράτους την αντιπροσωπεία που αποτελείτο από τέσσερις εκπροσώπους της αβησσυνιακής αυλής και δύο ακολούθους του Υπουργείου Εξωτερικών. Το κόκκινο χαλί είχε στρωθεί, η μπάντα είχε προβάρει τον εθνικό ύμνο και η σημαία της Ζανζιμπάρ – μιας και της Αβησσυνίας κατέστη αδύνατο να βρεθεί, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες πληρώματος και κυβερνήτη – κυμάτιζε στο πλοίο.
Όταν έφτασε η αντιπροσωπεία η οποία δεν έδειξε να προσβάλλεται από την λάθος σημαία, χαιρέτισε υποκλινόμενη γεμάτη επισημότητα και ξεναγήθηκε στο πλοίο. Κατά την ξενάγηση, που κράτησε πάνω από μισή ώρα, οι Αβησσύνιοι αντάλλασσαν μεταξύ τους σχόλια στην δική τους εφευρέσεως σουαχίλι, ενώ ο μεταφραστής, τον οποίο υποδυόταν ο αδερφός της Βιρτζίνια Γουλφ, φρόντιζε να επεξηγεί εκατέρωθεν, διευκολύνοντας τη συνεννόηση. Όταν δε κάτι από αυτά που αντίκριζαν στο πλοίο τους εντυπωσίαζε, αναφωνούσαν με ενθουσιασμό «Bunga Bunga!».
Όταν η ξενάγηση τελείωσε, ο Πλοίαρχος προσκάλεσε την αντιπροσωπεία σε δείπνο. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν με την αιτιολογία πως το φαγητό που τους προσφέρθηκε δεν ήταν προετοιμασμένο όπως άρμοζε στην περίπτωση, σύμφωνα πάντα με τον μεταφραστή που μετέφερε τη στιχομυθία. Στην πραγματικότητα η άρνηση προήλθε από φόβο μήπως χαλάσει το μακιγιάζ ή μήπως ξεκολλήσει η γενειάδα και αποκαλυφθεί η πραγματική τους ταυτότητα. Έτσι αφού απένειμαν τιμητικούς τίτλους αξιωματούχων του αβησυννιακού στρατού στον Πλοίαρχο και σε άλλους αξιωματικούς, αποχαιρέτησαν με κάθε επισημότητα και αποβιβάστηκαν από το πλοίο υπό τους ήχους του «God save the King».
Στην πραγματικότητα η επίσκεψη των αντιπροσώπων του πριγκιπάτου της Αβησσυνίας, δεν ήταν παρά μια επίδοξη φάρσα, αφού η αντιπροσωπεία αποτελείτο από ποιητές και λογοτέχνες της εποχής. Ο Ντάνκαν Γκραντ, ο Οράτιος Ουίλλιαμ Κολ, η Βιρτζίνια Γουλφ, τότε ακόμη Στέφεν, ο αδερφός της Άντριαν Στέφεν, ο Άντονι Μπάξτον και ο Γκάι Ρίντλεϋ, μέλη της λέσχης διανοούμενων και καλλιτεχνών της εποχής υπό το όνομα Μπλούμσμπερι, είχαν μεταμφιεστεί με σκοπό να ξεγελάσουν το πλήρωμα του διάσημου θωρηκτού.
Η ιδέα είχε προκύψει μερικές μέρες πριν, όταν τον ποιητή Οράτιο Κωλ (Horace de Vere Cole) επισκέφτηκε ένας φίλος του και αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού στο αντίπαλο πλοίο Hawke προτείνοντάς να κάνει μια φάρσα στο αντίπαλο πλοίο. Μιας και δύο αυτά πλοία συνήθιζαν να ανταλλάσσουν καψόνια η απόφαση δεν άργησε να παρθεί.
Σύμφωνα με μετέπειτα δηλώσεις της Βιρτζίνια Γουλφ: «Τα χρόνια εκείνα οι νεαροί αξιωματικοί περνούσαν καλά. Όλο θα σκάρωναν κάτι για να διασκεδάσουν• και μια από τις βασικές ασχολίες τους ήταν να κάνουν φάρσες ο ένας στον άλλο. Υπήρχαν ένα σωρό αντιπαλότητες και ίντριγκες στο Ναυτικό και στους αξιωματικούς άρεσε πολύ να κερδίζουν πόντους στη μεταξύ τους κόντρα. Κάπως έτσι και με το Hawke και το Dreadnought… Και ένας φίλος του Cole που ανήκε στο πλήρωμα του Hawke πήγε και τον βρήκε λέγοντάς του «εσύ είσαι γνωστός για τις φάρσες σου, δεν μπορείς να σκεφτείς κάποια πλάκα να κάνουμε στο Dreadnought;».
Έτσι ο Κωλ, συγκέντρωσε τους πέντε φίλους, εξασφάλισε τις κατάλληλες ενδυμασίες με τις ψεύτικες γενειάδες από ένα θεατρικό βεστιάριο καθώς και φούμο, απαραίτητο για να πετύχει το εξωτικό χρώμα των Αβησσυνίων.
Ο ενδυματολόγος, στενός φίλος της συντροφιάς, που επιμελήθηκε την μεταμφίεση, ήταν εκείνος που τους συμβούλεψε να μην φάνε σε καμία περίπτωση μιας και η πιθανότητα να ξεκολλήσουν τα γένια ήταν μεγάλη. Όταν όλα τα υπόλοιπα ήταν έτοιμα, ο Κωλ έστειλε το τηλεγράφημα στον Πλοίαρχο του θωρηκτού υπογράφοντας με το όνομα του τότε υφυπουργού Εξωτερικών.
Κανείς από το πλήρωμα δεν αντιλήφθηκε την απάτη μέχρι που η ιστορία διέρρευσε στον τύπο ύστερα από επιστολή που έστειλε μερικές μέρες μετά ο Κωλ στην Daily Mail, η οποία συνοδευόταν από το απαιτούμενο φωτογραφικό υλικό.
Μέσα σε λίγες μέρες η μεγαλύτερη μερίδα του τύπου της εποχής σχολίαζε το περιστατικό με άκρως επικριτικά σχόλια. Μερικά άρθρα μάλιστα έφεραν τον τίτλο «Bunga, Bunga!» ενώ άλλα πρότειναν ακόμα και τη μετονομασία του Ντρέντνωτ σε Bunga Bunga.
Αν και το επιτελείο του στόλου σκέφτηκε να ζητήσει την ποινική δίωξη των φαρσέρ, εντέλει απέρριψε την ιδέα, μιας και καμία πράξη δεν θερείτο αξιόποινη.
Όταν δε πέντε χρόνια αργότερα, το 1915, το H.M.S. Dreadnought βύθισε ένα γερμανικό υποβρύχιο κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα από τα συγχαρητήρια τηλεγραφήματα που εστάλη έγραφε μόνο δυο λέξεις.. «Bunga Bunga»…