Υπάρχουν τραγούδια που κρύβουν μία ιστορία, υπάρχουν κι άλλα που γεννιούνται μέσα σε 7 λεπτά, περιμένοντας το τρόλεϊ, σε μία στάση, ένα Σαββατόβραδο.
Της Μαργαρίτας Τζαγκαράκη
Ένα τέτοιο τραγούδι είναι η «Ευτυχία» και η στιχουργός Σοφία Καψούρου περιγράφει στο newsbeast.gr το χρονικό της δημιουργίας του τραγουδιού της ομότιτλης ταινίας για τη συναρπαστική ζωή της μεγάλης Ελληνίδας στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, σε σκηνοθεσία Άγγελου Φραντζή, σενάριο Κατερίνας Μπέη και μουσική Μίνου Μάτσα αλλά και για το θέατρο, τις online παραστάσεις στην εποχή της πανδημίας και την τηλεόραση.
– Ηθοποιός, συγγραφέας, σκηνοθέτις και στιχουργός. Μπορείς να είσαι όλα αυτά μαζί;
«Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι αυτά κι ακόμα περισσότερα. Είμαι και το μάρμαρο και το άγαλμα και η σμίλη. Μια ανθρώπινη ύπαρξη έχει πάντοτε μεγαλύτερη ευρύτητα απ’ όση νομίζουμε και μια ανθρώπινη ζωή μετράει πολλούς θανάτους στη διάρκειά της. Γι’ αυτό λέμε ότι ο άνθρωπος είναι μεγάλος. Γιατί χωράει μέσα του τα πλήθη. Αφού η Ελλάδα δεν γνώρισε Αναγέννηση, ανήκω σε εκείνη τη “σπείρα” των Ελλήνων που έχουν ζωτική ανάγκη να βιώσουν την Αναγέννηση κατά μόνας. Που ενώ περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους, συγχρόνως απομακρύνονται από αυτόν και από άνθρωποι του 21ου αιώνα αγωνίζονται –και αγωνιούν– να “ξαναγεννηθούν” αναγεννησιακοί άνθρωποι, κυνηγώντας την ευτυχία των ημερών και σφυρηλατώντας τη μοίρα τους, την ήδη σφυρηλατημένη από έναν πατέρα, μια μάνα και μια εποχή. Ίσως γι’ αυτό το θέατρο να με γοητεύει και να με σέρνει από τη μύτη. Γιατί μόνο στο θέατρο διαμορφώνεις κόσμο, μόνο στο θέατρο ξεκουράζεις τον Θεό… για να μην πω… τον “ακυρώνεις”».
– Τι σε παρακίνησε να ασχοληθείς με το θέατρο;
«Μια κουπαστή. Θυμάμαι τον εαυτό μου, μικρή, τα μεσημέρια του καλοκαιριού, όταν όλοι κοιμούνταν, να βγαίνω στη βεράντα και να στέκομαι μπροστά στη στενή, στριφογυριστή, σιδερένια σκάλα που οδηγούσε στην ταράτσα. Έπαιρνα θέση μπροστά στο κυρτό άκρο της κουπαστής, που έμοιαζε με σαλιγκάρι. Εκεί για δύο ώρες –όσο κρατούσε ο ύπνος των μεγάλων– μονολογούσα. Η κουπαστή ήταν το μικρόφωνο, το πλατύσκαλο η σκηνή και το κοινό ήταν τα τζιτζίκια. Το θέατρο είναι η κουπαστή μου. Σ’ αυτό στηρίζομαι, σ’ αυτό ακουμπώ, από αυτό πιάνομαι για μην πέσω, από αυτό πιάνομαι για ν’ ανέβω. Σ’ εκείνη την ταράτσα που βλέπει ουρανό».
– Και κάποια μέρα μπήκε στη ζωή σου η «Ευτυχία»; Πώς προέκυψε το τραγούδι των τίτλων της ταινίας; Θα μας μιλήσεις για αυτό; Ήταν η πρώτη στιχουργική απόπειρα;
«Μόνο ο δυστυχής μπορεί να τραγουδήσει την ευτυχία. Μόνο ο γέρος μπορεί να ζωγραφίσει τη νιότη. Και μόνο ο κρεμασμένος μπορεί να μιλήσει για σκοινί. Η «Ευτυχία» γράφτηκε μέσα σε 7 λεπτά, ενώ περίμενα το τρόλεϊ, στη στάση Πλατεία Παγκρατίου. Στην Ευτυχίδου γράφτηκε η “Ευτυχία”. Στην αναμονή. Ένα Σαββατόβραδο του 2019 που η Ελλάδα προετοιμαζόταν για εκλογές. Η “Ευτυχία” ήταν η ψήφος μου. Χρωστάω την “Ευτυχία” στον εξαιρετικό συνθέτη και άνθρωπο Μίνω Μάτσα, αυτήν την ευτυχία και άλλες πολλές. Είχε προηγηθεί η συνεργασία μου με τον Μίνω για την ταινία “Φαντασία” του Αλέξη Καρδαρά, με τη Ρένα Μόρφη, τον Γιάννη Στάνκογλου και τον Στέλιο Μάινα, μια ταινία για το μουσικό τοπίο της δεκαετίας του ’90, για την Ελλάδα του λαμέ και του γαρύφαλλου, για τις προσδοκίες που διαψεύστηκαν. Στην ταινία “Φαντασία” έγραψα τους στίχους για αρκετά τραγούδια σε μουσική Μίνου Μάτσα, συμβαδίζοντας με την εποχή του κινηματογραφικού αφηγήματος και βαδίζοντας στον δρόμο του καθαρόαιμου, λαϊκού τραγουδιού.
Αλλά πριν από όλα αυτά, πριν τη “Φαντασία”, πριν την “Ευτυχία”, ήταν ο “Σούμαν”, το θεατρικό μου έργο που ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο και είναι γραμμένο σε έμμετρο λόγο. Ο “Σούμαν” ήταν η μακρόχρονη σπουδή μου στον στίχο, στην εισπνοή και την εκπνοή του. Ξέρετε πώς αρχίζει και πώς τελειώνει ο “Σούμαν”; Όχι με τη “Φαντασία σε Ντο Μείζονα, έργο 17” του Ρόμπερτ Σούμαν, αλλά με το τραγούδι “Το ποτάμι” του Βασίλη Τσιτσάνη σε ερμηνεία Στράτου Διονυσίου. Αυτή είναι η πρώτη σκηνική οδηγία του έργου. Γράφω τον “Σούμαν”, ανοίγω τους ουρανούς, λιώνουν οι πάγοι, φουσκώνει το ποτάμι, μπαίνει ο Τσιτσάνης και μετά έρχεται και η Παπαγιαννοπούλου. Υπάρχει ένας στίχος προς το τέλος του “Σούμαν” που θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας άλλης κοσμογονίας.
“Ποτάμι ο Θάνατος
Κι έσπασαν τα νερά του”»
– Οι ερμηνείες της Κάτιας Γκουλιώνη και της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη στην ταινία ήταν εξαιρετικές. Μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου ως «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου»; Ζήλεψες, με την καλή έννοια φυσικά, τον ρόλο;
«Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, αυτή η Τιτανίδα του ελληνικού θεάτρου, και η Κάτια Γκουλιώνη έκαναν θηριώδεις ερμηνείες, και μπροστά στα θηρία, που, αν και δυνατά, αν και μεγαλόσωμα, στέκονται γαλήνια, στέκεσαι κι εσύ γαλήνιος. Οι επιτυχίες των συναδέλφων μου με γαληνεύουν, γιατί μου υπενθυμίζουν ότι ο άνθρωπος είναι ικανός για όλα τα όμορφα της τέχνης και της ζωής.
Την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου μπορείς να τη βρεις στην Εκάβη του Ευριπίδη, στον Βασιλιά Ληρ του Σαίξπηρ, στον Εστραγκόν και στον Χαμ του Μπέκετ, στην Ντάμα Πίκα του Πούσκιν.
Αν είσαι ηθοποιός και έχεις τα μάτια σου και τα αυτιά σου ανοιχτά, την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου θα την βρεις μπροστά σου, σε όλους τους μεγάλους ρόλους, σε όλα τα μεγάλα έργα, σε όλες τις μικρές και σύντομες ατάκες, όπου εμπερικλείεται το νόημα της ζωής, ότι “Όλα είναι ένα ψέμα/μια ανάσα μια πνοή”.
Οι ηθοποιοί είναι δρομείς. Μια ζωή τρέχουν. Καθένας τρέχει με δικό του στυλ».
Το τραγούδι Ευτυχία:
– Πολλές φορές οι άνθρωποι του θεάτρου «σνομπάρουν» την τηλεόραση, τα σίριαλ ή τις καθημερινές σειρές; Εσύ; Θα σε βλέπαμε σε σίριαλ;
«Θα με βλέπατε, αν με έβλεπα εγώ. Υπάρχει μια θεωρία για την τηλεόραση. Βλέπουμε ένα σίριαλ, για να κοιμηθούμε. Για να μας πάρει ο ύπνος. Εγώ, αν κάνω σίριαλ, θα είναι για να ξυπνήσουμε. Την αγαπώ την τηλεόραση και πιστεύω στη δύναμή της. Έχω μια αρχή –κι ένα τέλος– για όλες τις αγάπες: Να δίνεσαι χωρίς να ενδίδεις. Γράφω για τον Σούμαν, για την Παπαγιαννοπούλου, για τον “Γάμο του Κουτρούλη” αντιμετωπίζοντας το κάθε θέμα και το κάθε είδος ισότιμα, σαν να είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που δημιουργώ. Μεγαλείο έχει και το χαμομήλι, μεγαλείο έχει και ο κρίνος, μεγαλείο έχει και ο φοίνικας. Το θέμα δεν είναι… “τα κάνεις όλα και συμφέρεις”, αλλά “τα κάνεις όλα και διαφέρεις”. Αν κάνω τηλεόραση, θα είναι με μέτρα –και σταθμά– υψηλής ραπτικής. Η τηλεόραση έχει οθόνη, έχει τζάμι. Στο τέλος της ημέρας, είσαι ό,τι βλέπεις».
– Θέατρο με κλειστά θέατρα. Πώς ζεις, πώς δουλεύεις, πώς φαντάζεσαι την επόμενη μέρα μετά την καραντίνα;
«Ζω από το υστέρημα, δουλεύω από το πλεόνασμα. Του πάθους μου. Η δουλειά μας στηρίζεται στις αντιθέσεις. Έχει μεγάλες ανάσες. Διαστήματα έντασης, όταν είσαι σε διαδικασία παραγωγής, γραφής, προβών, παραστάσεων και διαστήματα αγρανάπαυσης, όπου τροφοδοτείς το μυαλό, το σώμα, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές σου, για να επανέλθεις σοφότερος. Και οι δύο διαδικασίες είναι εξίσου σημαντικές. Η μία αποτυπώνεται στην άλλη. Και όταν είσαι “μέσα” στη σκηνική διαδικασία και όταν είσαι “ανάμεσα”. Το σκοτάδι πάντα προηγείται. Στη ζωή μου πάντα έρχονταν τα χειρότερα, για να έρθουν τα καλύτερα μετά. Ή έτσι τα θυμάμαι, από ανάγκη να συμφιλιωθώ με τη βαναυσότητα της ζωής. Περνάμε κάθε μέρα από τα θέατρα, αλλά δεν μπορούμε να μπούμε σ’ αυτά. Όποιος έχασε το σπίτι του, μπορεί να νιώσει αυτόν τον πόνο. Να μην μπορείς να μπεις στο ίδιο σου το σπίτι. Να έχεις αφήσει μέσα ακόμα και τα πράγματά σου, τα ρούχα σου, τη χτένα σου, τα σκηνικά σου, τα όνειρά σου. Η επόμενη μέρα θα μας βρει ορμητικούς, ενθουσιώδεις, γεμάτους όρεξη για δουλειά. Σήμερα ακούμε, αύριο πράττουμε».
– Online παραστάσεις, ένα μοντέλο που επέβαλλε η πανδημία του κορονοϊού. Ποια είναι η δική σου άποψη; Πώς πιστεύεις ότι θα λειτουργήσει αυτό στη μετά-covid εποχή;
«Το θέατρο είναι ζωντανό, γιατί πρωταγωνιστεί ο θάνατος. Όταν αρχίζει η παράσταση, πεθαίνει ο έξω κόσμος κι όταν τελειώνει η παράσταση πεθαίνει ο κόσμος μέσα σου. Γιατί το θέατρο αναμοχλεύει τα πάθη. Τα πάθη του ανθρώπου είναι πιο μεγάλα από τον ίδιο τον άνθρωπο, είναι αρκούδες που πέφτουν σε χειμερία νάρκη κι όταν ξυπνήσουν, τρέμει και σείεται η ψυχή. Το θέατρο, αν δεν είναι ζωντανό, δεν είναι θέατρο. Είναι το αποτύπωμά του, η ηχώ του, το φως του αστεριού που έχει πεθάνει. Δεν είναι κακό να μεταδίδονται στο ίντερνετ παραστάσεις που έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο τους, διαγράψει την πορεία τους και έχουν αφήσει την υπογραφή τους.
Με αυτόν τον τρόπο το θεατρικό σήμα φτάνει στις ακριτικές περιοχές της Ελλάδας αλλά και σε όλες τις γεωγραφικές συντεταγμένες της γης. Αν μπορούν να προσφέρουν μία μετάδοση εξαιρετικής εικόνας και ήχου, ειδικά βιντεοσκοπημένη για τον διαδικτυακό θεατή, γιατί όχι… Βασική προϋπόθεση η πληρωμή όλων των συντελεστών με τρόπο δίκαιο και ανάλογο της συμμετοχής των διαδικτυακών θεατών. Κάποτε είχαμε το μεταμοντέρνο, τώρα έχουμε το μετα-covid!
Ελπίζω ότι όταν ξαναπάρουμε τις ζωές στα χέρια μας, ο θεατής θα ορμήσει στο θέατρο, όπως ο εραστής θα ορμήσει στην ερωμένη, όπως ο ξενιτεμένος θα ορμήσει στην πατρίδα, όπως ο ταβλαδόρος θα ορμήσει στο καφενείο. Μάτια που δεν βλέπονται, ποτέ δεν λησμονιούνται. Εύχομαι η νέα πραγματικότητα της online μετάδοσης των παραστάσεων να μας διδάξει την ανάγκη της άρτιας κινηματογράφησης μιας παράστασης. Γιατί εμείς οι Έλληνες έχουμε θέμα με τη μνήμη, τη συντήρηση και το αρχείο. Αδιαφορούμε για ό,τι τελειώνει, όπως αδιαφορούμε για τα σπίτια που έζησαν οι ποιητές ή για τα δέντρα που φύτεψαν οι παππούδες μας».
– Τι δεν έχεις κάνει ακόμα; Ποια τα επόμενα σχέδια της Σοφίας;
«Ένα μιούζικαλ, μια ιστορία à la française και ο «Βισκόζης», το πιο σουρεαλιστικό θεατρικό μου έργο με τον «μάγο και μαγικό» Φαίδωνα Καστρή στον ομώνυμο ρόλο. Σε σκηνοθεσία δική μου, μουσική Μάνου Αντωνιάδη και σκηνικά-κοστούμια Δέσποινας Βιλλιώτη. Στον ρόλο της Ζορζέτας εγώ και σε ρόλο έκπληξη η Μαρία Σωτηριάδου. Στον Πολυχώρο Vault. Είχαμε αρχίσει πρόβες, αλλά διακόψαμε λόγω των εξελίξεων. Σε κάθε πρόβα έβλεπα τον Φαίδωνα να μεταμορφώνεται σε υπερκόσμια πλάσματα με την άνεση που έχουν τα όνειρα, δηλαδή οι μεγάλοι, ατόφιοι ηθοποιοί. Ναι, τώρα τα θέατρα είναι κλειστά, οι ζωές όλων παγωμένες, αλλά θα τα πούμε στη ρεβάνς.
«Τι κέρδισε
Τι έχασε
Τι μένει
Στο τέλος πάντα θα νικούν οι νικημένοι»
Αυτός είναι ο Βισκόζης. Ένας από μας. Ένας από κείνον».
Ποια είναι η Σοφία Καψούρου
Η Σοφία Καψούρου είναι θεατρική συγγραφέας, σκηνοθέτις, στιχουργός, ηθοποιός. Απόφοιτος της Σχολής Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής «Ίασμος». Έχει συνεργαστεί με το Εθνικό Θέατρο, το Εθνικό Θέατρο της Κίνας (Ο Ορφανός Τζάο), τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας, Σερρών και με το ελεύθερο θέατρο (Θέατρο Παλλάς, Θέατρο Ακροπόλ, Νέο Θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου», Vault Theatre Plus, Το Τρένο στο Ρουφ κ.ά.). Έργα της έχουν διακριθεί και παρουσιαστεί στην Ελλάδα, έχουν μεταφραστεί, εκδοθεί και παρουσιαστεί σε Διεθνή Φεστιβάλ (Ερωμένες στον Καμβά: Napoli Teatro Festival 2019, 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης και Τεχνών ‘Grito de Mujer’). Το θεατρικό της έργο Σούμαν ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο, Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» (2016-2017, 2017-2018) σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη.
Το έργο Σούμαν αναδείχθηκε μέσα από τον θεματικό κύκλο του Εθνικού Θεάτρου «Ο συγγραφέας του μήνα» και καθιέρωσε τη Σοφία Καψούρου ως εξέχουσα φωνή της σύγχρονης νέας ελληνικής δραματουργίας. Το έργο της Η Σέξτον και τα Κογιότ (Vault Theatre Plus 2018-2019 σε σκηνοθεσία της ίδιας) παρουσιάστηκε στην επετειακή έκδοση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά Η δυναμική του ελληνικού λόγου στο θέατρο και διακρίθηκε για την αυθεντικότητα, την πρωτοτυπία του και τη δυναμική του. Έχει παρακολουθήσει το εργαστήριο του διεθνούς σκηνοθέτη Κριστόφ Βαρλικόφσκι με θέμα την Οδύσσεια (Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου).
Ως στιχουργός συνεργάζεται με τον καταξιωμένο συνθέτη Μίνω Μάτσα και τη Minos-Emi σε θέατρο-κινηματογράφο.
Ενδεικτικά: Τρίτο Στεφάνι του Κώστα Ταχτσή σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, Θέατρο Παλλάς (2020-2021), Του Κουτρούλη ο γάμος του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή σε σκηνοθεσία Σμαράγδας Καρύδη, Νέο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου (2019-2020) – 1ο Βραβείο Μουσικής Σύνθεσης στα Θεατρικά Βραβεία Κοινού Αθηνοράματος 2020, ταινίες Φαντασία του Αλέξη Καρδαρά και Ευτυχία του Άγγελου Φραντζή. Έχει γράψει στίχους για σπουδαίους Έλληνες ερμηνευτές, όπως ο Γιώργος Νταλάρας, η Ελεονώρα Ζουγανέλη, η Ρένα Μόρφη, ο Κώστας Τριανταφυλλίδης. Ως ηθοποιός έχει συμμετάσχει σε παραστάσεις με διακεκριμένους σκηνοθέτες όπως ο Στάθης Λιβαθινός. Διδάσκει δραματουργία, θεατρική γραφή και θεατρική αγωγή.