Ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός Τζέιμς Κάμερον επιμελείται την παραγωγή σε μια εντυπωσιακή τρισδιάστατη περιπέτεια, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα.
Μια ομάδα δυτών υποβρυχίων σπηλαίων καταδύεται στο πιο όμορφο και ανεξερεύνητο σύστημα σπηλαίων του κόσμου. Την αποτελούν ο Φρανκ ΜακΓκίρ, ένας δεξιοτέχνης εξερευνητής, ο 17χρονος γιος του, Τζος, και ο δισεκατομμυριούχος χρηματοδότης Καρλ Χάρλεϊ. Όταν μια τροπική καταιγίδα ξεσπά ξαφνικά, η μόνη διέξοδος τους αποκόπτεται λόγω μεγάλης ροής νερού, αναγκάζοντάς τους έτσι να μετακινηθούν. Πρέπει γρήγορα να καταστρώσουν ένα σχέδιο για να βγουν ζωντανοί από το υποβρύχιο αυτό σπήλαιο που δεν συγχωρεί κανένα λάθος…
Κατάδυση στο Άδυτο
Το 1988, ο παραγωγός και γνωστός εξερευνητής σπηλαίων Άντριου Ουίτ οδήγησε μια ομάδα σε ένα απομακρυσμένο σύστημα σπηλαίων, που βρίσκεται κρυμμένο στο Nullarbor Plain στην Αυστραλία. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αυτού, μια σφοδρή καταιγίδα προκάλεσε την κατάρρευση της εισόδου του σπηλαίου, παγιδεύοντας 15 ανθρώπους πολλά μέτρα κάτω από το έδαφος. Οργανώθηκε αποστολή διάσωσης και, ως εκ θαύματος, επιβίωσαν όλοι από την απίστευτη αυτή δοκιμασία.
Η εμπειρία αυτή άφησε ένα ανεξίτηλο σημάδι στον Ουίτ και τον οδήγησε στη δημιουργία, με τη βοήθεια του στενού του συνεργάτη Τζέιμς Κάμερον, μιας ταινίας εμπνευσμένης από το συγκλονιστικό αυτό γεγονός. Μαζί με τον σεναριογράφο Τζον Γκάρβιν, ο Ουίτ ύφανε μια κλασική ιστορία ενηλικίωσης, για έναν νεαρό που δεν τα πάει καλά με τον πατέρα του, μέχρι που η ύστατη δοκιμασία επιβίωσης τους φέρνει κοντά. Με φόντο έναν άγνωστο κόσμο, που είναι εξίσου όμορφος και τρομακτικός, το σενάριο εξετάζει τη δύναμη και την εύθραυστη φύση των δεσμών που αναπτύσσουμε, όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την οργή της φύσης και με τον θάνατο.
Ο Τζέιμς Κάμερον, ως παραγωγός, περιγράφει το πώς ξεκίνησε η δημιουργία της ταινίας: “Πέντε χρόνια πριν, ο Άντριου Ουίτ, στενός μου συνεργάτης, μου ανέφερε την ιδέα για το “Άδυτο”, και την λάτρεψα. Με τον Άντριου είχαμε ζήσει στο παρελθόν μεγάλες περιπέτειες. Είχαμε καταδυθεί βαθιά στον ωκεανό, σε ανεξερεύνητα βάθη, για να εξερευνήσουμε και να ανακαλύψουμε άγνωστα σημεία του ωκεανού, αλλά και άγνωστους θαλάσσιους οργανισμούς, για το “Aliens of the Deep”. Έχουμε εξερευνήσει επίσης τον Τιτανικό (για το “Ghosts of the Abyss”) και το Bismarck.”
Με την πάροδο του χρόνου, οι δύο άντρες ανέπτυξαν ένα φωτογραφικό σύστημα, που θα μπορούσε να λειτουργήσει κάτω από ακραίες συνθήκες και θα προσέφερε μια κινηματογραφική εμπειρία που ο Κάμερον περιγράφει ως “πρωτοφανή”. “Είναι ένα σύστημα, που με ενθουσίασε όταν το χρησιμοποίησα στο “Avatar” και ο Άντριου το χρησιμοποίησε στο “Άδυτο”: το Cameron/Pace Fusion Camera System – ένα στερεοσκοπικό σύστημα κάμερας υψηλής ανάλυσης, με τόσο εκπληκτικά αποτελέσματα που οι IMAX προβολή σε 3D είναι αψεγάδιαστη. Όσο εντυπωσιακή όμως και να είναι η νέα τεχνολογία, η δημιουργία μιας ταινίας δεν βασίζεται στον εξοπλισμό. Βασίζεται σε ιδέες, εικόνες και φαντασία. Βασίζεται στη διήγηση ιστοριών κι εγώ πιστεύω την ιστορία αυτή.”
Αν κι η γέννηση της ιδέας για το “Άδυτο” βασίζεται στην πραγματική εμπειρία του Ουίτ, ο Ουίτ κι ο Γκάρβιν δεν ήθελαν να αναπαραστήσουν το σχεδόν μοιραίο αυτό ταξίδι ως ντοκιμαντέρ. “Αντί να διηγηθώ την ακριβή ιστορία, ήταν πολύ πιο συναρπαστικό να χρησιμοποιήσω την ουσία της εμπειρίας” λέει ο σεναριογράφος/παραγωγός. “Θέλαμε να εισχωρήσουμε βαθιά και να εξετάσουμε τι συμβαίνει στους ανθρώπους όταν βρίσκονται σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον, κάτω από ακραία πίεση. Πως επιβιώνουν; Η ιστορία μας αφορά μια ομάδα ανθρώπων, που βρίσκονται σε μια αποστολή στην άγρια φύση της περιοχής Παπούα Νέα Γουινέα και παγιδεύονται. Εξελίσσεται σε μια ιστορία επιβίωσης και ενδοσκόπησης σε ένα ξένο περιβάλλον. Εξερευνούμε το πώς αντιδρούν κάτω από τόσο μεγάλη πίεση.”
Η συνεργασία με τον Ουίτ στο σενάριο ήταν μια εύκολη απόφαση για τον Γκάρβιν. Εξηγεί το πώς αποφάσισε να συμμετάσχει στην παραγωγή: “Ο Άντριου και ο Τζιμ κατάλαβαν πως ήθελαν να γυρίσουν μια ταινία με εξερεύνηση σπηλαίων κι έψαχναν για σεναριογράφους. Είχα ένα εκτενές ιστορικό στις καταδύσεις, οπότε μπορούσε να προσθέσω ρεαλισμό στο σενάριο, κάτι το οποίο αναζητούσαν. Η εμπειρία μου στις καταδύσεις ήταν πολύ χρήσιμη για τη γραφή του σεναρίου. Για τους περισσότερους ανθρώπους, η σκέψη του να βρίσκονται σε ένα υποβρύχιο σύστημα σπηλαίων είναι το πιο τρομακτικό πράγμα που μπορούν να φανταστούν. Στην πραγματικότητα όμως, τα υποβρύχια συστήματα σπηλαίων είναι τα πιο όμορφα και ειρηνικά μέρη που μπορείς να φανταστείς. Είναι απόλυτα σιωπηλά, πολύ σκοτεινά και ακούς μόνο την ήχο της αναπνοής σου εκεί κάτω. Είτε το πιστεύεις είτε όχι, οι περισσότεροι δύτες σπηλαίων κάνουν καταδύσεις για να ηρεμήσουν.”
Συμφώνησε με την κεντρική ιδέα των Κάμερον και Ουίτ πως η ταινία δεν θα έπρεπε να είναι απλά μια περιπέτεια με καταδύσεις, αλλά να επικεντρώνεται στην οικογένεια και σε μια ομάδα φίλων που πρέπει να προσαρμοστούν όταν χάνουν όλα όσα θεωρούν δεδομένα. “Ήμασταν πολύ προσεκτικοί στο να βεβαιωθούμε πως το σενάριο θα ήταν ουσιαστικά μια ιστορία ενός πατέρα με τον γιο του” προσθέτει ο Γκάρβιν. “Είναι το ταξίδι ενηλικίωσης ενός νεαρού που διδάσκεται από τον πατέρα του κι από το περιβάλλον του σπηλαίου, πριν γίνει άντρας.”
Ο Κάμερον αναφέρει πως έψαχναν για έναν νέο σκηνοθέτη για την ταινία, αλλά όχι έναν σκηνοθέτη που θα ήταν πρωτάρης. “Θέλαμε κάποιον που να έχει ήδη κάνει τα πρώτα του λάθη και που θα μπορούσε να μας δείξει κάτι” αναφέρει ο Κάμερον. “Θέλαμε κάποιον με ένα όραμα, που θα ήξερε πώς να το πραγματοποιήσει. Ο Άλιστερ έκανε ακριβώς αυτό με το “Kokoda”. Ήταν μια πολύ δυνατή πρώτη ταινία και έδωσε την εντύπωση ενός ηθοποιού με πραγματική άποψη.”
Όταν ο Κάμερον κι ο Ουίτ αποφάσισαν πως ο Γκρίρσον ήταν ο ιδανικός υποψήφιος για τη δουλειά, πέρασαν αρκετό χρόνο μαζί του, συζητώντας τις προθέσεις του για την ταινία. Μια δοκιμασία καταβύθισης όμως ήταν αυτή που έκλεισε την συμφωνία για τους δημιουργούς. “Ο Άντριου πήγε τον Άλιστερ για κατάδυση σπηλαίων και τον κατατρόμαξε.” λέει γελώντας ο Κάμερον. “Ο Άλιστερ όμως ήταν συγκροτημένος και βγήκε με έναν πραγματικό σεβασμό αλλά και κατανόηση για την εξερεύνηση των σπηλαίων. Στο σημείο εκείνο, ήμασταν έτοιμοι 100% για να γυρίσουμε την ταινία. Η μεγαλύτερη πρόκληση για εκείνον ήταν να μάθει να δουλεύει με το 3D. Δεν ήρθε ποτέ σε μας να μας πει “Θέλω να γυρίσω μια 3D ταινία.””
Το 3D ήταν στα σχέδια των δημιουργών από την αρχή. “Είπαμε: “Θέλουμε να σκηνοθετήσεις την ταινία αυτή αλλά θα είναι τρισδιάστατη.”” προσθέτει ο Κάμερον. “Ο Άλιστερ και ο διευθυντής φωτογραφίας του, Τζουλς Ο’ Λάφλιν, θα έπρεπε να προσηλυτιστούν στο HD. Έπρεπε να μάθουν το φωτισμό για τις ψηφιακές κάμερες, το πώς να χρησιμοποιούν το νέο σύστημα κάμερας. Ήταν μεγάλη πρόκληση το να τα κάνουν όλα αυτά στη δεύτερη μόλις τους ταινία, αλλά ανταπεξήλθαν και έγιναν δεξιοτέχνες. Δεν μας απογοήτευσαν.”
Ο Γκρίρσον παραδέχεται πως δεν τον προσέλκυσε στο project αυτό μόνο η προοπτική συνεργασίας με τους Κάμερον και Ουίτ, αλλά του τράβηξε το ενδιαφέρον και η ιστορία, εξαιτίας των βαθύτερων θεμάτων της. “Με ενδιαφέρουν οι ιστορίες ανθρώπων κάτω από πίεση και το πώς αντιδρούν σε τέτοιες συνθήκες” εξηγεί ο σκηνοθέτης. “Το “Kokoda” είχε πολλά παρόμοια στοιχεία. Το “Άδυτο” έχει μια πολύ δυνατή σχέση πατέρα-γιου στην ιστορία του, η οποία μου κίνησε το ενδιαφέρον. Το στοιχείο του 3D ήταν απλά το κερασάκι στην τούρτα, αν και πιστεύω πως όταν το κοινό δει την ταινία σε 3D, θα ανακαλύψει έναν νέο κόσμο που δεν έχει ξαναδεί.”
Δημιουργώντας το Ανεξερεύνητο
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στη δημιουργία του “Sanctum” ήταν η αναπαράσταση ενός ρεαλιστικού υποβρύχιου κόσμου που λίγοι έχουν δει. Αν και η διαδικασία γραφής του σεναρίου ξύπνησε έντονες αναμνήσεις στον Άντριου Ουίτ, δεν μπορούσε να φανταστεί το ταξίδι στο παρελθόν που θα έκανε όταν θα έβλεπε τα σκηνικά του Νίκολας ΜακΚάλουμ. “Το φόντο της ταινίας είναι η Παπούα Νέα Γουινέα, πατρίδα σε μερικά από τα πιο εντυπωσιακά υποβρύχια περιβάλλοντα στον κόσμο” σχολιάζει ο Ουίτ. “Υπάρχουν ατελείωτα ποτάμια, καταρράκτες, σταλακτίτες, πελώρια σπήλαια… εικόνες που δεν μπορείς να φανταστείς αν δεν έχεις βρεθεί εκεί. Η δημιουργία όλων αυτών σε μικρή κλίμακα ήταν τεράστια πρόκληση.”
Ο ΜακΚάλουμ δέχθηκε την πρόκληση με ιδιαίτερο ενθουσιασμό. “Μου αρέσουν οι προκλήσεις, αλλά και η ευκαιρία να συνεργάζομαι με ομοϊδεάτες” δηλώνει ο ΜακΚάλουμ. “Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν απλά η κατασκευή και η προετοιμασία όλων των σκηνικών στον χρόνο που είχαμε διαθέσιμο. Έπρεπε επίσης να έχω υπ’ όψιν μου τη διαδικασία του 3D, δίνοντας αρκετό βάθος και ύψος στα σκηνικά.”
Πέρα από τη δημιουργία μιας σειράς υποβρύχιων σπηλαίων που θα κάνουν το κοινό να πιστέψει πως βρίσκεται πολλές λεύγες κάτω από το νερό, ο ΜακΚάλουμ έπρεπε να κατασκευάσει κι έναν τεράστιο “υπόγειο” καταρράκτη, σύμφωνα με τις οδηγίες στο σενάριο των Γκάρβιν και Ουίτ. “Το σκηνικό του καταρράκτη είχε 14 μέτρα ύψος, ενώ από την κορυφή του ανάβλυζε πραγματικός καταρράκτης. Είχαμε μια αντλία που μπορούσε να παρέχει 20.000 λίτρα νερού το λεπτό. Έμοιαζε λοιπόν πολύ αληθινός, αν και ήταν τοποθετημένος σε στούντιο.”
Όλες οι υποβρύχιες σκηνές έλαβαν χώρα σε μια μεγάλη δεξαμενή νερού στα Village Roadshow Studios, στο Κουίνσλαντ της Αυστραλίας. Ο Ουίτ περιγράφει τα όσα επέτρεψε η δεξαμενή αυτή στην ομάδα να κατορθώσουν. “Η δεξαμενή είχε 40 μέτρα μήκος, 30 μέτρα πλάτος, 7 μέτρα βάθος και περιείχε 7.2 εκατομμύρια λίτρα νερό. Είναι από τις μεγαλύτερες δεξαμενές παγκοσμίως και μας επέτρεψε να χτίσουμε ένα πολύ μεγάλο υποβρύχιο σκηνικό.”
Σε συνδυασμό με τα γυρίσματα στην δεξαμενή, η παραγωγή ταξίδεψε στην άγρια φύση. “Κάναμε γυρίσματα σε πραγματικά σπήλαια, γύρω από το Mount Gambier της Νότιας Αυστραλίας” προσθέτει ο Ουίτ. “Τα γυρίσματα στα γεμάτα με νερό σπήλαια προσέθεσαν μια κλίμακα αλλά και ρεαλισμό στα γυρίσματα της δεξαμενής.”
“Ήταν μια ιδιαίτερα απολαυστική εμπειρία, διότι έμοιαζε να είναι πραγματικά αμιγής κινηματογράφηση, μιας και όλα είναι πολύ σιωπηλά και πρέπει να πεις την ιστορία με εικόνες” λέει ο Γκρίρσον αναφορικά με την σκηνοθεσία κάτω από το νερό. “Ήταν μεγάλη πρόκληση η επικοινωνία με όλους υποβρυχίως, ο φωτισμός και η χρήση της κάμερας, αλλά το απόλαυσα. Οι ηθοποιοί όμως μπορεί να σου πουν μια διαφορετική ιστορία…”
Για τον διευθυντή φωτογραφίας Τζουλς Ο’ Λάφλιν, η μεγαλύτερη πρόκληση κατά τη διάρκεια της παραγωγής ήταν ο φωτισμός του συστήματος σπηλαίων. “Δεν απαιτείται καθημερινά από έναν διευθυντή φωτογραφίας να φωτίσει ένα σπήλαιο” σημειώνει ο Ο’ Λάφλιν. “Είναι ένα πολύ ξένο περιβάλλον, το οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι δεν επισκέπτονται ποτέ. Είναι επίσης ένα περιβάλλον όπου δεν υπάρχει καθόλου φυσικό φως, το φως το φέρνουν οι χαρακτήρες της ταινίας. Η απεικόνιση λοιπόν του σπηλαίου και της ιστορίας μέσα από τον φωτισμό αυτό ήταν μια συναρπαστική πρόκληση.”
Η Τρισδιάστατη Εμπειρία του “Αδύτου”
Οι κάμερες που χρησιμοποιήθηκαν στο “Άδυτο” είναι οι ίδιες κάμερες που εφευρέθηκαν για το επικό “Avatar” του Τζέιμς Κάμερον. Η ομάδα ήξερε πως για να παρασύρει πλήρως το κοινό στον υποβρύχιο κόσμο, θα πρέπει να το κάνει με την τεχνολογία 3D. “Η κάμερα στο “Άδυτο” είναι αποτέλεσμα δουλειάς έξι ή επτά ετών, ανάμεσα σε μένα και στον συνεργάτη μου και μηχανικό, Βινς Πέις” εξηγεί ο Κάμερον. “Ξεκινήσαμε με ένα πολύ απλό σύστημα, που χρησιμοποιούσαμε στα ντοκιμαντέρ, και στην συνέχεια το εξελίξαμε για κινηματογραφική χρήση. Πλέον έχει όλα τα εργαλεία που χρειάζεσαι για να παράγεις εξαιρετικές κινηματογραφικές εικόνες σε 3D. Θεωρούμε πως είναι το καλύτερο σύστημα κάμερας αυτή την στιγμή στον χώρο. Ίσως σ’ ένα χρόνο από τώρα να υπάρχει κάτι άλλο, αλλά φυσικά εξελίσσουμε και την συγκεκριμένη κάμερα.”
Ο Ουίτ συνεργάστηκε στενά με τον Κάμερον και τον Πέις στην ανάπτυξη των απαραίτητων τεχνικών για τη χρήση του Cameron/Pace Fusion 3D Camera System. Ο Ουίτ εξηγεί το σκεπτικό του όσον αφορά τον σχεδιασμό, αλλά και το τι σημαίνει για το κοινό το νέο αυτό σύστημα: “Το καλό 3D είναι εύκολο να το παρακολουθήσεις. Το κακό 3D προκαλεί πόνο στα μάτια σου, δεν μπορώ να το πω πιο απλά. Το κακό 3D προέρχεται από ανθρώπους που δεν έχω καταλάβει πλήρως πως λειτουργεί. Το καλό 3D δεν σου αποσπά την προσοχή. Παρακολουθείς την ταινία, παρασύρεσαι σε αυτή. Είσαι σε έναν άλλο κόσμο και δεν παρατηρείς καν πως την παρακολουθείς σε 3D.”
Ο Ουίτ και ο Γκάρβιν έγραφαν το σενάριο γνωρίζοντας πως οι σκηνές τους θα μεταφέρονταν στην μεγάλη οθόνη σε τρισδιάστατη μορφή. “Όταν γράφαμε το σενάριο, αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο το ότι είμαι δύτης σπηλαίων” αναφέρει ο Γκάρβιν. “Προσπάθησα να μεταδώσω την αίσθηση κλειστοφοβίας στο κοινό και, μιας και είναι τρισδιάστατη ταινία, αυτό ταίριαζε απόλυτα στο συγκεκριμένο είδος ταινίας. Πάντα θέλαμε το 3D στοιχείο του “Αδύτου” να μας βοηθήσει στο να πούμε την ιστορία. Δεν μπορώ να φανταστώ καλύτερο περιβάλλον για να γυρίσεις μια τρισδιάστατη ταινία από ένα κλειστοφοβικό σύστημα σπηλαίων.”
Ο Τζέιμς Κάμερον εξηγεί το πώς η δύναμη του 3D βοήθησε στη διήγηση της ιστορίας αυτής: “Όταν παρακολουθείς μια ταινία, σε παρασύρει η ιστορία, οι περιπέτειες των χαρακτήρων, δεν χρειάζεται να είναι μια μεγάλη παραγωγή επιστημονικής φαντασίας για να κερδίσει απ’ αυτό. Το 3D λειτουργεί πραγματικά όταν έχεις ένα κλειστοφοβικό σκηνικό, διότι νιώθεις τον τοίχο ακριβώς εκεί, την οροφή ακριβώς εκεί. Γνωρίζαμε ενστικτωδώς πως το σύστημα των σπηλαίων και το 3D θα ταίριαζαν απόλυτα.”
Έχοντας στο πλευρό του την έμπειρη ομάδα που ήταν υπεύθυνη για τη δημιουργία του “Avatar”, η σκηνοθεσία μιας 3D ταινίας δεν ήταν ένα υπερβολικά δύσκολο έργο για τον Γκρίρσον. Ένιωθε τυχερός που είχε δίπλα του και πάντα διαθέσιμους τους καλύτερους στο αντικείμενο αυτό. “Από την πλευρά του σκηνοθέτη, το να δουλεύεις με το 3D δεν είναι πολύ πιο πολύπλοκο από ότι η συνηθισμένη σου δουλειά” εξηγεί ο Γκρίρσον. “Εφόσον βέβαια έχεις μια ομάδα που μπορεί να χειριστεί τα τεχνικά μέρη. Το εξαιρετικό στην συνεργασία με τον Άντριου, ο οποίος έχεις περάσει τόσο καιρό δουλεύοντας πάνω στο 3D και αναπτύσσοντας την τεχνολογία με τον Τζέιμς, είναι πως έχει μια δυνατή εργασιακή μεθοδολογία. Είναι προς τιμήν του το ότι έχει συνθέσει μια εκπληκτική ομάδα ανθρώπων με μεγάλη εμπειρία στο 3D.”
Η ταινία βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 10 Φεβρουαρίου.
Σκηνοθεσία |
Άλιστερ Γκρίρσον |
Σενάριο |
Τζον Γκάρβιν Άντριου Ουίτ |
Παραγωγή |
Τζέιμς Κάμερον Μπεν Μπράουνινγκ Ράιαν Κάβανο Μάικλ Μάχερ Πίτερ Ρόλινσον Άντριου Ουίτ |
Ηθοποιοί |
Ρίτσαρντ Ρόξμπουργκ Γιόαν Γκρίφιθ Άλις Πάρκινσον Ρις Ουέικφιλντ |
Μοντάζ |
Μαρκ Ουόρνερ |
Φωτογραφία |
Τζουλς Ο’ Λάφλιν |
Σκηνικά |
Νίκολας ΜακΚάλουμ |
Μουσική |
Ντέιβιντ Χίρσφελντερ |
Διάρκεια |
109’ |
Official Site |
|
Διανομή |
Odeon www.odeon.gr |