Όπως είπε και ο Jean-Jacques Rousseau σκιαγραφώντας την περίοδο της εφηβείας: «Γεννιέσαι δύο φορές, η μια οδηγεί στην απλή ύπαρξη η άλλη στην ίδια τη ζωή».
Η εφηβεία χωρίζεται σε τρεις βασικές περιόδους: την πρώτη (10-13 έτη), τη μέση (14-17 έτη) και την όψιμη (>17 έτη). Η κάθε μία έχει τα δικά της ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά, ωστόσο θα πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη ότι είναι αρκετά σύνηθες η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη, να μην συμβαδίζει με τη χρονολογική ηλικία ή τη σωματική ανάπτυξη του εφήβου.
Η εκτίμηση του ψυχοκοινωνικού σταδίου είναι πολύ σημαντική, και γίνεται με την παρατήρηση της εμφάνισης και συμπεριφοράς, καθώς και την καταγραφή των απόψεων του/της εφήβου για γενικά θέματα συζήτησης.
Για παράδειγμα, ίσως αποδειχθεί επιζήμιο να συζητηθούν λεπτομερώς θέματα σεξουαλικής αγωγής με έναν έφηβο που αν και χρονολογικά ή/και σωματικά ανήκει στη μέση εφηβεία, ψυχοκοινωνικά βρίσκεται στην πρώτη και δεν έχει ακόμη συγκεκριμένες ερωτικές ανησυχίες. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι όταν ο έφηβος ανήκει ψυχοκοινωνικά στην πρώτη εφηβεία, συνήθως δεν επιζητά εμπιστευτική σχέση, ενώ κατά τη μέση εφηβεία ανακουφίζεται όταν μπορεί να συζητήσει θέματα που τον απασχολούν με εχεμύθεια.
Πιο συγκεκριμένα, η ήβη αφορά τις σωματικές αλλαγές της εφηβείας και ξεκινά μετά τα 8 χρόνια για τα κορίτσια και μετά τα 9 χρόνια για τα αγόρια. Το πρώτο σημάδι ήβης στα κορίτσια είναι συνήθως η ανάπτυξη των μαστών (80%), ωστόσο σε 20% των κοριτσιών η ήβη ξεκινά με την ανάπτυξη τρίχωσης στο εφήβαιο. Η έμμηνος ρύση (περίοδος) παρουσιάζεται 1-3 χρόνια μετά τη ανάπτυξη των μαστών (συνηθέστερα μεταξύ 12 και 13 ετών), ενώ η σημαντική αύξηση του ύψους –έως και 25% του τελικού ύψους- προηγείται και παρατηρείται σε συνήθη ηλικία περί τα 11.5 έτη.
Στα αγόρια, την έναρξη της ήβης σηματοδοτούν η μεγέθυνση των όρχεων και η τρίχωση στο εφήβαιο, ενώ είναι γνωστό ότι τα αγόρια αναπτύσσονται αργότερα από τα κορίτσια. Η απότομη αύξηση του ύψους στα αγόρια παρουσιάζεται σε μέση ηλικία 13.5 ετών.
Όλες οι παραπάνω διαδικασίες εξατομικεύονται και το κάθε παιδί παρουσιάζει το δικό του ρυθμό και ιδιαιτερότητες ανάπτυξης. Συνήθως οι αλλαγές διαρκούν χρόνια και δίνεται ο χρόνος προσαρμογής σε αυτές, ωστόσο μπορεί να υπάρξουν περιπτώσεις που η ανάπτυξη συντελείται εξαιρετικά γρήγορα ή η ήβη παρουσιάζεται νωρίτερα ανησυχώντας τα παιδιά και τους γονείς τους. Εάν τα σημεία της ήβης εμφανιστούν σε πολύ μικρή ηλικία (<8 στα κορίτσια και <9 στα αγόρια), θα πρέπει να γίνει εξέταση από ειδικό και να αποκλεισθούν οργανικά αίτια – τα οποία ωστόσο είναι σπάνια.
Η πρόωρη ανάπτυξη μπορεί γενικά να δημιουργήσει προβλήματα λόγω των διαφορών από τους συνομηλίκους. Υπάρχει η ανάγκη της κατανόησης αυτής της κατάστασης, ώστε να μην δημιουργούνται αισθήματα κατωτερότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Σε ορισμένα παιδιά οι μεταβολές μπορεί να είναι τόσο μεγάλες που τρομάζουν, ξενίζουν και δημιουργούν ερωτηματικά. Αυτά μπορεί να εκφράζονται με άγχος, μελαγχολία ή και εκρήξεις θυμού. Σε αυτή τη φάση το παιδί χρειάζεται στήριξη, ενημέρωση, καθοδήγηση από τους γονείς, τον παιδίατρό του ή ίσως και κάποιον ψυχολόγο. Είναι σημαντικό να ενημερωθεί για την εμμηνορρυσία, καθώς και για θέματα σεξουαλικότητας και ανάπτυξης.
Μπορεί αρχικά το προβάδισμα στο ύψος και τη σωματική ανάπτυξη, καθώς και στις αθλητικές επιδόσεις, να αναγνωρίζεται ως «προσόν» και να θέτει τον ή την έφηβο σε πλεονεκτική θέση. Ωστόσο, το τελικό ύψος μπορεί να είναι χαμηλότερο των υπολοίπων και κάποια στιγμή οι συνομήλικοι θα φτάσουν και θα ξεπεράσουν σε ανάπτυξη το νωρίς αναπτυγμένο παιδί. Η απογοήτευσή του και το πλήγμα στην αυτοπεποίθηση μπορεί να είναι σημαντικά εάν δεν έχει προετοιμαστεί κατάλληλα.
Τέλος, σημαντική είναι η διαχείριση της σεξουαλικότητας σε μια ηλικία που το παιδί εκ των πραγμάτων δεν είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει. Υπάρχουν μελέτες που συσχετίζουν την πρώϊμη ήβη με την πρόωρη έναρξη σεξουαλικής δραστηριότητας, τη σχολική αποτυχία και τις συμπεριφορές υψηλού κινδύνου στην εφηβεία. Τα παιδιά μπορεί επίσης να πέσουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης, αφού το σώμα τους είναι πολύ ωριμότερο από τον τρόπο σκέψης και την κοινωνική τους λειτουργικότητα. Για όλους τους παραπάνω λόγους, το παιδί θα πρέπει να είναι κατάλληλα και υπεύθυνα ενημερωμένο από τους γονείς, τον παιδίατρο αλλά και μέσα από το σχολείο, ώστε να συνειδητοποιεί σε κάθε δεδομένη στιγμή τι του συμβαίνει και να υπερασπίζει το σώμα του αλλά και το δικαίωμά του να είναι «διαφορετικό».
- Η Άρτεμις Κ. Τσίτσικα είναι Αναπλ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ
Επιστ. Υπεύθυνη Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) Β΄ Παιδιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού», Διευθύντρια ΠΜΣ «Στρ. Αναπτυξιακής και Εφηβικής Υγείας»