Στο ερώτημα αν η Ρωσία θα εισβάλει στην Ουκρανία η απάντηση οφείλει να έχει ως αφετηρία το γεγονός ότι η Ρωσία έχει ήδη εισβάλει στην Ουκρανία. Ήδη από το 2014 η ουκρανική επικράτεια έχει ακρωτηριαστεί δύο φορές. Η επέμβαση στην Κριμαία και στην ανατολική Ουκρανία αποτελεί την μεγαλύτερη απόσχιση εδάφους κυρίαρχης χώρας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Δύση ανέχθηκε την απρόκλητη χρήση βίας από την Μόσχα επιχειρώντας να την κατευνάσει. Οι Συμφωνίες του Μινσκ είναι η επιβεβαίωση αυτής της προσπάθειας. Εκ του αποτελέσματος, απέτυχε. Η ρωσική ηγεσία δεν μπλοφάρει. Εδώ και εβδομάδες η Ρωσία είναι έτοιμη να εισβάλει. Προφανώς το σενάριο μιας στρατιωτικής επέμβασης είναι πραγματικό.
Επιπλέον, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι οι ρωσικές απαιτήσεις – γραπτές δεσμεύσεις ότι μεταξύ άλλων η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ, και οι ΝΑΤΟικές δυνάμεις θα αποχωρήσουν από τα κράτη μέλη του στην Ανατολική Ευρώπη – δεν έχουν ικανοποιηθεί, τότε είναι δύσκολο να φανταστεί κάποιος πως θα μπορούσε να αποκλιμακωθεί η σημερινή κρίση. Αυτές οι απαιτήσεις είναι τόσο μαξιμαλιστικές που μοιάζουν προσχηματικές. Μοιάζουν να έχουν τεθεί γνωρίζοντας ότι είναι απίθανο να γίνουν αποδεκτές. Σε μία τέτοια περίπτωση το ΝΑΤΟ θα ακύρωνε τον εαυτό του.
Στην αισιόδοξη εκδοχή της κατάσταση, αν κάποιος δεχθεί όπως επαναλαμβάνει η Μόσχα, ότι η στρατιωτική επιλογή δεν είναι προτεραιότητα αλλά μόνο ένα εργαλείο για να αναγκάσει τις ΗΠΑ και την Ευρώπη (και το Κίεβο) να εγκαταλείψουν αυτό που θεωρεί ατζέντα στρατηγικής περικύκλωσης της Ρωσίας, τότε ένας συμβιβασμός έστω και προσωρινός που θα απομακρύνει το φάσμα του πολέμου είναι πιθανός. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ρωσία κλιμακώνει την αντιπαράθεση εφαρμόζοντας στρατηγικές εκφοβισμού και απειλών αλλά αυτό που επιδιώκει είναι η στρατηγική αναδίπλωση της Δύσης και η οριστική εγκατάλειψη του πάλαι ποτέ σοβιετικού χώρου στην στρατηγική κηδεμονία της Μόσχας.
Σε αυτό το σενάριο, η Μόσχα δεν επιθυμεί μιας μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επέμβαση. Το κόστος της κατοχής της Κριμαίας και του Ντόνμπας για την Μόσχα είναι περίπου 6 δις το χρόνο. Το κόστος αυτό θα μεγαλώσει γεωμετρικά στην περίπτωση επιβολής κυρώσεων. Παράλληλα μια νέα επιχείρηση θα έχει σίγουρα και όχι αμελητέο ανθρώπινο κόστος. Παρά το γεγονός ότι η ασυμμετρία ισχύος είναι κολοσσιαία, οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις είναι σε καλύτερη κατάσταση από ότι τα προηγούμενα χρόνια. Σε ένα άλλο επίπεδο, μια στρατιωτική επιχείρηση θα φέρει πιο κοντά τις ΗΠΑ και την Ευρώπη κάτι που προφανώς δεν θα ήθελε η Μόσχα.
Σε κάθε περίπτωση το διακύβευμα είναι αν η Ρωσία θα κατοχυρώσει μία σφαίρα επιρροής, μία σφαίρα προνομιακών συμφερόντων στον μετασοβιετικό χώρο και αν σε αυτή τη γεωπολιτική λογική μία χώρα όπως η Ουκρανία μπορεί και πρέπει να παραμείνει κυρίαρχη, όπως διεκδικούν οι Ουκρανοί πολίτες ή θα καταλήξει επί της ουσίας ένα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, όπως απαιτεί η Ρωσία. Για να συμβεί το τελευταίο, η Μόσχα γνωρίζει πολύ καλά ότι στο Κίεβο θα πρέπει να υπάρξει ένα καθεστώς απολύτως φιλικό και ευθυγραμμισμένο με τις προτιμήσεις της Μόσχας. Το πρόβλημα είναι ότι η Ουκρανία είναι περισσότερο δημοκρατική απ’ ότι θα μπορούσε να ανεχθεί το Κρεμλίνο.