Παρότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, η αντιπυρική περίοδος του 2021 κατατάσσεται ήδη ως η τρίτη χειρότερη των τελευταίων 21 ετών (2000 – 2020) σε ό,τι αφορά την καμένη έκταση, με το 2000 (~1.7 εκ. στρέμματα) και το 2007 (~2.7 εκ. στρέμματα) να καταλαμβάνουν τις πρώτες δύο θέσεις της σχετικής λίστας. Κάθε φορά που ένα παρόμοιο αρνητικό ρεκόρ σημειώνεται, όπως αντίστοιχα συνέβη μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι το 2018, το ερώτημα που επανέρχεται στο προσκήνιο είναι ένα: υπάρχει τρόπος να θωρακιστεί η χώρα απέναντι σε καταστροφικές, ακραίες δασικές πυρκαγιές;
Γράφει ο Θοδωρής Μ.Γιάνναρος*
Προτού επιχειρήσουμε να δώσουμε απάντηση στο παραπάνω καίριο ερώτημα, θα πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε και να αποδεχτούμε ότι η φωτιά αποτελεί ίδιον χαρακτηριστικό των Μεσογειακών, και όχι μόνο, οικοσυστημάτων. Υπήρχε από πάντα και θα υπάρχει πάντα, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη και την προσαρμογή των οικοσυστημάτων. Το πρόβλημα που σήμερα αντιμετωπίζουμε προκύπτει από τις σημαντικές αλλαγές που παρατηρούνται (α) στη συχνότητα εμφάνισης, και (β) στο μέγεθος (έκταση) και την ένταση των πυρκαγιών, στις οποίες ούτε τα οικοσυστήματα αλλά ούτε και ο άνθρωπος είναι προσαρμοσμένοι.
Η νέα αυτή πραγματικότητα των δασικών πυρκαγιών, μάρτυρες της οποίας γινόμαστε ολοένα και πιο συχνά και στη χώρα μας, περιλαμβάνει συμβάντα με ακραία συμπεριφορά πυρός (ασταθείς, πολύ υψηλές ταχύτητες διάδοσης, έντονη καύση και υψηλά θερμικά φορτία, ακραίας πυκνότητας κηλιδώσεις), τα οποία δοκιμάζουν τις αντοχές οποιουδήποτε δασοπυροσβεστικού μηχανισμού, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα για λάθη και αποτυχίες, και θέτοντας ουσιαστικά εν αμφιβόλω τη δυνατότητα προστασίας τόσο της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας, όσο και του φυσικού περιβάλλοντος. Μπροστά σε αυτή τη νέα, δύσκολη πραγματικότητα, απαιτείται η υιοθέτηση επιστημονικά τεκμηριωμένων, ολοκληρωμένων στρατηγικών διαχείρισης των πυρκαγιών. Αυτό προϋποθέτει επίσης την άμεση αλλαγή από το δόγμα της καταστολής σε αυτό της πρόληψης, με παράλληλη ενίσχυση της επίγνωσης (ευαισθητοποίηση) και των επιπέδων ετοιμότητας του πληθυσμού για τις ακραίες δασικές πυρκαγιές.
Στοχεύοντας σε μια ολοκληρωμένη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών, η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο η ελληνική Πολιτεία αλλά συνολικά η Ευρώπη, είναι η πλήρης και ουσιαστική αξιοποίηση της διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης και των πρακτικών, εργαλείων ή υπηρεσιών, στα οποία αυτή μεταφράζεται. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα και προτάσεις, με ειδική αναφορά στην υφιστάμενη κατάσταση στην Ελλάδα.
Πυρο-μετεωρολογία και εκτίμηση επικινδυνότητας
Ένα από τα βασικά συμπεράσματα της Έκθεσης της Ανεξάρτητης Επιτροπής που συστάθηκε μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι είναι πως «δεν υπάρχει ένα τυπικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο σύστημα εκτίμησης κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιών δασών και υπαίθρου που να βασίζεται στις επικρατούσες συνθήκες πυρικού περιβάλλοντος (μετεωρολογία, υγρασία δασικής καύσιμης ύλης, ανθρωπογενείς δραστηριότητες)». Πράγματι, παρότι ο χάρτης που εκδίδει καθημερινά η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΠ) έχει κάποια τέτοια χαρακτηριστικά, στερείται εξωστρέφειας που να επιτρέπει την επιστημονική του τεκμηρίωση και αξιολόγηση, ενώ παρέχει χαμηλής χωρικής και χρονικής ανάλυσης πληροφορία σε διοικητικό επίπεδο Δασικών Υπηρεσιών, όταν η επικινδυνότητα μπορεί να παρουσιάζει πολύ σημαντικές χωροχρονικές διαφοροποιήσεις εντός της ίδιας διοικητικής ενότητας. Αυτό που απαιτείται είναι η άμεση αντικατάσταση του υφιστάμενου συστήματος από ένα σύγχρονο, επιστημονικά τεκμηριωμένο σύστημα εκτίμησης κινδύνου που (α) να βασίζεται σε επιστημονική γνώση αιχμής, (β) να λαμβάνει υπόψη του όλες τις παραμέτρους του πυρικού περιβάλλοντος, (γ) να συνδέεται άμεσα με τις επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών στο φυσικό περιβάλλον και τον άνθρωπο, και (δ) να παρέχει τη δυνατότητα της επικαιροποίησης όταν υπάρχουν σημαντικές μεταβολές στους παράγοντες που επηρεάζουν την εκδήλωση δασικών πυρκαγιών. Ανάλογα συστήματα είναι σε ισχύ στον Καναδά, τις Η.Π.Α. και την Αυστραλία.
Συμπεριφορά και χαρακτηριστικά δασικών πυρκαγιών
Μια ολοκληρωμένη διαχείριση προϋποθέτει τεκμηριωμένη γνώση του πότε, πού και κάτω από ποιες πυρο-μετεωρολογικές συνθήκες λαμβάνουν χώρα οι δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας. Σε αυτή την κατεύθυνση, είναι απαραίτητη όχι μόνο η λεπτομερής χαρτογράφηση των καμένων εκτάσεων, η οποία είναι σήμερα δυνατή χάρη σε δορυφορικά δεδομένα πολύ υψηλής ανάλυσης, αλλά επίσης η χαρτογράφηση των ακριβών θέσεων έναρξης των συμβάντων και η καταγραφή των πυρο-μετεωρολογικών συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτά έλαβαν χώρα. Επιπρόσθετα, είναι απαραίτητη η συστηματική συλλογή και αρχειοθέτηση δεδομένων σχετικά με την παρατηρούμενη συμπεριφορά πυρός (π.χ., ταχύτητες εξάπλωσης, μήκος φλογών, παρουσία/απουσία επαγωγικής στήλης) και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών. Τα παραπάνω στοιχεία απουσιάζουν από τα δεδομένα τα οποία διαθέτει ελεύθερα το Πυροσβεστικό Σώμα (ΠΣ, https://www.fireservice.gr/el_GR/synola-dedomenon), αποτρέποντας οποιαδήποτε λεπτομερή ανάλυση που θα μπορούσε να αποκαλύψει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και η καταγραφή των θέσεων έναρξης των πυρκαγιών γίνεται σε διοικητικό επίπεδο Δήμου με κατά περίπτωση αναφορά κάποιου τοπωνύμιου, ενώ απουσιάζει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία (π.χ., υψόμετρο και βλάστηση στην οποία εκδηλώθηκε η πυρκαγιά).
Σενάρια για το μέλλον
Η κλιματική αλλαγή/κρίση θα πρέπει να πάψει να αποτελεί μία εύκολη δικαιολογία για λάθη και αποτυχίες. Αντίθετα, θα πρέπει να αποτελέσει την αφορμή για άμεση αλλαγή της στρατηγικής διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών του παρόντος και του μέλλοντος. Η ελληνική Πολιτεία θα πρέπει να εμπιστευτεί και να αξιοποιήσει τη συσσωρευμένη επιστημονική γνώση αναφορικά με την αποτίμηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο πυρικό περιβάλλον της χώρας. Αξιοποιώντας τη γνώση αυτή, θα μπορέσει έτσι να χαράξει αποδοτικότερα άξονες προτεραιότητας για την προσαρμογή των οικοσυστημάτων και των ανθρώπινων κοινοτήτων, τόσο για το εγγύς όσο και το απώτερο μέλλον.
Ευαισθητοποίηση του πληθυσμού και ενίσχυση της ετοιμότητας
Στην ελληνική κοινωνία υπάρχει εδραιωμένη η αντίληψη πως η προστασία από τις δασικές πυρκαγιές αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του ΠΣ. Η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα των ακραίων δασικών πυρκαγιών προϋποθέτει την ευαισθητοποίηση του πληθυσμού για τους κινδύνους των συμβάντων αυτών, με απώτερο στόχο την ενίσχυση της ετοιμότητας του. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τεκμηριωμένα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, με υψηλό βαθμό διάχυσης στον πληθυσμό της χώρας. Επιπρόσθετα, είναι άμεση ανάγκη η χώρα μας να επενδύσει στην καλλιέργεια παιδείας για την αποτροπή και την προστασία από δασικές πυρκαγιές, μέσα από την εισαγωγή αντίστοιχων μαθημάτων στις εκπαιδευτικές δομές όλων των βαθμίδων. Σε τελευταία ανάλυση, η αποτροπή και η προστασία από καταστροφικές πυρκαγιές δεν αφορά μόνο το ΠΣ, αλλά τον καθένα μας ξεχωριστά.
Ολοκληρώνοντας, είναι σκόπιμο να υπογραμμίσω ότι τα παραπάνω αποτελούν ένα μόνο τμήμα όσων είναι απαραίτητων να γίνουν ώστε η χώρα μας να θωρακιστεί απέναντι στη λαίλαπα των καταστροφικών πυρκαγιών. Ειδικότερα, περιλαμβάνουν δράσεις σε τομείς που άπτονται άμεσα ή έμμεσα της εξειδίκευσης που έχω ως μετεωρολόγος με ερευνητικό αντικείμενο τις δασικές πυρκαγιές. Είναι αυτονόητο, και επισημάνθηκε προηγουμένως, ότι εξίσου πολλά οφείλουν να γίνουν στο τομέα της πρόληψης και της διαχείρισης των δασικών και άλλων οικοσυστημάτων της χώρας μας. Ωστόσο, επιλέγω να αφήσω τους κατ’ αντικείμενο αρμόδιους (Δασολόγοι, Πυρο-γεωγράφοι) να μιλήσουν για αυτά. Τούτο άλλωστε αποτελεί μία άλλη πληγή της ελληνικής επιστημονικής και ερευνητικής πραγματικότητας, της οποίας δε θα ήθελα να αποτελέσω μέρος: όλοι να μιλάνε για όλα. Αντίθετα, είναι η ώρα που ο καθένας οφείλει να προσφέρει την εξειδίκευση του στην προσπάθεια θωράκισης της χώρας μας από καταστροφικές, ακραίες δασικές πυρκαγιές.
*O Θοδωρής Μ.Γιάνναρος είναι Εντεταλμένος Ερευνητής στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών & Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος & Βιώσιμης Ανάπτυξης