Tο φετινό καλοκαίρι είμαστε αντιμέτωποι με ένα νέο στέλεχος του ιού, την παραλλαγή Delta. Η παραλλαγή Delta είναι 60% πιο μεταδοτική από την παραλλαγή Alpfa η οποία με τη σειρά της ήταν 50-60% πιο μεταδοτική από το αρχικό στέλεχος που εντοπίστηκε στη Wuhan. Καταλαβαίνετε λοιπόν, ότι ο ιός πλέον μεταδίδεται πολύ πιο εύκολα.
γράφει η Άρτεμις Κ. Τσίτσικα*
Σε όλο τον κόσμο, και ιδιαίτερα σε χώρες που έχουν προχωρήσει τους εμβολιασμούς στον ενήλικο πληθυσμό, ο ιός βρίσκει έδαφος να εξαπλωθεί στις ανεμβολίαστες ομάδες, δηλαδή στους πιο νέους, τους εφήβους και τα παιδιά.
Χαρακτηριστικά στη χώρα μας, ενώ το προηγούμενο διάστημα το ποσοστό νέων κρουσμάτων στις ηλικίες 0-17 ετών ήταν 9,6%, τις τελευταίες 15 ημέρες το ποσοστό των νέων κρουσμάτων σε αυτές τις ηλικίες έχει σχεδόν διπλασιαστεί και ανέρχεται στο 17.8%. Η παραλλαγή Δέλτα φαίνεται λοιπόν ότι επηρεάζει περισσότερο τους εφήβους και τα παιδιά σε σχέση με τις προηγούμενες παραλλαγές του ιού.
Παράλληλα, αν και σε μικρότερη συχνότητα από τους ενήλικες, οι έφηβοι και τα παιδιά μπορούν να νοσήσουν σοβαρά από την COVID-19 και δεν γνωρίζουμε ακόμα το εύρος και τη συχνότητα των μακροχρόνιων επιπλοκών. Ξέρουμε ότι κάποιοι έφηβοι θα χρειαστούν νοσηλεία και ένα ποσοστό από αυτούς θα χρειαστεί εισαγωγή στις ΜΕΘ. Το βλέπουμε ήδη να συμβαίνει στην Αμερική.
Σύμφωνα με δεδομένα από διάφορες χώρες, βλέπουμε ότι τις τελευταίες εβδομάδες αυξάνεται το ποσοστό των κρουσμάτων που αφορά μικρότερες ηλικίες και ο δείκτης θετικότητας στις μικρότερες ηλικίες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου γίνεται πολύ συστηματική επιτήρηση και η παραλλαγή Δέλτα έφτασε νωρίτερα από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, ο δείκτης θετικότητας στα παιδιά 5-12 ετών και στους νεαρούς ενήλικες 18-24 ήταν πενταπλάσιος σε σύγκριση με τους ηλικιωμένους 65 ετών και άνω. Αντίστοιχα δεδομένα βλέπουμε και στην Ισπανία με τα κρούσματα στις ηλικίες 0-19 να εμφανίζουν μεγάλη αύξηση τις τελευταίες 2 εβδομάδες. Όπως ήδη ανέφερα, αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και στην Ελλάδα. Αυτό μπορεί να σχετίζεται τόσο με τη μεγαλύτερη μεταδοτικότητα της παραλλαγής Δέλτα, τις αυξημένες κοινωνικές επαφές, με την άρση των περιοριστικών μέτρων και φυσικά με την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη των μεγαλύτερων ηλικιών, η οποία τους προστατεύει από τη μόλυνση, με τον ιό να διαδίδεται μεταξύ των ανεμβολίαστων ατόμων μικρότερης ηλικίας.
Εφόσον λοιπόν έχουμε στη διάθεσή μας εγκεκριμένα εμβόλια για αυτή την ηλικία, πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε και να προστατεύσουμε τους ίδιους τους εφήβους από τις άμεσες και τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές της νόσου. Οι έφηβοι έχουν ανάγκη να επιστρέψουν στις δραστηριότητές τους και να κοινωνικοποιηθούν. Αντί να τους επιβάλλουμε περιορισμούς, μπορούμε να τους προστατεύσουμε μέσω του εμβολιασμού και να επιστρέψουν στην κανονικότητα. Έχουμε επανειλημμένα τονίσει τις σημαντικές επιπτώσεις του εγκλεισμού στην ψυχοκοινωνική ζωή παιδιών και εφήβων, την εκπαίδευση και την εν γένει ποιότητα ζωής τους και μια ακόμη περίοδος καραντίνας θα ήταν πολύ αρνητική εξέλιξη.
Όταν προχωράμε σε συστάσεις για εμβολιασμό, ο πρώτος στόχος είναι η άμεση προστασία των εμβολιαζόμενων. Γι’ αυτό και η προτεραιοποίηση στις περισσότερες χώρες έγινε με κριτήριο τον κίνδυνο σοβαρής νόσου και επιπλοκών και εμβολιάστηκαν πρώτοι οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με υποκείμενες παθήσεις. Η αλήθεια είναι ότι ο εμβολιασμός οποιασδήποτε ομάδας του πληθυσμού συμβάλλει στην αύξηση του ποσοστού ανοσίας στην κοινότητα. Όσο αναδύονται πιο μεταδοτικές παραλλαγές του ιού, αυξάνεται και το ποσοστό ανοσίας που χρειάζεται να επιτευχθεί για να σταματήσει η κυκλοφορία του ιού.
Ο εμβολιασμός των εφήβων λοιπόν θα συνεισφέρει στη συλλογική ανοσία, αλλά ο πρώτος στόχος είναι να προστατευτούν οι ίδιοι από τη νόσο, την πιθανότητα νοσηλείας και τις άμεσες και μακροπρόθεσμες επιπλοκές.
Την ίδια στιγμή, κατανοούμε πλήρως τις ανησυχίες των γονιών. Ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας, η πληθώρα πληροφοριών από έγκυρες και μη πηγές που είναι διαθέσιμη μέσω του διαδικτύου είναι δύσκολα διαχειρίσιμη και δημιουργεί σύγχυση στους γονείς. Εδώ έρχεται ο δικός μας ρόλος, ο ρόλος των παιδιάτρων που έχουν μια ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης με τις οικογένειες να συμβουλεύσουν τους γονείς και τους ίδιους τους εφήβους.
Στην πραγματικότητα, οι γονείς πρέπει να ενημερωθούν για τον κίνδυνο που διατρέχει το παιδί τους από τη νόσο COVID-19. Από μεγάλη μελέτη στις ΗΠΑ, έχει υπολογιστεί ότι στις ηλικίες 12-18, μπορεί ακόμα και ένα ποσοστό της τάξης του 10% να χρειαστεί νοσηλεία και το 1/4 αυτών να χρειαστεί εισαγωγή στη ΜΕΘ. Αυτό αφορά και παιδιά χωρίς κανένα υποκείμενο νόσημα.
Επίσης γνωρίζουμε ότι η COVID-19 έχει ως επιπλοκή στα παιδιά το πολυοργανικό φλεγμονώδες σύνδρομο (MIS-C), μια ιδιαίτερα σοβαρή κατάσταση που χρειάζεται νοσηλεία, ενώ μπορεί να χρειαστεί και εισαγωγή στη ΜΕΘ, και σε ορισμένες περιπτώσεις σημειώνονται θάνατοι. Ακόμη δεν έχουν μελετηθεί διεξοδικά οι τυχόν μακροχρόνιες επιπλοκές στα παιδιά και τους εφήβους.
Αντιθέτως, αυτή τη στιγμή έχουμε στη διάθεσή μας δεδομένα ασφάλειας από τη χορήγηση περισσότερων από 6.000.000 δόσεων του εμβολίου σε παιδιά ηλικίας 12-15 στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα οποία οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες που καταγράφηκαν ήταν οι αναμενόμενες που γνωρίζουμε και από τη χρήση του εμβολίου στους ενήλικες. Με τη συστηματική επιτήρηση της ασφάλειας των εμβολίων αυτών μετά την εφαρμογή των εμβολιασμών σε μεγάλη κλίμακας μπορούν να εντοπιστούν και εξαιρετικά σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως έγινε με κάποια περιστατικά μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας σε νέους άνδρες 12-30 ετών. Μετά από διεξοδική ανάλυση των περιστατικών αυτών, οι αρχές είναι καθησυχαστικές: πρόκειται για κάτι εξαιρετικά σπάνιο και η έκβαση στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων είναι καλή με τους νέους να αναρρώνουν μέσα σε λίγες ημέρες, με ή ακόμα και χωρίς τη λήψη αγωγής. Ο κίνδυνος που διατρέχουν τα παιδιά και οι έφηβοι από τον ιό και το όφελος από τον εμβολιασμό τους είναι συντριπτικά μεγαλύτερα από τον πιθανό κίνδυνο εμφάνισης κάποιας τυχόν παρενέργειας.
Όσο για τον εμβολιασμό των μικρότερων παιδιών του δημοτικού γνωρίζουμε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη κλινικές δοκιμές των εμβολίων για την πρόληψη της COVID-19 σε ηλικίες από 6 μηνών. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των εταιριών, περιμένουμε από το φθινόπωρο και πιθανότατα μέσα στο χειμώνα να υποβληθούν αιτήσεις για έγκριση των εμβολίων σε μικρότερες ηλικίες, ξεκινώντας με τις ηλικίες 5-11 ετών. Όπως ανέφερα και παραπάνω, η νόσος COVID-19 είναι επικίνδυνη σε κάθε ηλικία. Θεωρώ ότι αν έχουμε ένα εγκεκριμένο αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε για να προστατέψουμε τα παιδιά. Τα μικρότερα παιδιά μπορεί να νοσούν λιγότερο σοβαρά από τους εφήβους και τους ενήλικες, αλλά όταν έχουμε να κάνουμε με έναν τόσο μεταδοτικό ιό καταλαβαίνετε ότι όσο μικρή και να είναι η πιθανότητα νοσηλείας, εισαγωγής στη ΜΕΘ και θανάτου, όσο αυξάνονται τα κρούσματα σε αυτές τις ηλικίες θα έχουμε και παιδιά στα νοσοκομεία.
*Η Άρτεμις Κ. Τσίτσικα είναι αναπλ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, Επιστ. Υπεύθυνη Μονάδας Εφηβικής Υγείας (ΜΕΥ), Β΄ Παιδιατρική Κλινική Παν/μίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», Διευθύντρια ΠΜΣ «Στρατηγικής Αναπτυξιακής & Εφηβικής Υγείας» ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής (Ε.Ε.Ε.Ι.)