Η αντίδραση της κυβέρνησης της Αυστραλίας μετά τις αποκαλύψεις για σεξουαλικές επιθέσεις «δεν στάθηκαν στο ύψος της κατάστασης», κατήγγειλαν την Τετάρτη (9/2) δύο γνωστές ακτιβίστριες κατά της σεξουαλικής βίας, κάνοντας λόγο για «άστοχες δηλώσεις» και «λόγια του αέρα» από την πλευρά του Αυστραλού πρωθυπουργού Σκοτ Μόρισον.
Μια πρώην συνεργάτιδα της κυβέρνησης, η Μπρίτανι Χίγκινς, η καταγγελία της οποίας ότι έπεσε θύμα βιασμού στο γραφείο υπουργού στο κοινοβούλιο είχε προκαλέσει διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα πέρυσι, εκτίμησε ότι «πολύ λίγα πράγματα άλλαξαν» από τότε που κατέθεσε δημοσίως για τα όσα της συνέβησαν.
Στη διάρκεια ομιλίας της η Χίνγκινς δήλωσε ότι η αντίδραση του Μόρισον, ο οποίος αναφέρθηκε στις κόρες και τη σύζυγό του, ήταν «σοκαριστική και κάποιες φορές, πρέπει να το παραδεχθούμε, λίγο προσβλητική».
«Δεν ήθελα τη συμπάθειά του ως πατέρα. Ήθελα να χρησιμοποιήσει την εξουσία του ως πρωθυπουργός», τόνισε.
Η συζήτηση στην Αυστραλία για τη σεξουαλική βία δεν έχει προχωρήσει πέρα «από την ανταλλαγή προσβλητικών και άστοχων δηλώσεων και ενός μίγματος λόγων του αέρα», πρόσθεσε η Χίγκινς.
Η Γκρέις Τέιμ, που έπεσε θύμα σεξουαλικής βίας όταν ήταν παιδί και η οποία εξελέγη «Αυστραλή της χρονιάς» το 2021, συμφώνησε με τη Χίγκινς.
«Αν οι ηγέτες μας δεν αναλάβουν την πλήρη ευθύνη των ελλείψεών τους, αυτή η κουλτούρα ανεκτικότητας απέναντι στις κακοποιήσεις θα εξακολουθήσει να υφίσταται στο κοινοβούλιο, δημιουργώντας μια κανονικότητα και για την υπόλοιπη χώρα», κατήγγειλε.
Οι μαρτυρίες των δύο γυναικών είχαν αποτελέσει αφορμή για να ξεκινήσει συζήτηση στην Αυστραλία για το θέμα, αλλά και πολλές κυβερνητικές έρευνες.
Μία από αυτές, η έκθεση Jenkins που εκτείνεται σε 450 σελίδες, αποκάλυψε ότι ένας στους τρεις που εργάζονται αυτή την περίοδο στο κοινοβούλιο της Αυστραλίας αλλά και σε άλλες υπηρεσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης έχει πέσει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας.
Απευθυνόμενος στο κοινοβούλιο την Τετάρτη (9/2) ο Μόρισον ερωτήθηκε για τις προόδους που έχει κάνει στο θέμα η κυβέρνηση του. Ο ίδιος επικαλέστηκε, μεταξύ άλλων μέτρων, ένα δεκαετές σχέδιο που καταρτίζεται.
Όμως η Χίγκινς δήλωσε ότι «οι στόχοι του σχεδίου είναι τόσο υψηλοί και τόσο ασαφείς που είναι αδύνατο κάποιος να τους αμφισβητήσει, αλλά παράλληλα και να τους εξετάσει».
Η Τέιμ από την πλευρά της ζήτησε να αυξηθεί η χρηματοδότηση για τη σεξουαλική εκπαίδευση στα σχολεία, ώστε οι μαθητές να μάθουν την έννοια της συναίνεσης.