Υποψήφιος για δεύτερη φορά θα είναι συντηρητικός πρωθυπουργός της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι, στις εκλογές που θα διεξαχθούν στο τέλος της χρονιάς, παρά τις επικρίσεις που δέχεται μέσα από το κόμμα του, το οποίο έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση εξαιτίας της ανάδυσης νέων σχηματισμών.
«Θέλω να ξαναπροσπαθήσω να είμαι υποψήφιος και να ξαναπροσπαθήσω να είμαι επικεφαλής της κυβέρνησης», ανακοίνωσε στο δημόσιο ραδιοσταθμό RNE ο συντηρητικός Μαριάνο Ραχόι, ο οποίος δεν είχε δηλώσει ως τώρα τόσο ανοικτά ότι σκοπεύει να είναι και πάλι υποψήφιος. Αρχηγός του δεξιού Λαϊκού Κόμματος (PP), ο Ραχόι βρίσκεται στην εξουσία από το τέλος του 2011.
Πολυάριθμα εκλογικά ραντεβού σηματοδοτούν το 2015 στην Ισπανία: οι ψηφοφόροι καλούνται στις κάλπες στις 24 Μαΐου για τις δημοτικές εκλογές και τις μερικές περιφερειακές εκλογές και στη συνέχεια το Σεπτέμβριο στην Καταλωνία για να εκλέξουν το περιφερειακό κοινοβούλιο, πριν από τις βουλευτικές εκλογές, οι οποίες προβλέπονται «για το τέλος της χρονιάς», υπενθύμισε.
Η εκκίνηση αυτής της εκλογικής χρονιάς έγινε στις 22 Μαρτίου στην Ανδαλουσία, με τις πρόωρες περιφερειακές εκλογές στις οποίες το PP κατέρρευσε. Η Ανδαλουσία είναι η ισπανική περιφέρεια με τον μεγαλύτερο πληθυσμό και «φέουδο» των σοσιαλιστών.
Το PP ήρθε δεύτερο με 26,7% των ψήφων, πίσω από τους σοσιαλιστές (35,4%). Ακολούθησαν το κόμμα Podemos που τάσσεται κατά της λιτότητας (14,8%) και ο κεντροδεξιός σχηματισμός Ciudadanos (9,2%).
Ο Ραχόι είχε εμπλακεί προσωπικά στην προεκλογική εκστρατεία και γι’ αυτό οι επικρίσεις εναντίον του ήταν εντονότερες.
Την παραμονή μιας σημαντικής συνάντησης των στελεχών του κόμματός του, υποστήριξε πως το PP παραμένει «ενωμένο», παρά τις φήμες για διενέξεις που τροφοδοτήθηκαν απ’ αυτή την εκλογική οπισθοχώρηση.
Παρά την οικονομική ανάκαμψη της Ισπανίας, ορισμένοι συντηρητικοί βουλευτές φοβούνται ότι θα πληρώσουν με τη σειρά τους το τίμημα για τα μέτρα λιτότητας που αποφασίσθηκαν από την κυβέρνηση.
Η διαχείριση της κρίσης υποχρέωσε τη δεξιά «να πάρει δύσκολες αποφάσεις», παραδέχθηκε τη Δευτέρα ο Ραχόι. Αυτό «επιφέρει λογικά φθορά και πολιτικό κόστος» πρόσθεσε.