Πρόθυμη θα ήταν η Συρία να φιλοξενήσει στα λιμάνια της μια μεγαλύτερη ρωσική στρατιωτική δύναμη, δήλωσε σήμερα ο πρόεδρος της χώρας Μπασάρ αλ Άσαντ, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε οκτώ ρωσικά μέσα ενημέρωσης και η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα μέσω του επίσημου συριακού πρακτορείου ειδήσεων Sana.
«Χαιρετίζουμε κάθε αύξηση της ρωσικής παρουσίας στην ανατολική Μεσόγειο και ιδίως στα παράλια και τα λιμάνια της Συρίας», είπε ο Άσαντ.
Η Ρωσία διαθέτει μια στρατιωτική βάση στο λιμάνι της Ταρτούς, 220 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Δαμασκού. Ιδρύθηκε με μια συμφωνία του 1971 μεταξύ της Συρίας και της πρώην ΕΣΣΔ και χρησιμοποιείται σήμερα για τον τεχνικό ανεφοδιασμό των ρωσικών πολεμικών πλοίων στην ανατολική Μεσόγειο.
«Η ρωσική παρουσία σε πολλές περιοχές του κόσμου, στην ανατολική Μεσόγειο και ιδίως στο λιμάνι της Ταρτούς είναι αναγκαία ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία που χάθηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Εμείς θεωρούμε ότι όσο μεγαλύτερη είναι η παρουσία αυτή στη γειτονιά μας, τόσο το καλύτερο για την ασφάλεια της περιοχής αυτής», συνέχισε ο Άσαντ.
Ο Βίκτορ Οζέροφ, ο πρόεδρος της Επιτροπής Άμυνας του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας —της ρωσικής Γερουσίας— δήλωσε πάντως ότι η Ρωσία δεν σκοπεύει να οικοδομήσει μια «κανονική στρατιωτική βάση» στην Ταρτούς, για να αποφύγει την κλιμάκωση της συριακής κρίσης. «Στην παρούσα κατάσταση κάτι τέτοιο θα ωθούσε ορισμένες πλευρές, κυρίως της αντιπολίτευσης, στην κλιμάκωση της έντασης. Όμως σε καιρό ειρήνης, προφανώς θα εξετάζαμε τις προοπτικές μιας στρατιωτικής και τεχνικής συνεργασίας και ιδίως την κατασκευή μιας κανονικής στρατιωτικής βάσης», πρόσθεσε.
Τη δεκαετία του 1950 η Μόσχα και η Δαμασκός σύναψαν μια σειρά από συμφωνίες στρατιωτικής και οικονομικής συνεργασίας. Το 1983 η τότε Σοβιετική Ένωση διέθετε πολλές βάσεις πυραύλων στη Συρία καθώς και 6.000 στρατιωτικούς συμβούλους. Την κατάρρευση της ΕΣΣΔ ακολούθησε μια περίοδος αβεβαιότητας στις ρωσοσυριακές σχέσεις, μέχρι που ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν εξέφρασε ρητά την υποστήριξή του στον Σύρο σύμμαχό του.
Από τις 6 μέχρι τις 9 Απριλίου η Ρωσία θα φιλοξενήσει έναν δεύτερο γύρο συνομιλιών μεταξύ εκπροσώπων της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης της Συρίας, με σκοπό την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης στην κρίση.
Ο ρόλος της Ρωσίας περιορίζεται «στη διευκόλυνση του διαλόγου, όχι στην επιβολή ιδεών», είπε ο Άσαντ. Πάντως, ο Συνασπισμός της αντιπολίτευσης που στηρίζεται από τη Δύση και την Τουρκία έχει αρνηθεί να συμμετάσχει στις συνομιλίες αυτές, μια απόφαση που κατά τον Άσαντ οφείλεται στις πιέσεις που ασκούνται έξωθεν στην αντιπολίτευση.
«Η εξεύρεση μιας λύσης δεν είναι αδύνατη, αν ο συριακός λαός καθίσει κάτω και συζητήσει» επέμεινε ο Άσαντ, κατηγορώντας τις δυτικές χώρες, ιδίως τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Βρετανία, ότι δεν επιθυμούν μια πολιτική λύση για τη Συρία. «Για αυτούς, πολιτική λύση σημαίνει την αλλαγή ή την ανατροπή της εξουσίας και την αντικατάστασή της με μια εξουσία που θα τους βολεύει», υπογράμμισε.