Περισσότεροι από 400.000 διαδηλωτές, σύμφωνα με την αστυνομία του Μπουένος Άιρες, πραγματοποίησαν σιωπηρή πορεία διαμαρτυρίας αψηφώντας τη βροχή ενάντια στην πρόεδρο της Αργεντινής Κριστίνα Κίρχνερ.
Η διαμαρτυρία έγινε ένα μήνα μετά το θάνατο του εισαγγελέα Αλμπέρτο Νίσμαν, ο οποίος κατηγορούσε την Κίρχνερ ότι παρεμπόδιζε την έρευνα για την επίθεση εναντίον κέντρου της εβραϊκής κοινότητας στο Μπουένος Άιρες το 1994.
Η μητροπολιτική αστυνομία τελεί υπό τη διοίκηση του δήμου του Μπουένος Άιρες, του οποίου ηγείται ο Μαουρίτσιο Μάκρι, μεγάλος αντίπαλος της Κίρχνερ.
Το πλήθος, κάτω από τις ομπρέλες, κυρίως ζευγάρια και ηλικιωμένοι από τη μεσαία και την ευκατάστατη τάξη ανταποκρίθηκαν στην έκκληση έξι εισαγγελέων για την πραγματοποίηση της ειρηνικής πορείας από το Κογκρέσο έως την Πλατεία Μαΐου, όπου είναι η έδρα της προεδρίας, κρατώντας πανό που έγραφε «Φόρος τιμής στον εισαγγελέα Αλμπέρτο Νίσμαν» και πλακάτ με συνθήματα όπως «Αλήθεια», «Δικαιοσύνη», «Είμαι και εγώ Νίσμαν». Ανάμεσα στους διαδηλωτές ήταν η πρώην σύζυγος του εισαγγελέα, η δικαστής Σάντρα Αρόγιο Σαλγάντο και οι δύο κόρες τους 15 και 7 ετών.
Και σε άλλες πόλεις της Αργεντινής και σε πρωτεύουσες ανά τον κόσμο πραγματοποιήθηκαν συγκεντρώσεις. Η κυβέρνηση χαρακτήρισε «δικαστικό πραξικόπημα» την κινητοποίηση που δεν είχε πολιτικό κίνητρο, ενώ δήλωσε ότι οι κατηγορίες του εισαγγελέα Νίσμαν είχαν στόχο την εμπλοκή της χώρας στη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή.
«Σας ζητώ να ανοίξετε καλά τα μάτια. Δεν μιλώ για συνωμοσία αλλά πρόκειται για έναν κόσμο γεωπολιτικών συμφερόντων», δήλωσε η πρόεδρος Κίρχνερ σε παρέμβασή της που μεταδόθηκε από την τηλεόραση πριν από τη διαδήλωση.
Παράλληλα σήμερα ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι παρακολουθεί την κατάσταση στην Αργεντινή. Εκπρόσωπος δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον εκφράζει ανησυχία για θέματα που αφορούν το κράτος δικαίου και τη δικαιοσύνη που αποκαλύφθηκαν μετά τον θάνατο του Νίσμαν. Οι πολίτες της Αργεντινής αμφισβητούν εδώ και καιρό την τήρηση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.
Ήδη η ιστορία της χώρας στιγματίστηκε από τη δολοφονία χιλιάδων πολιτών στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας την περίοδο 1976-1983. Στις τρεις δεκαετίες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, οι πολίτες έχουν κουραστεί από τα σκάνδαλα των δωροδοκιών και την προφανή ατιμωρησία υψηλόβαθμων αξιωματούχων και μεγιστάνων του επιχειρηματικού χώρου.
Η επίθεση με παγιδευμένο αυτοκίνητο τον Ιούλιο του 1994 εναντίον του εβραϊκού κέντρου ΑΜΙΑ στο Μπουένος Άιρες, στην οποία σκοτώθηκαν 85 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 300, είναι η αιτία αυτής πολιτικο-δικαστικής υπόθεσης. Ο εισαγγελέας Νίσμαν που ανέλαβε την υπόθεση το 2004, δεν άργησε να κατηγορήσει το Ιράν ότι βρίσκεται πίσω από την επίθεση. Η Τεχεράνη απορρίπτει κάθε εμπλοκή στην υπόθεση.
Λίγο πριν βρεθεί νεκρός στις 18 Ιανουαρίου στο μπάνιο του διαμερίσματός του, με μια σφαίρα στο κεφάλι και ένα όπλο στο χέρι, ο Νίσμαν είχε κατηγορήσει την πρόεδρο Κίρχνερ και τον υπουργό Εξωτερικών Έκτορ Τίμερμαν για παρακώλυση της έρευνάς του. Τους κατηγορούσε ότι κάλυπταν τους ύποπτους Ιρανούς με αντάλλαγμα επιχειρηματικά συμβόλαια. Στις 19 Ιανουαρίου επρόκειτο να παρουσιάσει τις αποδείξεις των όσων δήλωνε ενώπιον του Κογκρέσου.
Οι υποστηρικτές της κυβέρνησης αμφισβητούν την εκδοχή αυτή και καταγγέλλουν τις σχέσεις μεταξύ του Νίσμαν και ενός αξιωματούχου των μυστικών υπηρεσιών, του Αντόνιο Χάιμε Στιούσο, τον οποίο είχε απομακρύνει από τη θέση του η Κίρχνερ, τον Δεκέμβριο.
Η Φερνάντες χαρακτήρισε την κατηγορία «παράλογη» και έκανε λόγο για αδίστακτους πράκτορες της κρατικής ασφάλειας που είχαν παραπλανήσει την έρευνα του Νίσμαν και στη συνέχεια τον σκότωσαν, με στόχο να την βλάψουν. «Ουδεμία απόδειξη υπάρχει ότι η πρόεδρός μας ή ο υπουργός Εξωτερικών ή οποιοσδήποτε άλλος προσέφερε ασυλία στους δράστες της επίθεσης», δήλωσε ο πρώην εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Λουίς Μορένο Οκάμπο.
Η έρευνα για τον θάνατο του Νίσμαν στρέφεται προς την εκδοχή αυτοκτονίας, αφήνοντας όμως τη συντριπτική πλειοψηφία των Αργεντινών να δυσπιστεί, χωρίς ωστόσο να είναι γνωστό ποιος ή πως το σκότωσε.