Σε ηλικία 92 ετών άφησε την τελευταία του πνοή ο Βραζιλιάνος αρχιτέκτονας Πάουλου Μέντζις ντα Χόσα.
Η αιτία του θανάτου του δεν διευκρινίστηκε από την οικογένειά του, η οποία επιβεβαίωσε τον θάνατό του. Το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας της Βραζιλίας απέτισε σε ανακοίνωσή του φόρο τιμής σ’ έναν «τολμηρό εικονοκλάστη».
Γεννημένος το 1928 στη Βιτόρια, στην πολιτεία Εσπίριτου Σάντου (νοτιοανατολικά), άρχισε τη σταδιοδρομία του το 1955, αλλά δεν αναγνωρίστηκε στο εξωτερικό παρά πολύ αργότερα, από τη δεκαετία του 2000 και μετά, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ.
Στο Σάο Πάολο, τη μεγαλύτερη μεγαλούπολη της Λατινικής Αμερικής, υπέγραψε τα πιο εμβληματικά του έργα, ιδίως την ανακαίνιση της Πινακοθήκης και του Μουσείου της Πορτογαλικής γλώσσας.
Εκτός Βραζιλίας, δική του σύλληψη ήταν η νέα έδρα του Μουσείου των Αμαξών στη Λισαβόνα, υπερσύγχρονος χώρος ο οποίος εγκαινιάστηκε το 2015.
Το 2006, έγινε ο δεύτερος Βραζιλιάνος ο οποίος έλαβε το βραβείο Pritzker, μετά τον θρυλικό Όσκαρ Νιμάγερ, τον πατέρα της Μπραζίλιας, της φουτουριστικής πρωτεύουσας της Βραζιλίας, στον οποίο είχε δοθεί το 1988. Το εν λόγω βραβείο θεωρείται ισότιμο με το Νόμπελ στον τομέα.
Τιμήθηκε και με άλλες σημαντικές διακρίσεις, όπως το Praemium Imperiale, το ιαπωνικό βραβείο που χαρακτηρίζεται το «Νόμπελ των τεχνών», το 2016, ή το χρυσό μετάλλιο του RIBA (Royal Institute of British Architects) το 2017.