Ο Άρμιν Λάσετ έχει μπροστά του πέντε μήνες για να αποδείξει ότι είχε δίκιο που επέμενε να ηγηθεί μιας από τις κρισιμότερες προεκλογικές εκστρατείες της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU). Αν και ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά, επικρατώντας στη μάχη για το χρίσμα, όλοι τον θεωρούν ήδη χαμένο. Και στη μάχη που άρχισε χθες με ορίζοντα την 26η Σεπτεμβρίου, έχει κυρίως απρόθυμους υποστηρικτές που απλώς θα ποιήσουν την ανάγκη φιλοτιμία.
«Απαξιωμένο κατεστημένο»
Πριν από τρεις μήνες, ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας αναδείχθηκε αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, του μεγαλύτερου σήμερα στην Γερμανία, στην εξουσία αδιάλειπτα από το 2005. Η Frankfurter Allgemeine Zeitung έκανε τότε λόγο περί «νίκης του απαξιωμένου κατεστημένου», καθώς ο Άρμιν Λάσετ καταποντιζόταν συνεχώς στις δημοσκοπήσεις, με την κοινή γνώμη να δείχνει ότι προτιμούσε ξεκάθαρα τον αντίπαλό του Φρίντριχ Μερτς. Την απόφαση ωστόσο δεν έλαβε η κοινή γνώμη, ή έστω η βάση του κόμματος, αλλά οι 1.001 σύνεδροι, για τους οποίους μάλλον μέτρησαν περισσότερο οι δικές τους ανασφάλειες, μπροστά σ’ έναν αρχηγό – οδοστρωτήρα που διαλαλούσε ότι «ήθελε να τα αλλάξει όλα», παρά ο κόσμος. Οι κομματικοί μηχανισμοί θριάμβευσαν. O κ. Λάσετ, ο «αιώνια υποτιμούμενος» της πολιτικής, όπως τον περιγράφει το περιοδικό Spiegel, έμεινε για μια ακόμη φορά όρθιος.
Αν τον Ιανουάριο η εκλογή του αρχηγού ήταν σε τελευταία ανάλυση υπόθεση 1.001 προσώπων, η επιλογή του υποψήφιου καγκελάριου ήταν ζήτημα 46 κορυφαίων στελεχών του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Η αδυναμία του Άρμιν Λάσετ και του Μάρκους Ζέντερ, του αρχηγού των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) της Βαυαρίας, να συνεννοηθούν μεταξύ τους και να συμφωνήσουν προκειμένου ο ένας από τους δύο να αναδειχθεί υποψήφιος καγκελάριος, εξελίχθηκε σε επικίνδυνη φάρσα που τραυμάτισε βαθιά την – όποια – ενότητα των αδελφών κομμάτων. Από τη μια πλευρά, ο αρχηγός του CDU που θεωρούσε ότι το μεγαλύτερο κόμμα «δικαιούται» να ορίσει τον υποψήφιο καγκελάριο, από την άλλη ο αρχηγός του CSU που ενθαρρυνόταν από τις δημοσκοπήσεις που τον ήθελαν να προηγείται συντριπτικά του αντιπάλου του και στη μέση οι χριστιανοδημοκράτες βουλευτές, οι οποίοι όλη μέρα υπολογίζουν πόσοι θα χάσουν τη δουλειά τους την 26η Σεπτεμβρίου, αν η Χριστιανική Ένωση χάσει δυνάμεις ή αν – ακόμη χειρότερα – ηττηθεί. Οι τελευταίοι έβλεπαν τον κ. Ζέντερ ως σανίδα σωτηρίας κι ήταν έτοιμοι ακόμη και να γυρίσουν την πλάτη στον αρχηγό τους.
«Εκβιασμός»
Όμως ο Άρμιν Λάσετ μπορεί να είναι αντιδημοφιλής, αλλά δεν είναι αφελής. Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, έκανε ό,τι μπορούσε προκειμένου να αποτρέψει το ενδεχόμενο η απόφαση για το χρίσμα να παραπεμφθεί στην Κοινοβουλευτική Ομάδα ή στις τοπικές κομματικές οργανώσεις. Στο τέλος, την απόφαση την έλαβαν τα 46 μέλη του προεδρείου του CDU. «Προτείνετέ με ή με χάνετε και από αρχηγό» και θα πρέπει να εκλεγεί νέος: αυτός ήταν ο «εκβιασμός», σύμφωνα με το Spiegel, και εκ του αποτελέσματος, είναι σαφές ότι ήταν επιτυχής: ο Άρμιν Λάσετ είναι υποψήφιος Καγκελάριος, «με τον οίκτο του Ζέντερ».
Η έκκληση που απηύθυνε ο κ. Λάσετ για ενότητα, αφού ο Μάρκους Ζέντερ είχε εγκαταλείψει τις δικές του φιλοδοξίες, ακούστηκε λογική, αλλά για την ώρα πολύ θεωρητική. Το ίδιο και τα καλά λόγια για τον πρώην αντίπαλό του, τον οποίο δήλωσε αποφασισμένος να συμβουλεύεται «ακόμη και δύο φορές την ημέρα» το προσεχές διάστημα. «Η δική του δουλειά είναι τώρα να αποδείξει πως μπορεί να ενώσει τα κόμματα», του «απάντησε» ο Τίλμαν Κουμπάν, αρχηγός της Νεολαίας του CDU, η οποία είχε ταχθεί, χωρίς περιστροφές, υπέρ του Μάρκους Ζέντερ.
Όχι πια μόνο φίλοι
Την ίδια ώρα, το νέο αντίπαλο δέος, οι Πράσινοι, των οποίων πλέον την ανάσα νοιώθει έντονα η Ένωση στις δημοσκοπήσεις, φέρθηκαν με ακριβώς τον αντίθετο τρόπο για την ανάδειξη του δικού τους υποψήφιου Καγκελάριου. Οι δύο αρχηγοί, Αναλένα Μπέρμποκ και Ρόμπερτ Χάμπεκ, συνεννοήθηκαν μεταξύ τους αθόρυβα, ενωτικά και απρόσκοπτα. Ο κ. Χάμπεκ όχι μόνο έδωσε το προβάδισμα στην συμπρόεδρό του, αλλά απηύθυνε και επιστολή προς τα μέλη του κόμματος εξηγώντας τους γιατί είναι η καταλληλότερη υποψήφια.
Αφήνοντας κατά μέρος όμως ζητήματα εικόνας και συμπεριφοράς, ο Άρμιν Λάσετ θα πρέπει σύντομα να εμφανιστεί με θέσεις που όχι μόνο θα ενώσουν το κόμμα του, αλλά και θα δίνουν απαντήσεις στα προβλήματα της χώρας. Χθες δήλωσε ότι μετά το τέλος της «εποχής Μέρκελ», δεν μπορούν να αφεθούν τα πράγματα «ως έχουν». Ωστόσο, σε κάθε ευκαιρία τονίζει ότι σκοπεύει να υπερασπιστεί τον φυσικό χώρο του CDU, το κέντρο. Το 2015 στήριξε σθεναρά την προσφυγική πολιτική που εφάρμοσε η Άγγελα Μέρκελ, αλλά το 2017 η προεκλογική του καμπάνια εστιάστηκε σε θέματα εσωτερικής ασφάλειας και κατάχρησης ασύλου. Παλαιότερα, όταν ακόμη ήταν υπουργός Ενσωμάτωσης στην Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία, είχε «κερδίσει» τα παρατσούκλια «τουρκοΆρμιν» ή «Άρμιν Πασάς», λόγω της φιλελεύθερης στάσης του απέναντι στους μετανάστες, ενώ το 2014 δέχτηκε δριμεία κριτική στην Γερμανία, όταν μέσω Twitter απευθύνθηκε στον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι, καταγγέλλοντας ότι η Αμερική στήριζε το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Νούσρα κατά του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία.
Γενικότερα, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, οι θέσεις του για τα μεγάλα θέματα της χώρας, τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, την κλιματική αλλαγή, τον διεθνή εμπορικό ανταγωνισμό, υπαγορεύονταν μέχρι τώρα από καθαρά τοπικιστικά κριτήρια. Αντιστεκόταν στην πολιτική της καγκελαρίου για απολιγνιτοποίηση ακριβώς επειδή τα συμφέροντα της περιοχής του ήταν διαφορετικά, ενώ επαναλάμβανε συχνά ότι «οι πολιτικές για το κλίμα δεν πρέπει να οδηγήσουν την οικονομία σε ασφυξία». Ενδεχόμενη μετεκλογική συνύπαρξη με τους Πράσινους θα απαιτήσει, προφανώς, μεγάλες αμοιβαίες παραχωρήσεις – μεταξύ άλλων, επειδή κατά τη χθεσινή, πρώτη εμφάνισή του με τη νέα του ιδιότητα, έσπευσε να υπενθυμίσει ότι μετά την πανδημία του νέου κορονοϊού πρέπει να συμμαζευτούν τα δημοσιονομικά.
Πρώην δημοσιογράφος, βουλευτής, ευρωβουλευτής, κρατιδιακός υπουργός και πρωθυπουργός του πολυπληθέστερου κρατιδίου της Γερμανίας, της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, ο Άρμιν Λάσετ υπερηφανευόταν ως πρότινος ότι έχει αποκτήσει μόνο φίλους. Μετά τη διαδικασία ανάθεσης του χρίσματος ωστόσο, μάλλον δεν μπορεί να ισχυρίζεται ακόμη το ίδιο. Οι «εχθροί» βρίσκονται πλέον στο ίδιο του το στρατόπεδο.
Και θα περιμένουν μόνο μέχρι την 26η Σεπτεμβρίου.