Το «πράσινο φως» για το άνοιγμα πολλών δραστηριοτήτων, όπως των καταστημάτων, των μουσείων και των υπαίθριων αθλητικών εγκαταστάσεων αποφάσισε η κυβέρνηση της Ελβετίας. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή θα γίνει με έναν «προσεκτικό και σταδιακό» τρόπο.
Από την 1η Μαρτίου, τα καταστήματα, τα μουσεία και οι αίθουσες ανάγνωσης στις βιβλιοθήκες θα μπορούν να ανοίξουν ξανά, όπως και οι υπαίθριες αθλητικές εγκαταστάσεις και χώροι αναψυχής, καθώς και οι εξωτερικοί χώροι ζωολογικών και βοτανικών κήπων, ανακοίνωσε το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.
Ωστόσο, ο αριθμός των πελατών πρέπει να είναι περιορισμένος μέσα στα καταστήματα και τα εμπορικά κέντρα.
Σε εξωτερικούς χώρους, οι συναντήσεις σε οικογενειακό κύκλο και μεταξύ φίλων καθώς και οι πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες έως και 15 ατόμων θα επιτραπούν εκ νέου (έναντι 5 που είναι σήμερα). Από την 1η Μαρτίου, θα είναι και πάλι δυνατή η συμμετοχή σε παιδικές και νεανικές χορωδίες.
Οι συναυλίες επιτρέπονται χωρίς κοινό, οι διαδηλώσεις θα συνεχίσουν να απαγορεύονται.
Εάν η κατάσταση εξελιχθεί ευνοϊκά και η εμβολιαστική κάλυψη αυξηθεί, περαιτέρω χαλάρωση των μέτρων θα εξακολουθεί να είναι δυνατή στις 22 Μαρτίου, και θα αφορά συγκεκριμένα τις αθλητικές δραστηριότητες σε κλειστούς χώρους, την τηλεργασία (επί του παρόντος είναι υποχρεωτική όταν το επιτρέπει το είδος της εργασίας) και την αναψυχή στις βεράντες των εστιατορίων.
Λιγότερο πληγείσα από το πρώτο κύμα, η Ελβετία είχε χαλαρώσει νωρίτερα τα υγειονομικά μέτρα. Αλλά, με την έκρηξη λοιμώξεων το φθινόπωρο, η χώρα χρειάστηκε να κλείσει από τις 22 Δεκεμβρίου τις καφετέριες, τα εστιατόρια, τα πολιτιστικά, αθλητικά και ψυχαγωγικά κέντρα, και στη συνέχεια τα καταστήματά της με μη απαραίτητα είδη στα μέσα Ιανουαρίου.
Η επιδημιολογική κατάσταση παραμένει «εύθραυστη», σύμφωνα με την κυβέρνηση και όπως μεταφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, με τις πιο μεταδοτικές παραλλαγές που εξαπλώνονται.
Οι υγειονομικές Αρχές έχουν καταγράψει μέχρι σήμερα περισσότερα από 552.000 κρούσματα και περισσότερους από 9.200 θανάτους στην Ελβετία και το γειτονικό Λιχτενστάιν από τότε που ξέσπασε η πανδημία, τον Φεβρουάριο του 2020. Σχεδόν 173.000 άνθρωποι έχουν λάβει τις δύο δόσεις του εμβολίου κατά του κορονοϊού στη χώρα, η οποία, όπως και άλλες, αντιμετώπισε προβλήματα στις παραδόσεις των εμβολίων.