Το Cecil Hotel αποτελεί δημοφιλές ορόσημο στην καρδιά του Λος Άντζελες, το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό για μια περίεργη σειρά ανεξήγητων θανάτων και αυτοκτονιών που σημειώθηκαν σε αυτό από το 1927 όποτε και πρωτολειτούργησε.
Συνολικά 16 άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους στις εγκαταστάσεις του από μη φυσικά αίτια, υποθέσεις που φαίνεται να παίρνουν και πάλι το φως της δημοσιότητας μέσα από τη νέα σειρά του Netflix που κάνει πρεμιέρα στις 10 Φεβρουαρίου. Με τίτλο «Crime Scene: The Vanishing at the Cecil Hotel», ο πρώτος κύκλος της σειράς επικεντρώνεται στην εξαφάνιση της 21χρονης Καναδής τουρίστριας Elisa Lam, το πτώμα της οποίας βρέθηκε σε αποσύνθεση μέσα στις δεξαμενές της ταράτσας του ξενοδοχείου το 2013.
Τι ήταν, ωστόσο, αυτό που κέντρισε τους ιθύνοντες του Netflix ώστε να εστιάσουν στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο; Η ανατριχιαστική ιστορία του σίγουρα συγκαταλέγεται ανάμεσα στους λόγους.
Το Cecil είναι γνωστό και ως «Ξενοδοχείο Θανάτου», ενώ φημίζεται για την ιδιαιτέρως «σκοτεινή» ατμόσφαιρά του, η οποία, κατά πολλούς, έχει μεγάλο μερίδιο στις αυτοκτονίες και τα διάφορα εγκλήματα που έχουν λάβει χώρα σε αυτό.
Σύμφωνα με τη Daily Mail τουλάχιστον έξι άτομα αυτοκτόνησαν στο ξενοδοχείο μόνο τη δεκαετία του 1930 -οι δύο από κατάποση δηλητηρίου, ο ένας αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι και οι υπόλοιποι πήδηξαν από το παράθυρο στο κενό. Μία έφηβη μαμά πέταξε το νεογέννητο μωρό της έξω από το παράθυρο μετά τον τοκετό το 1944, ενώ ο Pigeon’ Goldie Osgood, ένας συνταξιούχος τηλεφωνητής βρέθηκε βιασμένος, στραγγαλισμένος και μαχαιρωμένος μέχρι θανάτου στο ξενοδοχείο το 1964.
Από τους πιο διαβόητους επισκέπτες του ξενοδοχείου ήταν ο serial killer Ρίτσαρντ Ραμίρεζ γνωστός και ως «The Night Stalker», ο οποίος σκότωσε 13 άτομα στην Καλιφόρνια στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και έζησε σε ένα δωμάτιο στον 14ο όροφο του ξενοδοχείου το 1985 πριν τον συλλάβουν.
Εντωμεταξύ, ο αυστριακός δολοφόνος Jack Unterweger εργαζόταν ως δημοσιογράφος που κάλυπτε τα εγκλήματα του Ραμίρεζ στο Λος Άντζελες για ένα αυστριακό περιοδικό όταν έκανε check in στο ξενοδοχείο το 1991. Κατά την διάρκεια της διαμονής του σε αυτό σκότωσε τρεις εργαζόμενες στη βιομηχανία του σεξ.
Το ξενοδοχείο χτίστηκε το 1924 κοστίζοντας 1,5 εκατομμύριο δολάρια, ενώ διακρινόταν για το πολυτελές μαρμάρινο λόμπι με τα βιτρό παράθυρα και τα αλαβάστρινα αγάλματα, και διέθετε συνολικά 700 δωμάτια. Οι τρεις ιδιοκτήτες του επένδυσαν συνολικά 2,5 εκατομμύρια δολάρια στο νέο αυτό πρότζεκτ με την πεποίθηση ότι θα κέρδιζαν πολλά περισσότερα. Μέσα σε πέντε χρόνια από το άνοιγμα του ξενοδοχείου, ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες βυθίστηκαν στη Μεγάλη Ύφεση. Και ενώ το ξενοδοχείο μέχρι τη δεκαετία του ’40 άνθισε ως μοντέρνος προορισμός, αργότερα άρχισε να παρακμάζει.
Σε αυτό συνέβαλε και η κοντινή περιοχή γνωστή ως Skid Row, η οποία γινόταν όλο και πιο πυκνοκατοικημένη, κυρίως από άστεγους. Μάλιστα, έως 10.000 άστεγοι ζούσαν σε ακτίνα τεσσάρων μιλίων από το ξενοδοχείο, το οποίο άρχισε να σχετίζεται με παραβατικούς ανθρώπους, εργαζόμενους στη βιομηχανία του σεξ αλλά και εγκληματίες. Ωστόσο, η φήμη του είχε ήδη μολυνθεί από κάποιους πρόωρους και ανεξήγητους θανάτους.
Το 2007 ένα τμήμα του ξενοδοχείου ανακαινίστηκε μετά την ανάληψη νέων ιδιοκτητών, ενώ το 2011 μετονομάστηκε σε Stay on Main και μετατράπηκε σε κάτι ενδιάμεσο μεταξύ ξενοδοχείου και ενοικιαζόμενων κατοικιών. Το 2014 το ξενοδοχείο πωλήθηκε στον ξενοδόχο της Νέας Υόρκης Richard Born για 30 εκατομμύρια δολάρια, ενώ λίγο αργότερα μια άλλη εταιρεία με έδρα τη Νέα Υόρκη, η Simon Baron Development, απέκτησε 99 χρόνια μίσθωσης επί του ακινήτου.