Η εμβολιαστική προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης δέχεται πυρά. Η στρατηγική της Κομισιόν για κοινή προμήθεια του εμβολίου από όλα τα κράτη κατηγορείται τώρα από πολιτικούς ηγέτες ως πολύ γραφειοκρατική, περιοριστική και πολύ αργή, γράφει σε δημοσίευμά του το Politico.

Συγκεκριμένα, η απόφαση να δοθεί προτεραιότητα στην πρόσβαση έναντι της ταχύτητας και στην αλληλεγγύη αντί να δοθεί περιθώριο ελιγμών στις κυβερνήσεις έχει δεχτεί επικρίσεις και κατηγορηθεί πως καθυστέρησε την απάντηση στην πανδημία του κορονοϊού.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η στρατηγική εμβολιασμού της ΕΕ που υποτίθεται πως θα αποτελούσε μια ισχυρή ένδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και μια ηθική θέση απέναντι στον «εμβολιαστικό εθνικισμό» του Τραμπ είχε ως αποτέλεσμα να μείνει η ΕΕ πίσω από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ στο θέμα των εμβολίων.

Οι χώρες της ΕΕ έμειναν μαζί καθώς ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο ενέκριναν τα εμβόλια και άρχισαν τους εμβολιασμούς πιο γρήγορα. Το αποτέλεσμα: πιο χαμηλές τιμές, μεγαλύτερη ευθύνη για τους παρασκευαστές των εμβολίων και εμβόλια για όλη την ΕΕ. Αλλά και καθυστερήσεις στις παραδόσεις και αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη.

Στο μακροσκελές δημοσίευμα σημειώνεται, μεταξύ άλλων, πως τους τελευταίους 10 μήνες στην παγκόσμια κούρσα των εμβολίων, η ΕΕ ήταν συχνά ένα ή δύο βήματα πίσω: Η κίνησή της να εξασφαλίσει δόσεις ήρθε μόνο μετά από προειδοποιήσεις ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μονοπωλήσουν τον εφοδιασμό. Η προσέγγισή της στην κανονιστική έγκριση άφησε τους πολίτες της πίσω από εκείνους των ΗΠΑ και του ΗΒ όσον αφορά τον εμβολιασμό τους – σε μια στιγμή που οι καθυστερήσεις μετρώνται με ανθρώπινες ζωές.

Για τις πιο πλούσιες χώρες της Ένωσης, ειδικά, το ερώτημα είναι αν οι ψηφοφόροι στο εσωτερικό τους θα αποφασίσουν ότι η αλληλεγγύη άξιζε την καθυστέρηση, αναφέρει το δημοσίευμα.

Η ΕΕ αποφάσισε να κινηθεί για την προμήθεια εμβολίων στις αρχές της περασμένης άνοιξης, μετά από μια συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ και της ομάδας του για τη διαχείριση της πανδημίας, με στελέχη μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών. Η συνάντηση στον Λευκό Οίκο προκάλεσε αίσθηση στην Ευρώπη και ειδικά τη Γερμανία, μετά από δημοσίευμα της Welt στις 15 Μαρτίου ότι ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ πρότεινε στην CureVac, μια γερμανική εταιρεία βιοτεχνολογίας, να διαθέσει αποκλειστικά σε Αμερικανούς το εμβόλιο που προσπαθούσε να παρασκευάσει για τον κορoνοϊό.

Μία μέρα μετά το δημοσίευμα η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο αντιπρόεδρος της ΕΤΕΠ, Αμπρουάζ Φαγιόλ είχαν μια τηλεδιάσκεψη με τους επικεφαλής της CureVac και ανακοίνωσαν στη συνέχεια σχέδια να της προσφέρουν έως και 80 δισ. ευρώ σε δάνεια, για να κάνει τις δοκιμές του εμβολίου και την παραγωγή του στην ΕΕ.

Οι φόβοι μήπως η ΗΠΑ μονοπωλήσουν τα εμβόλια και τα φάρμακα για την Covid-19 κυριάρχησαν στις συζητήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την επομένη, στην πρώτη από την έναρξη της πανδημίας τηλεδιάσκεψη των Ευρωπαίων ηγετών, μετά το πέρας της οποίας η Φον ντερ Λάιεν καυχήθηκε ότι έπεισε την CureVac να μείνει στην Ευρώπη, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα «πρωτοπόρο» στην έρευνα για τα εμβόλια για τον κορoνοϊό.

Η Ευρώπη όμως ήδη έχανε τον αγώνα για να εξασφαλίσει ένα εμβόλιο κατά του κορονοϊού: Η κυβέρνηση Τραμπ, μολονότι ο ίδιος υποβάθμιζε με τις δηλώσεις του την επικινδυνότητα του κορονοϊού, είχε ήδη ξεκινήσει τις επαφές με τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες.