Ο ιδρυτής του Ikea, ο σουηδός πολυεκατομμυριούχος Ίνγκβαρ Κάμπραντ, είπε ότι με την επιχείρησή του έκανε το καλό βοηθώντας ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν σε χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, σε μια από τις σπάνιες δημόσιες ομιλίες που εκφώνησε στη Στοκχόλμη.
Ο 88χρονος Κάμπραντ έκανε τη δήλωση αυτή χθες βράδυ όταν του απονεμήθηκε ο τίτλος του «καλύτερου σουηδού επιχειρηματία όλων των εποχών», όπως επελέγη από τους αναγνώστες της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας Svenska Dagbladet.
«Νιώθω κάπως αμήχανα όταν με ανακηρύσσουν τον καλύτερο. Κι αν αρκεστώ να πιστέψω ότι είμαι καλός, αυτό θα ήταν καταστροφικό για μένα», ήταν η αντίδρασή του, σύμφωνα με δηλώσεις του που δημοσιεύει η εφημερίδα.
Ο Κάμπραντ μίλησε για το ξεκίνημα της καριέρας του, όταν για παράδειγμα πωλούσε μια φορητή γραφομηχανή αντί 50 σουηδικών κορωνών (περίπου 5,50 ευρώ σήμερα).
«Εκείνη την εποχή ήδη στοχαζόμουν, όταν έβλεπα τους εξαθλιωμένους εργάτες στα κτήματα που δεν είχαν δικαίωμα να φάνε έξω αλλά μέσα στο στάβλο. Ήταν μια άλλη εποχή. Αλλά έμαθα ένα πράγμα: αν έπρεπε να πετύχω με κάποιες ιδέες μου και να γίνω επιχειρηματίας, δεν θα περιφρονούσα ποτέ τον φτωχό και ταπεινό κόσμο», σημείωσε.
«Και πιστέψτε με, αυτό αποτέλεσε τη βάση της αντίληψης της επιχείρησής μας. Και είμαι ευτυχής που μπορώ να πω ότι σήμερα υποστηρίζουμε τους φτωχούς σε όλο τον κόσμο, βοηθώντας τους να εξοικονομούν δισεκατομμύρια», δήλωσε.
Ο Κάμπραντ που κατάγεται από φτωχή οικογένεια και από μια κατά παράδοση φτωχή αγροτική περιοχή, ίδρυσε το 1943 το Ikea, πωλώντας αρχικά διάφορα μικροαντικείμενα. Η επιδίωξή του για αποτελεσματικότητα και χαμηλές τιμές έκανε τον όμιλό του πρώτο παγκοσμίως στον τομέα της επίπλωσης με παρουσία σε 26 χώρες.
Ο ιδρυτής του Ikea, ο οποίος σταδιακά παραχώρησε σε άλλους τις αρμοδιότητές του στη διοίκηση της επιχείρησης, σήμερα ζει στη γενέτειρά του, όπου επέστρεψε ύστερα από 40 χρόνια, κατά τα οποία έζησε για σύντομο διάστημα στη Δανία και μετά στην Ελβετία.