Η εφημερίδα Guardian σε άρθρο της αναλύει την εύθραυστη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην Ουκρανία και την ευρύτερη περιοχή αναλύοντας τα γεγονότα που συμβαίνουν και προβλέποντας τα όσα πρόκειται να επιφέρει η ουκρανική κρίση.
«Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν η Ουκρανία ψήφισε την ανεξαρτησία της, τα πράγματα ήταν δύσκολα. Υπήρχε υψηλός πληθωρισμός. Οι άνθρωποι έχαναν τις οικονομίες τους. Υπήρχε έλλειψη καυσίμων.
Το αεροδρόμιο του Κιέβου έκλεινε για μέρες. Τίποτα δεν επισκευαζόταν, τίποτα δεν κτιζόταν. Αλλά κανείς δεν πεινούσε. Κανείς δεν κρύωνε, αφού δεν κοβόταν το ηλεκτρικό.
Τα τρένα συνέχισαν να λειτουργούν, τα σχολεία και τα νοσοκομεία επίσης. Και οι εικόνες που μεταδίδονταν από τη Γεωργία, τον Μόλδοβα ή την Τσετσενία δεν υπήρχαν στην Ουκρανία.
Οι διαμαρτυρίες βέβαια για την ουκρανική κυβέρνηση, την ανικανότητά της, τη διαφθορά της, ήταν μεγάλες. Και υπήρχε πάντα η πιθανότητα της επιστροφής της Ρωσίας.
Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Guardian, Τζέιμς Μικ, είχε γράψει τότε ένα άρθρο όπου μιλούσε για ένα σενάριο Γιουγκοσλαβίας στην Ανατολή: Η Ρωσία θα έπαιζε τον ρόλο της Σερβίας, η Κριμαία θα ήταν η Βοσνία και η Ουκρανία η Κροατία. Όμως ήξερε κι ο ίδιος ότι το σχήμα ήταν θεωρητικό: ο Γιέλτσιν δεν ήταν Μιλόσεβιτς. Η Ρωσία, οι ΗΠΑ και η Βρετανία είχαν εγγυηθεί άλλωστε την εδαφική της ακεραιότητα.
Κι ύστερα, η Ρωσία απέκτησε τον δικό της Μιλόσεβιτς. Όπως και ο πρώην ηγέτης της Σερβίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι ευφυής, δημοφιλής, κυνικός και πάμπλουτος. Όπως κι εκείνος, δεν έχει κανένα δισταγμό να εκμεταλλευτεί τον μεσιανικό πατριωτισμό της χώρας του. Αντίθετα μ’ εκείνον, δεν φοβάται χάρις στο πυρηνικό του οπλοστάσιο μια στρατιωτική επίθεση από το εξωτερικό.
Αντίθετα μ’ εκείνον, μπόρεσε χάρις στα έσοδα από τις εξαγωγές πρώτων υλών να οικοδομήσει ισχυρές δυνάμεις ασφαλείας, να μετατρέψει τα μέσα ενημέρωσης σε κυβερνητικά φερέφωνα, να εξοντώσει ή να εξαγοράσει τους διαφωνούντες και να προσφέρει στον έξω κόσμο την ψευδαίσθηση ότι η χώρα του ευημερεί.
Τώρα, μια γενιά αργότερα, αυτές οι ίδιες φιγούρες με τα καλάσνικοφ και τις φόρμες αγγαρείας εμφανίστηκαν στην Ουκρανία, με την υποστήριξη, αν όχι την καθοδήγηση της Ρωσίας.
Πρώτα κατελήφθη η Κριμαία. Και τώρα γίνεται μια προσπάθεια να αποκοπούν οι περιοχές του Ντονέτσκ, του Λουχάνσκ και του Χάρκοβο από τον έλεγχο του Κιέβου.
Υπάρχουν πολλές πιθανές ερμηνείες γι’ αυτά που συμβαίνουν στην ανατολική Ουκρανία, γράφει ο Τζέιμς Μικ.
Οι «άνθρωποι με τα πράσινα», όπως αποκαλούν οι Ουκρανοί τους ανθρώπους του Πούτιν, έχουν προς το παρόν την ενεργή υποστήριξη μερικών ντόπιων, ιδιαίτερα των συνταξιούχων.
Το αναμφισβήτητο όμως είναι ότι δεν έχει συμβεί τίποτα μέχρι τώρα στην Ουκρανία που να δικαιολογεί είτε τη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας είτε την αποστολή ενόπλων μισθοφόρων σε μια ειρηνική χώρα.
Μετά τα αιματηρά γεγονότα στο Κίεβο και την εκδίωξη του Γιανουκόβιτς από την εξουσία, η Ουκρανία αντιμετώπισε πολλά προβλήματα. Ούτε ένα από τα προβλήματα αυτά δεν λύθηκε με την κατάληψη της Κριμαίας από τις ρωσικές δυνάμεις ή με την υποκίνηση της εξέγερσης στην ανατολική Ουκρανία.
Μόλις έγινε η επανάσταση, και για όλο το επόμενο διάστημα, ο Πούτιν υποστήριζε ότι στην Ουκρανία επικρατεί χάος. Και καθώς δεν υπήρχε χάος, το δημιούργησε εκείνος. Το μοναδικό χάος στην Ουκρανία προκλήθηκε από τη ρωσική επέμβαση.
Ο Πούτιν ισχυρίζεται ότι οι ρωσόφωνοι πολίτες της Ουκρανίας βρίσκονται σε κίνδυνο. Τίποτα δεν δείχνει κάτι τέτοιο, εκτός αν θεωρήσει κανείς βίαιη καταστολή την αποτυχημένη προσπάθεια να οριστεί η ουκρανική ως η μόνη επίσημη γλώσσα στα δικαστήρια και στην κυβερνητική γραφειοκρατία.
Ο Ρώσος πρόεδρος ζητά μεγαλύτερη αυτονομία για τη νότια και ανατολική Ουκρανία, καθώς και περισσότερα δικαιώματα για τους ρωσόφωνους, ενώ κάνει τα πάντα για να εμποδίσει τις εκλογές. Στην πραγματικότητα, έχει φέρει την αδύναμη μεταβατική κυβέρνηση του Κιέβου ενώπιον ενός μεγάλου διλήμματος. Αν δεν αντισταθείτε, θα εισβάλω. Αν αντισταθείτε, θα εισβάλω ακόμη περισσότερο, και θα χυθεί αίμα.
Ήδη χθες σκοτώθηκε ένας άνδρας των ουκρανικών υπηρεσιών ασφαλείας. Κανείς δεν ξέρει πού θα σταματήσει ο Πούτιν.
Η στρατηγική του έχει σημαδέψει το μέλλον 46 εκατομμυρίων ανθρώπων και έχει καταστήσει αδύνατο να προοδεύσει οποιοδήποτε κομμάτι της Ουκρανίας.
Με εξαίρεση μερικούς ριζοσπάστες εθνικιστές στη δυτική Ουκρανία και μια μειοψηφία νεοσοβιετικών εξτρεμιστών στην Ανατολή, η μεγάλη πλειοψηφία των Ουκρανών θέλει μια χώρα πιο δίκαιη και λιγότερο διεφθαρμένη από τη Ρωσία του Πούτιν, την Ουκρανία του Γιανουκόβιτς ή τη Λευκορωσία του Λουκασένκο.
Όποια γραμμή κι αν ακολουθήσουν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ, τα συμφέροντα αυτών των ανθρώπων πρέπει να έχουν στο μυαλό τους».