Η Αγιά Σοφιά είναι ένα ιστορικό μνημείο για όλο τον κόσμο ενώ αποτελεί ίσως το σπουδαιότερο κόσμημα της Κωνσταντινούπολης. Επιβλητική και κουβαλώντας ένα σπουδαίο παρελθόν προσελκύει εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο.
Η Αγιά Σοφιά για την ορθόδοξη εκκλησία αποτελεί το πιο διαχρονικό της σύμβολο ενώ η ιστορική απόφαση του ΣτΕ της Τουρκίας ανοίγει τον δρόμο για την μετατροπή της σε τζαμί (δείτε εδώ περισσότερα).
Η ιστορία της ξεκινάει από το 537
«Νενίκηκά σε Σολομών», αναφώνησε όλο ενθουσιασμό ο Ιουστινιανός στις 27 Δεκεμβρίου 537 πρωτοαντικρίζοντας τον μεγαλοπρεπή Ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας, ο οποίος παραμένει ένα από ορόσημα της ορθόδοξης πίστης, παρά το γεγονός ότι εδώ και αιώνες βρίσκεται σε έδαφος μουσουλμανικό.
Αψηφώντας πολέμους, καταστροφές αλλά και το τοξικό δηλητήριο της μισαλλοδοξίας, η Αγιά Σοφιά συνεχίζει να ρίχνει το φως της στην Κωνσταντινούπολη τόσο ως κληροδότημα της χριστιανικής της ιστορίας όσο και ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η Μεγάλη Εκκλησία της Βασιλεύουσας επιβλέπει αγέρωχα την Προποντίδα εδώ και 1.500 χρόνια συνδέοντας άρρηκτα τα χρονικά της με την πλούσια κοινωνική και οικονομική ιστορία της πόλης, ως ένας προνομιακός χώρος που θα μπορούσε να συνδέει γραμμικά το παρελθόν της Κωνσταντινούπολης, αν το ήθελαν κάποιοι.
Ο περίλαμπρος λαός της χριστιανοσύνης μετατράπηκε αμέσως σε τζαμί μόλις η Πόλη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών (αλλά και σε καθολικό ναό κατά την άλωσή της από τους Σταυροφόρους το 1204!) και θα έπρεπε να περάσουν αρκετοί αιώνες ώστε να σεβαστούν οι Νεότουρκοι το βαρύ όνομά της και να τη μεταμορφώσουν σε μουσείο.
Ήταν ο Κεμάλ Ατατούρκ αυτός που την άφησε στην αιώνια αταραξία της, μετατρέποντάς τη από μουσουλμανικό χώρο λατρείας σε μουσείο το 1934, αν και οι τουρκικές προκλήσεις δεν έλεγαν να κοπάσουν.
Η Αγιά Σοφιά έχει διατρέξει την αυτοκρατορική περίοδο της Κωνσταντινούπολης όσο τίποτα άλλο, βλέποντας Ιουστινιανούς και Κομνηνούς και περνώντας από τη Μεσοβυζαντινή και την Υστεροβυζαντινή περίοδο στα σημερινά χρόνια. Η Αγία Σοφία δεν είναι απλώς ένα μεγαλοπρεπές αρχιτεκτόνημα, αλλά μια γλαφυρή περιγραφή της ίδιας της κοινωνίας που τη γέννησε…
Συνοπτική ιστορία
Για περισσότερο από μία χιλιετία, ως και την άλωση της από τους Τούρκους το 1453 δηλαδή, η Κωνσταντινούπολη ήταν ένα από τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα του χριστιανισμού, έχοντας στην ίδια της την καρδιά τον λαμπρό μητροπολιτικό ναό που ήταν αφιερωμένος στην ιερή σοφία του Θεού.
Το ξεχωριστό γεωγραφικό σημείο που επιβλέπει τα στενά του Βοσπόρου και χωρίζει φυσικά αλλά και συμβολικά την Ασία από την Ευρώπη είχε επιλεγεί για ανέγερση ναών και από τους πρώτους μεγαρείς αποίκους (Βυζάντιο) αλλά και τους ρωμαίους κατακτητές (Νέα Ρώμη), διέθετε λοιπόν ένα συμβολικό εκτόπισμα που θέλησε να εκμεταλλευτεί ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α’ χτίζοντας τον δικό του ναό πάνω στα ερείπια των παγανιστικών κτισμάτων.
Όταν λοιπόν εγκαινίασε τη Νέα Ρώμη του το 337 μ.Χ., ο Μεγάλος Κωνσταντίνος θεμελίωσε τον καθεδρικό ναό της πόλης για να τιμήσει τη νέα πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η ανέγερσή του αποπερατώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και το 346 ήταν πανέτοιμος για τα λαμπρά εγκαίνιά του. Στα χρόνια του Αρκάδιου και συγκεκριμένα το 404, η πρώτη αυτή Αγια-Σοφιά πυρπολήθηκε και τη νέα της ανέγερση ανέλαβε ο Θεοδόσιος Β’.
Η θεοδοσιανή Αγια-Σοφιά, που εγκαινιάστηκε το 415, δεν έμελλε βέβαια να μακροημερεύσει, καθώς ο μητροπολιτικός ναός έπεσε και πάλι θύμα, αυτή τη φορά της λαϊκής μήνης: η ξυλόστεγη βασιλική καταστράφηκε και πάλι από οπαδούς του πατριάρχη, κατά τις διαμάχες του τελευταίου με τον αυτοκράτορα. Κατά τη Στάση του Νίκα το 532, ο Ιουστινιανός τη βλέπει να πυρπολείται για άλλη μια φορά στην ιστορία της και αποφασίζει να την ξαναχτίσει με τρόπο τόσο μεγαλοπρεπή που να είναι δύσκολο για το χέρι του -εξωτερικού ή εσωτερικού- εχθρού να την κάψει.
Ο Ιουστινιανός προσέλαβε τους αρχιτέκτονες και γεωμέτρες Ανθέμιο από τις Τράλλεις (Τραλλιανός) και Ισίδωρο από τη Μίλητο (Μιλήσιος) να φιλοτεχνήσουν το νέο σχέδιο μιας επιβλητικής εκκλησιάς που να δεσπόζει στη Βασιλεύουσα. Τα θεμέλια της δεύτερης αυτής Αγιας-Σοφιάς τίθενται στις 23 Φεβρουαρίου 532 και μετατρέπεται σύντομα σε έναν κατασκευαστικό άθλο με κολοσσιαίες διαστάσεις.
Χρειάστηκαν έξι χρόνια αδιάλειπτης εργασίας, κάπου 10.000 τεχνίτες αλλά και 120 εκατ. ευρώ για την αποπεράτωσή της, αν και πάλι αν δεν επιστρατευόταν ο απανταχού ελληνισμός δύσκολα θα ολοκληρωνόταν. Ο καθένας έστελνε ό,τι είχε για την ανέγερση του λαμπρότερου χριστιανικού ναού: η Μάνη και η Κάρυστος τα χαρακτηριστικά πράσινα μάρμαρά τους, η Φρυγία τα ροδί και η Αίγυπτος τα κόκκινα, όταν και έγινε σαφές πως καραβιές ακόμα χρυσού, ασημιού, πολύτιμων λίθων και ελεφαντόδοντου απαιτούνταν για να ολοκληρωθεί ο εσωτερικός της διάκοσμος.
Αφού κινητοποιήθηκε ο γνωστός κόσμος για την εξεύρεση των πολυτελών αγαθών, ο Ιουστινιανός ήταν έτοιμος να εγκαινιάσει τον μεγαλοπρεπή Ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας στις 27 Δεκεμβρίου 537. Το θέαμα που αντίκρισε ο αυτοκράτορας τον έκανε να αναγνωρίσει την υπεροχή της Βασιλικής του έναντι του ξακουστού Ναού του Σολομώντα, αναφωνώντας όλο χαρά: «Δόξα τω Θεώ, το καταξιωσάντι με τελέσαι τοιούτον έργον. Νενίκηκά σε Σολομών»!
Μια ακόμα προσθήκη θα λάμβανε χώρα ώστε να πάρει η Αγια-Σοφιά τον τελικό της χαρακτήρα: 20 χρόνια μετά τα πρώτα θυρανοίξια, κατά τον Εγκέλαδο του 557, ο τολμηρότατος κατασκευαστικά θόλος της εκκλησίας κατακρημνίστηκε.
Την εκ νέου ανέγερσή του ανέλαβε ο ανιψιός του Ισιδώρου, Ισίδωρος ο Νεότερος, ο οποίος τον κάνει ακόμα πιο εντυπωσιακό σχεδιαστικά. Τα δεύτερα εγκαίνια της ιουστινιάνειας Αγια-Σοφιάς τελέστηκαν με πάσα επισημότητα στις 24 Δεκεμβρίου 563 και ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν έτοιμο να μακροημερεύσει.
Αυτό ήταν, η Αγία Σοφία θα αποτελούσε πια το απόλυτο κέντρο της ορθοδοξίας και του ελληνισμού για τα επόμενα χίλια και πλέον χρόνια, μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453. Εκεί αποθέωναν τους νέους αυτοκράτορες, εκεί πενθούσαν τις εθνικές τραγωδίες, εκεί θρηνούσαν τις συμφορές και εκεί πανηγύριζαν τους θριάμβους τους οι Βυζαντινοί, με τη μεγαλοπρεπή εκκλησιά να ακολουθεί κατά πόδας τις ζυμώσεις και τις περιπέτειες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Εκεί θα ακουστεί για τελευταία φορά η στερνή ορθόδοξη λειτουργία στις 29 Μαΐου 1453, όταν ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Κωνσταντίνος ΙΑ’ Δραγάσης Παλαιολόγος, αφού προσευχήθηκε δίπλα στον λαό και απολογήθηκε για τα λάθη του, έφυγε για τα τείχη της πόλης όπου και έπεσε ηρωικά μαχόμενος.
Το τέλος της χριστιανικής ιστορίας της Κωνσταντινούπολης θα σήμανε και το τέλος της Αγια-Σοφιάς ως εκκλησίας, αφού με την επικράτηση των Οθωμανών μεταμορφώθηκε σε τέμενος και πλέον περιβαλλόταν από τους τέσσερις χαρακτηριστικούς μιναρέδες της.
Πέντε σχεδόν αιώνες αργότερα, με την επικράτηση του κοσμικού Κινήματος των Νεότουρκων και του Κεμάλ Ατατούρκ, η Αγια-Σοφιά μετατράπηκε σε μουσείο (1934), θυμίζοντας και πάλι το αρχιτεκτονικό θαύμα του Ιουστινιανού και τη σπουδαία αυτοκρατορία του.
Μοναδικό διάλειμμα στην αδιάλειπτη ορθόδοξη παράδοση της Αγιάς Σοφιάς ήταν η περίοδος 1204-1261, όταν η Επτάλοφος έπεσε στα χέρια των Φράγκων που μετέτρεψαν πρόθυμα τον λαμπρό ναό σε ρωμαιοκαθολική εκκλησία (επισκευάζοντας τις μεγάλες φθορές του).
Ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος την επανέφερε στην ορθόδοξη λατρεία κατά τη στέψη του εκεί στις 15 Σεπτεμβρίου 1261, έναν μήνα μετά την ανάκτηση της βυζαντινής πρωτεύουσας από τους Σταυροφόρους.
Η κορυφαία ίσως στιγμή της βυζαντινής ναοδομίας συνέχισε να αποτελεί σύμβολο της Κωνσταντινούπολης και κατά την οθωμανική της περίοδο, αν και τότε γνώρισε νέες σημαντικές καταστροφές.
Αρχιτεκτονικό θαύμα
Η Αγιά Σοφιά είναι χτισμένη σε ρυθμό βασιλικής με τρούλο. Το κύριο σώμα του οικοδομήματος έχει ορθογώνιο σχήμα μήκους 78,16 μ. και πλάτους 71,82 μ., επιβλέποντας τον πρώτο λόφο της Βασιλεύουσας. Τέσσερις τεράστιοι τετράγωνοι στύλοι (πεσσοί) υποστηρίζουν τα ισάριθμα τόξα πάνω στα οποία εδράζεται ο μεγαλοπρεπής θόλος με τη διάμετρο των 31 μέτρων.
Η τρίκλιτη τρουλαία βασιλική έχει αποτελέσει με τον νεωτερικό σχεδιασμό της πρότυπο για πολλές βυζαντινές εκκλησίες αλλά και μουσουλμανικά τεμένη, καθώς η πρωτοφανής αρμονία φωτός και αρχιτεκτονικής που παρουσιάζει έγινε κι αυτή με τη σειρά της σύμβολο του βυζαντινού κόσμου. Όσο για τα 100 παράθυρα της Αγιάς Σοφιάς που τη λούζουν στο φως, προσφέρουν μια κατανυκτική ατμόσφαιρα στο εσωτερικό της.
Στην κορυφή του θόλου έφερε άλλοτε τον μεγάλο «Ερυσίπτολι Σταυρό», το σύμβολο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο έχει πλέον αντικατασταθεί από την ημισέληνο.
Κληρονομιά της μετατροπής της σε μουσουλμανικό τέμενος είναι και οι τέσσερις μιναρέδες που περιβάλλουν το κύριο κτίσμα.
Ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος της Αγια-Σοφιάς φιλοξενούσε σημαντικά ψηφιδωτά της βυζαντινής μνημειακής τέχνης, τα οποία έχουν υποστεί κι αυτά με τη σειρά τους εκτεταμένες φθορές στους τόσους αιώνες της παρουσίας της.
Κατά τους παλαιολόγειους χρόνους (13ος-14ος αιώνας), ο μητροπολιτικός ναός υπέστη για άλλη μια φορά σημαντικές καταστροφές και η επισκευή του κάλεσε σε ριζική επαναδιακόσμηση του εσωτερικού.
Το μνημείο έλαβε έτσι την τελική του μορφή, με την οποία σώζεται μέχρι σήμερα.
Στην υπαίθρια μαρμαρόστρωτη και περίστυλη αυλή στεκόταν άλλοτε η «κομψή φιάλη», η περιβόητη μαρμάρινη κρήνη που φέρει την καρκινική επιγραφή «ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ» (νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν – ξέπλυνε τις αμαρτίες, όχι μόνο το πρόσωπό σου).
Η Αγιά Σοφιά δεν είναι μόνο ένα πνευματικό και πολιτικό σύμβολο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και ένα διαχρονικό ορόσημο της χριστιανικής αρχιτεκτονικής, αλλά ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που κατάφερε να επιβιώσει ως τις ημέρες μας σε πείσμα όσων την ήθελαν ερείπια…
Ωστόσο, το μέλλον της αυτή τη στιγμή μένει μετέωρο και στα χέρια του Ερντογάν.