Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά την δολοφονία του πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε οι Σουηδοί ελπίζουν να μάθουν επιτέλους ποιος τον σκότωσε την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του από τον κινηματογράφο μαζί με την σύζυγο και τον γιο του.
Ο εισαγγελέας Κρίστερ Πίτερσον θα παρουσιάσει αύριο τα συμπεράσματα της έρευνας την οποία ανέλαβε το 2017 για την δολοφονία του Πάλμε σε έναν πολυσύχναστο δρόμο της Στοκχόλμης λίγο μετά τα μεσάνυχτα στις 28 Φεβρουαρίου του 1986.
Η αποτυχία εξιχνίασης της υπόθεσης, παρά το μεγαλύτερο ανθρωποκυνηγητό στην ιστορία της χώρας, προκαλεί επί σειρά ετών ανησυχία σε μία χώρα, η οποία υπερηφανεύεται για την δεκτικότητα και την ανοχή της.
«Είναι μια ανοιχτή πληγή για την Σουηδία το ότι δεν γνωρίζουμε τι συνέβη» είπε τον Φεβρουάριο ο πρωθυπουργός Στέφαν Λέβεν.
Όταν ο Πίτερσεν ανέλαβε την έρευνα ελάχιστοι φαντάζονταν ότι θα σημείωνε πρόοδο, όπως εξηγεί το ΑΜΠΕ.
Αλλά τον Φεβρουάριο είχε εκφράσει την ελπίδα να διαλευκανθεί η υπόθεση και είχε πει ότι βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωση της έρευνας παρότι πιθανόν να μην ασκούνταν δίωξη, ένα σχόλιο που θα μπορούσε να σημαίνει ότι ο δράστης είναι νεκρός.
Το σχόλιό του είχε επικεντρώσει την προσοχή σε έναν ύποπτο, έναν γραφίστα γνωστό ως «Skandia-man», ο οποίος βρισκόταν στον τόπο του εγκλήματος και πέθανε το 2000.
Η πρώην σύζυγος του ανθρώπου αυτού είχε δηλώσει το 2018 στην εφημερίδα Aftonbladet πεπεισμένη ότι δεν ήταν εκείνος ο δολοφόνος. Το Reuters δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει μαζί της.
Ο σοσιαλδημοκράτης Πάλμε διετέλεσε πρωθυπουργός από το 1969 ως το 1976 και από το 1982 ως το 1986. Κάποιοι τον θεωρούν αρχιτέκτονα της σύγχρονης Σουηδίας, αλλά οι συντηρητικοί απεχθάνονταν τις αντι-αποικιακές του απόψεις και την κριτική του εις βάρος των ΗΠΑ.
Η δολοφονία του σε ηλικία 59 ετών είχε προκαλέσει πολλές θεωρίες συνωμοσίας, καμία εκ των οποίων δεν αποδείχτηκε αληθής.
Η αστυνομία κατηγορήθηκε ευρέως ότι απέτυχε στην αρχική έρευνα. Το 1989 είχε κριθεί ένοχος για την δολοφονία του ένας μικροεγκληματίας αλλά άσκησε έφεση και αργότερα αφέθηκε ελεύθερος. Το 2004 πέθανε.