Τον τελευταίο καιρό ο κόσμος αποχαιρέτισε πολλούς διάσημους ανθρώπους, ο καθένας ξεχωριστός και καταξιωμένος στον τομέα του. Πρώτα ήταν ο αγαπητός ηθοποιός Paul Walker, ο οποίος σκοτώθηκε σε τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Πρόσφατα έφυγε από τη ζωή επίσης ο «Λόρενς της Αραβίας» Peter O’Toole και η βραβευθείσα με Όσκαρ το 1942 Joan Fontaine. Και στις 5 Δεκεμβρίου ο πλανήτης αποχαιρέτισε έναν από τους σπουδαιότερους ηγέτες όλων των εποχών, τον «Μαντίμπα», Νέλσον Μαντέλα.
Οι «υψηλού προφίλ» θάνατοι αυτοί προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις σε όλο τον κόσμο, οι οποίες μπορεί να γίνουν αρκετά στερεότυπες, όπως φαίνεται από όσα μεταδίδουν τα μέσα ενημέρωσης παγκοσμίως καθώς επίσης και από όσα μεταδίδονται στο διαδίκτυο, γράφει ο Dean Burnett στον Guardian.
«Αν μάλιστα συνδυάσει κανείς αυτά τα γεγονότα με τη διασυνδεδεμένη, “σε απ’ ευθείας σύνδεση” κοινωνία μας, μπορεί να δει πολλά παραδείγματα ανθρώπων που εκφράζουν τη λύπη τους και το πένθος τους για το χαμό ενός ανθρώπου σε ένα μέσο ενημέρωσης. Γιατί όμως νιώθουν την υποχρέωση να το κάνουν αυτό, και γιατί είναι τόσο σημαντικό να το “κάνουν σωστά”;» αναρωτιέται ο αρθρογράφος.
Ακόμη και να μην πρόκειται για κάποιο πρόσωπο που είχε ασκήσει έντονη επιρροή, όπως ένας παγκόσμιος ηγέτης, ή κάποιος διάσημος, η διαδικασία του πένθους είναι πολύπλοκη.
Και είναι ένα πολύ καλά μελετημένο ψυχιατρικό φαινόμενο.
Υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ της κατάθλιψης και του πένθους. Το πένθος έχει πολύ διακριτά στάδια, όπως ο θυμός, η άρνηση, η διαπραγμάτευση κ.τ.λ., ή όπως έχει προτείνει ο John Bowlby τέσσερις φάσεις που βιώνει κανείς μετά το θάνατο κάποιου κοντινού του προσώπου. Αυτές είναι: μούδιασμα, αναζήτηση του πεθαμένου, αποδιοργάνωση/απελπισία και τέλος αναδιοργάνωση.
Υπάρχουν θεραπείες και στρατηγικές για τον περιορισμό των επιπτώσεων της έντονης θλίψης λόγω πένθους, ενώ όταν διαρκεί υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να θεωρηθεί παθολογική κατάσταση και απαιτεί την παρέμβαση ειδικού.
Όταν το πένθος δεν είναι «αποδεκτό» από την κοινωνία, τότε χαρακτηρίζεται ως «πένθος χωρίς δικαιώματα», προσθέτει το δημοσίευμα. Είναι το είδος του πένθους που δε θα περίμενε κανείς να βιώσει κάποιος. Για παράδειγμα, θα ακουγόταν κάπως περίεργο το να ζητήσει ένας εργαζόμενος άδεια λόγω πένθους στη Μ. Βρετανία γιατί επηρεάστηκε πολύ από το θάνατο του Νέλσον Μαντέλα. Επίσης, όταν κάποιος υποφέρει από μια απώλεια που δεν σχετίζεται όμως με θάνατο, αλλά μπορεί το άτομο να το βιώνει σαν «πένθος», όπως για παράδειγμα η διάλυση ενός γάμου ή μιας σχέσης, η απώλεια ενός σπιτιού κ.ά., δεν είναι κάτι που αποδέχεται η κοινωνία και ο περίγυρος.
Όταν κάποιος δε μπορεί να περάσει από τη φυσιολογική, παρατεταμένη διαδικασία του πένθους, συνήθως βρίσκει άλλους τρόπους για να το βιώσει. Οι άνθρωποι έχουν «εξελίξει» τη διαδικασία του πένθους για διάφορους σκοπούς, όπως για παράδειγμα την αυξανόμενη κοινωνική συμμετοχή, που ενισχύει την επιβίωση. Έτσι, ακόμη κι αν δεν έχει κανείς ούτε μακρινή σχέση με τον αποθανόντα, αισθάνεται την ανάγκη, προκειμένου να είναι «σωστός» να δείξει το σεβασμό του και να τιμήσει το πρόσωπο που έφυγε από τη ζωή.
Πώς όμως μπορεί κανείς να δείξει το σεβασμό του για ένα πρόσωπο που δεν γνώριζε; Πώς μπορεί να γνωρίζει τι θα ήθελε ο αποθανών; Αν επιλέξει να κάνει ένα τρυφερό αφιέρωμα για τη ζωή του, όσοι τον γνώριζαν ίσως το θεωρήσουν βεβήλωση. Αν όμως επιλέξει την πιο «ασφαλή» επιλογή του να μην κάνει κάτι, ίσως θεωρηθεί από πολλούς ως ασεβής.
Το μόνο σίγουρο είναι, καταλήγει ο αρθρογράφος, ότι το μοναδικό πρόσωπο που δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει είναι… ο νεκρός.