Ο αργεντινός νέος πάπας της καθολικής εκκλησίας, επειδή καταδίκασε με σφοδρότητα τον άγριο φιλελευθερισμό, προσέλκυσε τους κεραυνούς μιας φούχτας υπερσυντηρητικών Αμερικανών, όμως στην πραγματικότητα οι δηλώσεις του συμφωνούν με το κοινωνικό δόγμα της εκκλησίας.
Πιστός στην εικόνα του υπερασπιστή των φτωχών, ο Φραγκίσκος, στην αποστολική παραίνεσή του «Evangelii Gaudium» που δημοσιοποιήθηκε στα τέλη Νοεμβρίου, κατήγγειλε τη δικτατορία μιας «ανελέητης» αγοράς η οποία δημιουργεί μια «κουλτούρα της απόρριψης», ρίχνοντας πληθυσμούς ολόκληρους στο περιθώριο.
Χωρίς ποτέ να προτείνει την επανάσταση ούτε να κάνει αναφορά στο μαρξισμό, ο Φραγκίσκος έχει κάνει πολύ σαφείς δηλώσεις: «η οικονομία δεν μπορεί να καταφεύγει σε φάρμακα που αποτελούν ένα νέο δηλητήριο, όπως όταν δήθεν αυξάνουμε την αποδοτικότητα μειώνοντας την αγορά εργασίας».
Η παραίνεση, η οποία έρχεται μετά την κατηγορηματική εκ μέρους του καταγγελία «της παγκοσμιοποίησης της αδιαφορίας» τον Ιούλιο στο νησί Λαμπεντούζα, έκανε στις ΗΠΑ τον Ρας Λίμπο, ένα συντηρητικό (μεθοδιστή) ραδιοφωνικό παρουσιαστή με μεγάλη ακροαματικότητα, να χαρακτηρίσει «καθαρό μαρξισμό» τις δηλώσεις του Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, όπως είναι το κατά κόσμον όνομα του πάπα Φραγκίσκου.
Ένα μέλος του «Tea Party», ο Τζόναθον Μόσλεϊ, θεώρησε χρήσιμο να διευκρινίσει πως, σύμφωνα με τον ίδιο, «ο Ιησούς ήταν ένας καπιταλιστής που κήρυττε την προσωπική ευθύνη, όχι ένας σοσιαλιστής».
Και ένας άλλος σχολιαστής του συντηρητικού δικτύου Fox, ο Στούαρτ Βάρνεϊ, αγγλικανός στο θρήσκευμα, κατηγόρησε τον πάπα ότι είναι ένας υποστηρικτής του «νεο-σοσιαλισμού»…
Ωστόσο η πολύ συντηρητική διάσκεψη των επισκόπων χαιρέτισε αντιθέτως τις δηλώσεις του πάπα δια της φωνής του επισκόπου Ντέιβιντ Λ. Ρίκεν, ο οποίος δήλωσε ότι ο πάπας είναι «το ζωντανό παράδειγμα του νέου ευαγγελισμού».
Η ίδια αντίδραση υπήρξε και από τη γαλλική Καθολική Εκκλησία. Σύμφωνα με έναν από τους εκπροσώπους της, τον αρχιεπίσκοπο του Κλερμόν Ιπολίτ Σιμόν, ο Φραγκίσκος είναι «πιστός στο πιο κλασικό κοινωνικό δόγμα της Εκκλησίας, δηλαδή ότι η αγορά δεν μπορεί να είναι αρκετή για να αναλάβει τη διαχείριση του κοινού αγαθού: το κράτος πρέπει να συμμετέχει στο έργο αυτό».
Ο αρχιεπίσκοπος Σιμόν υπενθύμισε επίσης τη ρήση του διάσημου βραζιλιάνου επισκόπου των φτωχών Ντομ Χέλντερ Καμάρα: «Όταν ασχολούμαι με τους φτωχούς, με περνούν για άγιο. Όταν ερωτώ γιατί είναι φτωχοί, μου λένε πως είμαι μαρξιστής».
Η καταγγελία των κοινωνικών ανισοτήτων και των αδικιών του καπιταλισμού χρονολογείται από τον Λέοντα 13ο, τον τελευταίο πάπα του 19ου αιώνα. Και «ήταν ο πάπας Πίος 9ος που μίλησε για διεθνή ιμπεριαλισμό του χρήματος, μετά την κρίση του 1929», υπενθύμισε ο βατικανολόγος της «Λα Στάμπα» Αντρέα Τορνιέλι.
«Η κριτική αυτή δεν με εκπλήσσει επειδή προέρχεται από κύκλους που έχουν μετατρέψει το χριστιανισμό σε μια ιδεολογία που χρησιμεύει για να δικαιολογεί ορισμένες πολιτικές. Αυτοί που κατηγορούν τον Φραγκίσκο ότι είναι μαρξιστής, εξηγούν πως στην πραγματικότητα ο Ιησούς ήταν ένας καπιταλιστής», προσθέτει.
Για έναν άλλο διάσημο βατικανολόγο, τον Μάρκο Πολίτι της αριστερής εφημερίδας «Ιλ Φάτο Κοτιντιάνο», «είναι γελοίο να βλέπεις τον Φραγκίσκο ως μαρξιστή. Βρίσκεται σε πλήρη συντονισμό με τον Βενέδικτο 16ο και τον Ιωάννη Παύλο 2ο».
«Στην πραγματικότητα, η καταγγελία εκ μέρους του των αυξανόμενων ανισοτήτων προκύπτει από τη λυσσώδη αντίσταση αυτών που δεν δέχονται ότι η οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα πρέπει να προσαρμόζονται σε κανόνες κοινωνικού συμφέροντος», προσθέτει ο Πολίτι.
Σύμφωνα με τους βιογράφους του, ο Μπεργκόλιο δεν έχει τίποτε που να τον κάνει μαρξιστή, αντιθέτως: χωρίς να είναι ποτέ υπερσυντηρητικός, συγκρούσθηκε μετωπικά με τους αριστερούς ιησουίτες ιερείς που είχαν επηρεαστεί από το μαρξισμό.
Απέναντι στη θεολογία της απελευθέρωσης, που ήταν πολύ διαδεδομένη στη Λατινική Αμερική κατά τη δεκαετία του 1970, προτείνει μια μη μαρξιστική «θεολογία του λαού».
Η ιταλική οικογένειά του είχε καταστραφεί από την κρίση του 1929, ενώ είδε επίσης στους δρόμους του Μπουένος Άιρες τις καταστροφές που επέφερε ο φιλελευθερισμός στην Αργεντινή κατά τις τελευταίες δεκαετίες.