Το Πακιστάν δεν μπορεί να επιβάλει περιοριστικά μέτρα ευρείας κλίμακας στις μεγαλουπόλεις του, όπως γίνεται σε άλλες περιοχές του κόσμου, με στόχο να αναχαιτίσει την εξάπλωση του νέου κορονοϊού, εκτίμησε σήμερα ο πρωθυπουργός Ιμράν Χαν.
Πολλές ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ έχουν διατάξει ή συστήνουν το κλείσιμο εμπορικών καταστημάτων, εστιατορίων και άλλων χώρων για να περιορίσουν τη διασπορά του SARS-CoV-2. Ορισμένες χώρες ζητούν επίσης από τους πολίτες τους να παραμείνουν στα σπίτια τους.
Στο Πακιστάν –μια χώρα με μεγάλες, πυκνοκατοικημένες πόλεις όπως το Καράτσι των 15 εκατομμυρίων κατοίκων– η κυβέρνηση εξέτασε από την αρχή τη λήψη τέτοιων μέτρων, όμως η εύθραυστη οικονομία θα κινδύνευε με κατάρρευση, εξήγησε ο πρωθυπουργός.
«Η κατάσταση στο Πακιστάν δεν είναι ίδια με εκείνη στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη (…) το 25% του πληθυσμού μας ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας», είπε σε τηλεοπτικό διάγγελμά του. «Αν αποκλείσουμε τις πόλεις –όπου ο κόσμος ήδη αντιμετωπίζει δύσκολες συνθήκες– θα τους σώσουμε από τον κορονοϊό από τη μια αλλά θα πεθάνουν από την πείνα», εξήγησε.
Ο Χαν υπενθύμισε ότι ήδη έχουν κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα στάδια του κρίκετ.
Τα πορώδη σύνορα του Πακιστάν, τα πεπαλαιωμένα νοσοκομεία του, η συνήθεια των ανθρώπων να χαιρετιούνται με χειραψίες και εναγκαλισμούς, αλλά και το υψηλό ποσοστό των αναλφάβητων στον αστικό πληθυσμό, καθιστούν πολύ δύσκολη τη μάχη κατά της πανδημίας.
Επιπροσθέτως, η οικονομική κατάσταση δεν είναι καλή και το ΔΝΤ χρειάστηκε να παρέμβει αρκετές φορές. Σύμφωνα με τον Χαν, έχει επιτευχθεί πρόοδος από πέρσι, όμως πλέον η οικονομία αντιμετωπίζει πιέσεις λόγω της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης και το ΔΝΤ θα έπρεπε να εξετάσει την πιθανότητα να δοθεί μια παράταση στην αποπληρωμή του χρέους της χώρας. «Θα μιλήσουμε με το ΔΝΤ επειδή (…) πρέπει να ανακουφίσουμε τη βιομηχανία και τους εξαγωγείς μας», τόνισε.
Ο πρωθυπουργός προειδοποίησε επίσης ότι θα ληφθούν «πολύ αυστηρά μέτρα» εναντίον εκείνων που θα προσπαθήσουν να αποθηκεύσουν τρόφιμα.
Μέχρι σήμερα είχαν εξεταστεί στο Πακιστάν μόνο 1.571 ύποπτα κρούσματα του νέου κορονοϊού και είχαν διαγνωστεί θετικοί περίπου 200 άνθρωποι. Επισήμως, δεν έχει καταγραφεί κανένας θάνατος. Ωστόσο οι παρατηρητές εκτιμούν ότι ο αριθμός των κρουσμάτων είναι κατά πολύ μεγαλύτερος.