Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της εξάπλωσης του νέου κορονοϊού.
Παράλληλα ανακοίνωσε πως 50 δισεκατομμύρια δολάρια καθίστανται διαθέσιμα σε Πολιτείες για την καταπολέμηση του ιού.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου, προσπαθώντας να δείξει στους Αμερικανούς πολίτες ότι αντιμετωπίζει με αποφασιστικότητα τον νέο κορονοϊό, αφού επί εβδομάδες έδειχνε να υποβαθμίζει την απειλή.
Σήμερα, ωστόσο τόνισε πως ο Covid-19 θα έχει ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στην χώρα. «Θα χειροτερέψει. Οι επόμενες οχτώ εβδομάδες είναι κρίσιμες», δήλωσε.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είπε πως κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης ώστε να «απελευθερώσει όλη την δύναμη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης». Κάλεσε κάθε πολιτεία να εγκαθιδρύσει κέντρα έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση του ιού.
Η πίεση αυξανόταν προς τον Τραμπ να κηρύξει μια μολυσματική ασθένεια έκτακτη ανάγκη με βάση μια νομοθεσία του 1988 που θα επιτρέψει να χρησιμοποιήσει την αμερικανική ομοσπονδιακή υπηρεσία αντιμετώπισης καταστροφών (FEMA) για να χορηγήσει κονδύλια σε πολιτείες και τοπικές κυβερνήσεις και να αναπτύξει ομάδες υποστήριξης. Το μέτρο σπανίως ενεργοποιείται. Ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον το 2000 κήρυξε αντίστοιχο μέτρο για τον ιό του Δυτικού Νείλου.
«Για την απελευθέρωση της πλήρους ισχύος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε αυτή την προσπάθεια σήμερα, κηρύσσω επισήμως σήμερα μια κατάσταση εθνικής έκτακτης ανάγκης. Η ενέργεια αυτή θα καταστήσει έως 50 δισεκατομμύρια δολάρια διαθέσιμα – ένα πολύ σημαντικό και μεγάλο ποσό για πολιτείες και περιοχές στο κοινό μας αγώνα ενάντια σε αυτή την ασθένεια», τόνισε.
Παράλληλα ανακοίνωσε ομοσπονδιακή βοήθεια για σπουδαστικά δάνεια φοιτητών και πάγωμα των τόκων μέχρι νεωτέρας για όσα από αυτά τα δάνεια διακρατεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
«Με ταλέντο, ή με τύχη, πείτε το όπως θέλετε, αλλά μέσα από μια συλλογική δράση και κοινές θυσίες, εθνική αποφασιστικότητα, θα υπερβούμε την απειλή του ιού».
Παράλληλα είπε πως η ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνεργάζεται με τον ιδιωτικό τομέα για να επιτύχει την παραγωγή διαγνωστικών τεστ ώστε να γίνουν ευρέως διαθέσιμα στους Αμερικανούς.
«Υπάρχουν διαθέσιμα 5 εκατ. τεστ για τον κορονοϊό»
Πρόσθεσε πως θα υπάρχουν διαθέσιμα περίπου 5 εκατομμύρια τεστ για τον κορονοϊό, αλλά εξέφρασε αμφιβολίες κατά πόσον είναι αναγκαία τόσα πολλά. Παρότρυνε τους Αμερικανούς να επιδιώξουν να εξεταστούν μόνο αν αισθάνονται ότι το έχουν ανάγκη.
Ο Τραμπ ο ίδιος ήρθε σε επαφή με έναν Βραζιλιάνο αξιωματούχο το περασμένο Σάββατο που αργότερα βρέθηκε θετικός στον κορονοϊό. Ο Λευκός Οίκος χθες ανακοίνωσε πως ο Ρεπουμπλικάνος μεγιστάνας δεν παρουσίαζε συμπτώματα και δεν έχει εξεταστεί. Σήμερα είπε πως πολύ πιθανόν θα εξετασθεί «σύντομα» για τον νέο κορονοϊό.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ καλεί τον Κινέζο πρέσβη για σχόλια Κινέζου αξιωματούχου
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάλεσε σήμερα τον Κινέζο πρέσβη στις ΗΠΑ για να διαμαρτυρηθεί για τις δηλώσεις ενός εκπροσώπου του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο αμερικανικός στρατός ενδέχεται να έφερε τον νέο κορονοϊό στην πόλη Ουχάν.
«Εκλήθη αναφορικά με τα όσα δήλωσε ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ για τον Covid-19», ανέφερε ένας αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μιλώντας υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.
Η πρεσβεία της Κίνας στην Ουάσινγκτον δεν ήταν άμεσα διαθέσιμη για σχόλιο.
Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου εξωτερικών Ζάο Λιτζιάν προέβη στην κατηγορία με ανάρτησή του χθες στο twitter.
«Πότε ξεκίνησε ο ασθενής μηδέν στις ΗΠΑ; Πόσοι άνθρωποι έχουν μολυνθεί; Ποια είναι τα ονόματα των νοσοκομείων; Ίσως να ήταν ο στρατός των ΗΠΑ που έφερε την επιδημία στην Ουχάν. Να είστε διαφανείς! Δημοσιεύστε τα στοιχεία σας! Οι ΗΠΑ μας οφείλουν μια εξήγηση!», ήταν το tweet του Ζάο γραμμένο στα αγγλικά.
Ένα κεντρικό άρθρο στην επίσημη εφημερίδα China Daily σήμερα, ενέτεινε έναν πόλεμο λέξεων Πεκίνου-Ουάσινγκτον, κατηγορώντας όσους «κατακρίνουν έντονα την Κίνα».
Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Ο’ Μπράιαν δήλωσε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι η Κίνα αντέδρασε αργά στην εμφάνιση του κορονοϊού, πιθανώς κοστίζοντας στον κόσμο δύο μήνες.