Έντεκα χρόνια μετά το ναυάγιο του Prestige αναμένεται αύριο Τετάρτη η απόφαση του δικαστηρίου για τις ποινές που θα επιβληθούν στους τέσσερις κατηγορούμενους για τη χειρότερη μόλυνση από πετρελαιοκηλίδα στην ιστορία της Ισπανίας.
Η κατηγορούσα αρχή ζήτησε να επιβληθεί ποινή κάθειρξης πέντε ως δώδεκα ετών στον Έλληνα πλοίαρχο του Πρεστίζ Απόστολο Μαγκούρα, 78 ετών, στον επίσης Έλληνα πρώτο μηχανικό του πλοίου, Νικόλαο Αργυρόπουλο, καθώς και σε βάρος του τότε επικεφαλής της ισπανικής διεύθυνσης εμπορικού ναυτικού Χοσέ Λουίς Λόπεθ-Σορς.
Ακόμη, ζήτησε την επιβολή προστίμων ύψους 4,328 δισεκατομμυρίων ευρώ σε ζημίες και τόκους, ενώ ερήμην δικάστηκε ο τέταρτος κατηγορούμενος, ο Φιλιππινέζος δεύτερος αξιωματικός Ιρένεο Μαλότο, ο οποίος διαφεύγει ως και σήμερα τη σύλληψη.
Οι κατηγορούμενοι, που είναι όλοι άνω των 70 ετών, αναμένεται να μην φυλακιστούν.
Την 13η Νοεμβρίου 2002 το Πρεστίζ, ένα δεξαμενόπλοιο νηολογημένο στη Λιβερία υπό σημαία Κοινοπολιτείας Μπαχαμών, που είχε κατασκευαστεί το 1976 και μετέφερε 77.000 τόνους πετρελαίου, εμφάνισε ρήγμα και διαρροή φορτίου, καθώς έπλεε μέσα σε καταιγίδα ανοικτά της Γαλικίας, στη βορειοδυτική Ισπανία.
Η διεύθυνση του εμπορικού ναυτικού της Ισπανίας έδωσε εντολή στο πλοίο να ρυμουλκηθεί στα ανοικτά, όπου και κόπηκε στα δύο, στις 08:00 της 19ης Νοεμβρίου 2002, σε απόσταση 250 χλμ. από τις ακτές, όπου το βάθος της θάλασσας φθάνει τα 4.000 μ.
Το αποτέλεσμα ήταν το καύσιμο που μετέφερε να διαρρεύσει μολύνοντας 1.700 χλμ. ακτών στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στη Γαλλία.
Στην δίκη κατέθεσαν πάνω από 200 μάρτυρες και εμπειρογνώμονες. Οι 1.500 ενάγοντες ομαδοποιήθηκαν σε 55 πολιτικές αγωγές.
Ο πλοίαρχος και ο πλοιοκτήτης του Πρεστίζ κατηγόρησαν κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας τις ισπανικές αρχές ότι αυτές ευθύνονται για το ναυάγιο, διότι έδωσαν εντολή στο δεξαμενόπλοιο να απομακρυνθεί από τις ακτές.
Οι αρχές «μάς έδωσαν πορεία 320», η οποία «δεν ήταν ασφαλής», είπε ο Μαγκούρας. «Το πλοίο είχε ρήγμα και το έστειλαν στα ανοικτά, στον ωκεανό», συνέχισε ο Έλληνας πλοίαρχος.
«Επρόκειτο για την χείριστη επιλογή. Μας εγκατέλειψαν πάνω σε ένα πλωτό φέρετρο, μας έστελναν να πνιγούμε» κατήγγειλε.
Ο ίδιος επέμεινε ότι είναι αθώος, ενώ πρόσθεσε ότι είχε εντοπίσει σημάδια διάβρωσης στις δεξαμενές του πλοίου, αλλά δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει τη σοβαρότητα του προβλήματος.
Η συνήγορος υπεράσπισης της πλοιοκτήτριας εταιρείας Mare Shipping επισήμανε ότι «αρχικά επρόκειτο για μια ήσσονα διαρροή» καυσίμου.
Η απόφαση όμως των αρχών να δώσουν εντολή στο πλοίο να απομακρυνθεί από τις αρχές το οδήγησε, είπε η ίδια, σε «μια αυτοκτονική πορεία, επιδείνωσε τις δομικές ζημιές» του, προκαλώντας την καταστροφή.
Ο Λόπεθ-Σορς αντίθετα υποστήριξε πως η απόφαση αυτή ήταν σωστή κι είχε στόχο «να ελαχιστοποιηθεί η περαιτέρω μόλυνση του περιβάλλοντος».