Η εξέταση από το κοινοβούλιο του Λιβάνου πολλών αμφιλεγόμενων νομοσχεδίων αναβλήθηκε επ’ αόριστον, ανακοίνωσε την Τρίτη αξιωματούχος, αφού οργισμένοι διαδηλωτές εμπόδισαν τους βουλευτές να φτάσουν στη βουλή στο κέντρο της Βηρυτού.
«Η συνεδρίαση αναβλήθηκε για μια ημερομηνία που θα ανακοινωθεί αργότερα», δήλωσε ο Αντνάν Ντάχερ διαβάζοντας την ανακοίνωση στους δημοσιογράφους. Ο Ντάχερ αναφέρθηκε στην έλλειψη απαρτίας στο κοινοβούλιο και στις «τρέχουσες ιδιαίτερες συνθήκες, κυρίως σε ό,τι αφορά την ασφάλεια».
Εν τω μεταξύ διαδηλωτές και αστυνομικοί στον Λίβανο αντιπαρατέθηκαν στο κέντρο της Βηρυτού, στο οποίο έχουν αναπτυχθεί ισχυρές δυνάμεις, λίγες ώρες πριν την έναρξη μιας συνεδρίασης στο κοινοβούλιο, το οποίο πρόκειται να εξετάσει πολλά αμφιλεγόμενα νομοσχέδια.
Οι διαδηλωτές θέλουν να εμποδίσουν τη συνεδρίαση αυτή και μικροσυμπλοκές σημειώθηκαν μεταξύ των δύο πλευρών. Οι αστυνομικοί, που είναι εξοπλισμένοι με κράνη και ασπίδες, απώθησαν τους διαδηλωτές που προσπάθησαν επανειλημμένα να καταστρέψουν τα οδοφράγματα από συρματόπλεγμα που έχουν εγείρει οι δυνάμεις της τάξης σε λεωφόρο κοντά στο κοινοβούλιο, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Επανάσταση, επανάσταση», φώναζαν οι διαδηλωτές με την γροθιά υψωμένη και κρατώντας σημαίες του Λιβάνου.
Η χώρα συγκλονίζεται από τις 17 Οκτωβρίου από ένα άνευ προηγουμένου κίνημα διαμαρτυρίας, με τους διαδηλωτές να αξιώνουν την αποχώρηση της κυβερνώσας ελίτ την οποία κατηγορούν για διαφθορά και ανικανότητα.
Η αστυνομία έχει συγκεντρωθεί σε πολλούς δρόμους που οδηγούν στην πλατεία όπου βρίσκεται το κοινοβούλιο, γύρω από το οποίο οι δυνάμεις της τάξης έχουν τοποθετήσει συρματοπλέγματα και οδοφράγματα.
Η συνεδρίαση του κοινοβουλίου είναι προγραμματισμένο να ξεκινήσει το μεσημέρι. Την προηγούμενη εβδομάδα είχε αναβληθεί εξαιτίας της πίεσης των διαδηλωτών. Οι βουλευτές αναμένεται να εξετάσουν πολλά αμφιλεγόμενα νομοσχέδια, ανάμεσά τους και την παροχή γενικής αμνηστίας η οποία θα αφορά χιλιάδες ανθρώπους.
«Θέλουμε να εμποδίσουμε τους βουλευτές να φτάσουν στο κοινοβούλιο», εξήγησε η Λεϊλά, μία διαδηλώτρια. «Δεν θέλουμε αμνηστία, θέλουμε πρώτα απ΄όλα να σχηματίσουν κυβέρνηση».
Υπό την πίεση των διαδηλωτών ο πρωθυπουργός Σάαντ Χαρίρι παραιτήθηκε στις 29 Οκτωβρίου, όμως ακόμη δεν έχουν ξεκινήσει οι συνομιλίες για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Αμφιλεγόμενα νομοσχέδια
Οι διαδηλωτές φοβούνται ότι το νομοσχέδιο περί αμνηστίας ενδέχεται να απαλλάξει ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί ή κατηγορούνται για υποθέσεις φοροδιαφυγής ή περιβαλλοντικά αδικήματα.
Τεχνικά αυτό ίσως όντως συμβεί καθώς η αμνηστία αφορά όλα τα αδικήματα εκτός από αυτά που αναφέρεται ρητά ότι εξαιρούνται, εκτιμά μια μη κυβερνητική οργάνωση που ειδικεύεται σε νομικά ζητήματα, η Legal Agenda. Προσθέτει μάλιστα ότι το νομοσχέδιο ενέχει «μεγάλους κινδύνους» διότι περιλαμβάνει «τα αδικήματα των διεφθαρμένων που βρίσκονται στην εξουσία».
Οι βουλευτές είναι προγραμματισμένο επίσης να εξετάσουν ένα νομοσχέδιο που αφορά τη δημιουργία ειδικού δικαστηρίου για τα οικονομικά εγκλήματα και αυτά που αφορούν την κατάχρηση δημόσιων πόρων. Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι δικαστές σε αυτό το δικαστήριο θα ορίζονται από το κοινοβούλιο, κάτι που θέτει εν αμφιβόλω την ανεξαρτησία του και ενδέχεται να αποτελεί πλήγμα στη διάκριση των εξουσιών, τονίζει η Legal Agenda.
Η συνεδρίαση του κοινοβουλίου αναμένεται να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, αν και κάποια κόμματα, όπως το Kataeb (χριστιανικό) και οι Λιβανέζικες Δυνάμεις (χριστιανικό), έχουν ανακοινώσει ότι θα απόσχουν.
Ανοιχτές τράπεζες
Στο μεταξύ ουρές έχουν σχηματιστεί έξω από τις τράπεζες σήμερα, καθώς αυτές άνοιξαν για πρώτη φορά εδώ και μία εβδομάδα, ενώ αστυνομικές δυνάμεις έχουν αναπτυχθεί έξω από τα τραπεζικά καταστήματα.
Οι τράπεζες παραμένουν κλειστές σχεδόν όλο από τότε που ξεκίνησαν οι κινητοποιήσεις. Άνοιξαν έπειτα από δύο εβδομάδες την 1η Νοεμβρίου, όμως έκλεισαν ξανά μία εβδομάδα αργότερα εξαιτίας της απεργίας των υπαλλήλων που κατήγγειλαν ότι δέχονταν απειλές από πελάτες που ζητούσαν τα χρήματά τους.
Σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η μαζική εκροή κεφαλαίων έχουν επιβληθεί προσωρινά μέτρα στην κίνηση κεφαλαίων, ανάμεσά τους εβδομαδιαίο όριο 1.000 δολαρίων στις αναλήψεις και περιορισμοί στην αποστολή χρημάτων στο εξωτερικό.