Η φωτογραφία μιας γυναίκας που συνομιλεί με έναν από τους δύο δράστες της άγριας δολοφονίας χθες το μεσημέρι στο νοτιοανατολικό προάστιο του Λονδίνου, Woolwich, έχει κάνει το γύρο του κόσμου.
Η γυναίκα, που είναι μέλος της ομάδας Cub Scout, φαίνεται να συνομιλεί με το δράστη ενώ εκείνος ακόμη κρατά στα χέρια του τα ματωμένα μαχαίρια με τα οποία κατακρεούργησε, σύμφωνα με τους αυτόπτες μάρτυρες, ένα βρετανό στρατιώτη.
«Δε θα είστε ποτέ ασφαλείς. Οφθαλμό αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος» φέρεται να είπε ένας από τους δολοφόνους μετά την επίθεση, που έγινε μέρα μεσημέρι.
Οι δύο δράστες, γράφει η Daily Mail, περίπου στα 20, περίμεναν στη συνέχεια να καταφθάσει η αστυνομία.
Τότε η μητέρα δύο παιδιών Ingrid Loyau-Kennett τους πλησίασε και μίλησε σε έναν εξ αυτών, αφού πρώτα εξέτασε το σφυγμό του θύματος.
Η ίδια μίλησε στην Telegraph και αποκάλυψε πώς κατάφερε να διατηρήσει την ψυχραιμία της, προσπαθώντας να ηρεμήσει τους δράστες.
«Θέλουμε να ξεκινήσουμε ένα πόλεμο απόψε στο Λονδίνο» της είπε ένας εξ αυτών.
«Αυτή τη στιγμή είστε μόνο εσείς απέναντι σε πολλούς. Θα χάσετε. Τι θέλετε να κάνετε;» του αποκρίθηκε για να της απαντήσει ότι θα μείνουν για να πολεμήσουν.
«Θέλεις να μου δώσεις αυτό που έχεις στα χέρια σου;» του είπε ακόμη.
Σύμφωνα με την εφημερίδα η γυναίκα δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει τη λέξη «όπλο» και προτίμησε να τους τραβήξει την προσοχή εκείνη, καθώς πλησίαζε η ώρα που θα σχολούσαν και τα παιδιά από κοντινά σχολεία.
Υπουργοί της κυβέρνησης Κάμερον εξήραν το θάρρος της.
Εν τω μεταξύ, σήμερα συνεδριάζει η Επιτροπή Διαχείρισης Εκτάκτων Καταστάσεων, υπό την προεδρία του βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον.
Ο Κάμερον δήλωσε «συγκλονισμένος» από το περιστατικό, χτες από τη Γαλλία όπου είχε συνάντηση με τον Φρανσουά Ολάντ, και έδωσε εντολή για την πραγματοποίηση έκτακτης συνόδου για την αντιμετώπιση κρίσεων, σημειώνοντας ότι υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για τρομοκρατική επίθεση.
Είναι «υπερβολικά πιθανό» να ήταν τρομοκρατική ενέργεια η δολοφονία στο νότιο Λονδίνο, δήλωσε σήμερα εξάλλου και ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον.
«Προφανώς είναι νωρίς ώστε να έχουμε όλα τα στοιχεία (…) φοβάμαι όμως ότι είναι υπερβολικά πιθανό να πρόκειται για μια τρομοκρατική επίθεση, του είδους που έχει ξαναδεί η πόλη στο παρελθόν», δήλωσε σε τηλεοπτικά δίκτυα.
Οι αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν τα όπλα που έφεραν οι δράστες της επίθεσης ως ματσέτες ή μπαλτάδες.
«Η αστυνομία αντέδρασε, πυροβολώντας και τραυματίζοντάς τους», δήλωσε ο αξιωματούχος της αστυνομίας της βρετανικής πρωτεύουσας Σάιμον Λέτσφορντ.
Ο τοπικός βουλευτής Νικ Ρέινσφορντ δήλωσε από την πλευρά του ότι ο άνδρας που σκοτώθηκε ήταν ένας στρατιώτης που υπηρετούσε σε κοντινό στρατώνα.
Σε εικόνες που μεταδόθηκαν από το δίκτυο ITV φαίνεται ένας άνδρας που φέρει ένα μεγάλο μαχαίρι και τα χέρια του είναι ματωμένα να φωνάζει: «Ορκιζόμαστε στον παντοδύναμο Αλάχ ότι δεν θα σταματήσουμε ποτέ να σας πολεμούμε».
Κυβερνητική πηγή δήλωσε ότι οι δράστες της δολοφονίας φώναζαν «ο Θεός είναι μεγάλος» κατά την επίθεση.
Παράλληλα ένας αυτόπτης μάρτυρας, που κατονομάστηκε μόνον ως Τζέιμς, δήλωσε στον ραδιοσταθμό LBC, ότι οι δράστες επιτέθηκαν με μαχαίρια στο θύμα σαν αυτό να ήταν «ένα κομμάτι κρέας».
«Τον πετσόκοψαν, τον έκοψαν κομμάτια», είπε και πρόσθεσε: «Αυτοί οι δύο τύποι ήταν αλλόφρονες». «Τον έσυραν από το πεζοδρόμιο και πέταξαν το πτώμα του στην μέση του δρόμου και το άφησαν εκεί».
Στη συνέχεια οι δύο δράστες παρέμειναν στην περιοχή, κραδαίνοντας μαχαίρια και ένα όπλο και ζητούσαν από τους περαστικούς να τους πάρουν φωτογραφία «σαν να ήθελαν να τους δείξει η τηλεόραση ή κάτι τέτοιο», συνέχισε ο αυτόπτης μάρτυρας.
Άλλοι αυτόπτες μάρτυρες δήλωσαν ότι οι επιτιθέμενοι προσπάθησαν να αποκεφαλίσουν το θύμα και ότι επιτέθηκαν στην αστυνομία όταν αυτή έφτασε στην περιοχή.