Αναμενόμενο, όσον αφορά το περιεχόμενο των προτάσεων και το ύφος των επιχειρημάτων και χωρίς να αναδείξει κάποιον σαφή «νικητή», υπήρξε η χθεσινή, πρώτη, τηλεοπτική αναμέτρηση των ηγετών των τεσσάρων κύριων κομμάτων του ισπανικού Κοινοβουλίου στο κρατικό δίκτυο RTVE.
Με τις σφυγμομετρήσεις να καταδεικνύουν ένα μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, η ποιότητα της χθεσινής τηλεοπτικής αντιπαράθεσης δεν φαίνεται να λύνει τον γρίφο της ισπανικής πολιτικής και ούτε προοιωνίζει κάτι διαφορετικό στη δεύτερη αποψινή τηλεμαχία στο δίκτυο Artesmedia.
Το τηλεοπτικό κοινό των ψηφοφόρων της 28ης Απριλίου δεν είδε κανέναν από τους τέσσερις ηγέτες, τον Σοσιαλιστή πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ, τον ηγέτη του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ) Πάβλο Κασάδο, τον πρόεδρο των Ciudadanos Άλβερτ Ριβέρα και του γραμματέα των Podemos Πάβλο Ιγκλέσιας, να λένε κάτι διαφορετικό από το διατυπωμένο πρόγραμμα των κομμάτων τους, αλλά ούτε και να βγάζουν κάποιον άσσο από το μανίκι τους. Απεναντίας αναλώθηκαν σε γνωστές εκατέρωθεν κατηγορίες, που στη μακρά, άτυπη, προεκλογική εκστρατεία έχουν πλέον ξεπερασθεί.
Επιπλέον, όπως σημειώνει και ο σημερινός Τύπος στη χώρα, δεν έγινε σαφές και το μεγάλο διακύβευμα, που έχει προκύψει μετά τις δημοσκοπήσεις που ναι μεν φέρουν το PSOE του Σάντσεθ νικητή, αλλά ανήμπορο να σχηματίσει κυβέρνηση μόνο με τους ‘φυσικούς’ συμμάχους του Podemos και δείχνουν πιο εφικτή τη συνεργασία του με τους Ciudadanos. Ούτε ο Σάντσεθ έδωσε κάποιο δείγμα ότι μπορεί να συνεργασθεί με τον Ριβέρα, αλλά ούτε και ο Ριβέρα–πέρα από κάποιες νύξεις–δεσμέυθηκε πως οπωσδήποτε θα συνεργασθεί μετεκλογικά και με τον Κασάδο, ιδίως σε μία επανάληψη της περίπτωσης της Ανδαλουσίας και με τη συνδρομή του ακροδεξιού Vox.
Ο Σάντσεθ ακολούθησε τη στρατηγική του προτάσσοντας την «φοβική ψήφο» απέναντι στην ακροδεξιά και το ενδεχόμενο να επαναληφθεί η περίπτωση της Ανδαλουσίας, με το Vox να βρεθεί στη θέση του ρυθμιστή της ισπανικής πολιτικής. Από την πλευρά τους, οι Κασάδο και Ριβέρα προσπάθησαν να εκμεταλλευθούν την άλλη πτυχή της «φοβικής ψήφου», επαναλαμβάνοντας την κατηγορία κατά του Σάντσεθ ότι στηρίζεται στην κοινοβουλευτική βοήθεια των αυτονομιστών, Καταλανών και Βάσκων. Από την πλευρά του, ο Ιγκλέσιας έβαλε όπως συνήθως κατά των ανεκπλήρωτων θεσμικών και συνταγματικών αλλαγών, που κατά το κόμμα του έχει πρώτιστα ανάγκη η χώρα.
Όσον αφορά την οικονομία, ο Κασάδο θύμισε έναν από τους προκατόχους του στην ηγεσία του ΡΡ και πρώην πρωθυπουργό, τον Χοσέ Μαρία Αθνάρ, επαναλαμβάνοντας την περίφημη φράση του: «Η Ισπανία δεν πάει καλά»( μολονότι τα επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία δείχνουν το αντίθετο) και υποσχέθηκε τη δημιουργία 2 εκατ. θέσεων εργασίας, χάρις σε μία μείωση της φορολογίας ύψους 16 δισ. ευρώ. Ο Σάντσεθ χαρακτήρισε «ανεύθυνη» την πρόταση τούτη και υπενθύμισε τα «κατορθώματα» της κυβέρνησής του στον τομέα αυτό, με πρώτο και καλλίτερο την αύξηση του κατώτατου μισθού, στο σημείο αυτό ευχαριστώντας τον Ιγκλέσιας για τη συνδρομή του ώστε να κυρωθεί το μέτρο.
Από την πλευρά του, ο Ριβέρα επανέλαβε το δικό του πρόγραμμα φοροαπαλλαγών και το μέτρο της ενιαίας σύμβασης εργασίας, ενώ ο Ιγκλέσιας επανέλαβε την πάγια θέση του κόμματός του για επιστροφή των κονδυλίων της κρατικής βοήθειας που έλαβαν οι τράπεζες για τη διάθεσή τους και τη μείωση του ΦΠΑ σε μία σειρά αγροδιατροφικών προϊόντων και άλλων αναγκαίων καταναλωτικών ειδών, όπως για τη γυναικεία υγεία.
Όσον αφορά τη δέσμη των κοινωνικών προτάσεων, ο Ιγκλέσιας δεσμεύθηκε για την προστασία των συντάξεων και τη νομοθετική εγγύηση της κατώτατης σύνταξης στα 600 ευρώ.
Από την πλευρά του ο Σάντσεθ τόνισε πως το κυριότερο πρόβλημα της Ισπανίας είναι οι κοινωνικές ανισότητες και υποσχέθηκε ένα πρόγραμμα για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας. Μεγάλη υπήρξε η αντιπαράθεση, ιδίως του Σάντσεθ με τον Κασάδο, όσον αφορά τα σκάνδαλα της διαφθοράς, για τα οποία κατά κόρον κατηγορείται το ΡΡ με πολλά πρώην στελέχη του να έχουν καταδικασθεί, ή να βρίσκονται υπόδικα, ενώ ο Ιγκλέσιας βρήκε την ευκαιρία να καυτηριάσει την «βρώμικη εκστρατεία» που είχε εξαπολυθεί εναντίον του από την πρώην συντηρητική κυβέρνηση, με τις αποδεδειγμένα πλέον χαλκευμένες αποδείξεις για χρηματισμό του κόμματος από τη Βενεζουέλα, αλλά και που ο Σάντσεθ δεν έχει βοηθήσει για να καταδικασθεί.
Εκεί που διασταύρωσαν πιο έντονα τα ξίφη τους οι τέσσερις υποψήφιοι ήταν στα θέματα της βίας κατά των γυναικών και στην οικογένεια.
Ο Σάντσεθ επιτέθηκε στον Κασάδο για τις υπερσυντηρητικές θέσεις που έχουν εκφράσει υποψήφιοί του, ενώ ο συντηρητικός υποψήφιος αντέτεινε πως «η καλλίτερη προστασία μίας γυναίκας ενάντια στην κακοποίηση είναι να έχει εργασία» και αυτή και ο σύντροφός της. Ο Ριβέρα επανέλαβε, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, τις επικρίσεις του για την εφεκτικότητα του Σάντσεθ να νομοθετήσει υπέρ της «ανάδοχης, ή επιβοηθούμενης κύησης» και υποσχέθηκε να νομοθετήσει για την προστασία «όλων» των οικογενειών.
Όμως το φλέγον θέμα όλης της αναμέτρησης υπήρξε η πολιτική για τις περιφέρειες και τις Αυτονομίες. Ενώ οι Σάντσεθ και Ιγκλέσιας, με διαφορετικούς τόνους, υπερασπίσθηκαν την ιδέα μίας «ενωμένης στη διαφορετικότητά της» Ισπανίας (ο πρώτος) και «πολυεθνικής» και «με λιγότερες προσβολές» (ο δεύτερος), οι Ριβέρα και Κασάδο σκλήρυναν τη στάση τους και στηλίτευσαν εξ ολοκλήρου την κάθε ιδέα «ανεξαρτησίας», όσων θέλουν «να διαλύσουν την Ισπανία», όπως επιχειρηματολόγησε ο Ριβέρα.
Φυσικά η στάση του Σάντσεθ απέναντι στην Καταλονία, με την άρνησή του να αποτρέψει οποιαδήποτε απαλλαγή των υπόδικων και κρατουμένων Καταλανών πολιτικών, πράγμα που ο ίδιος αρνήθηκε, ενώ ο Ιγκλέσιας τόνισε πως το Καταλανικό δύναται να επιλυθεί μόνον μέσω της κατανόησης και του διαλόγου.
Αλλά στο θέμα της πολυαναμενόμενης μετεκλογικής σύγκλισης κομμάτων, κανένας δεν έγινε σοφώτερος από τη χθεσινή αναμέτρηση. Ο Ιγκλέσιας έτεινε χείραν προς τον Σάντσεθ, ο οποίος τήρησε σιγή όσον αφορά μία πιθανή συνεργασία του με τον Ριβέρα και τους Ciudadanos. Αναφορικά με το δεύτερο τούτο ενδεχόμενο, ο Σάντσεθ τόνισε πως εάν επιστρέψει στο Μέγαρο της Μονκλόα θέλει να αυτό να γίνει με τη στήριξη «μίας ευρείας πλειοψηφίας». Στο σημείο αυτό, ο πρωθυπουργός εξέφρασε τη θλίψη του για την ισχνή προσπάθεια του Ριβέρα να δημιουργηθεί μία «υγειονομική ζώνη» κατά της ακροδεξιάς, ενώ ο ηγέτης των Ciudadanos εξέφρασε τη μεταμέλειά του για το σύμφωνο στήριξης της κυβέρνησής του, που είχε ενώσει περιστασιακά τα δύο κόμματα το 2016.
Ο Ριβέρα πρότεινε συνεργασία στον Κασάδο, που όμως θα αποκλείει εξάπαντος τους βάσκους εθνικιστές του PNV, πρόταση που ο τελευταίος δήλωσε πως αποδέχεται–τη στιγμή που απαντούσε για τα σκάνδαλα. Κανένας από τους δύο δεν τόλμησε να κάνει μία αναφορά στο Vox, τον απαραίτητο τρίτο για τον σχηματισμό κυβέρνησης σε περίπτωση που συνεργασθούν ΡΡ -Ciudadanos, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις δεν μπορούν να σχηματίσουν δικομματική κυβέρνηση.
Τον επίφοβο τούτο ακροδεξιό «Καλεσμένο από Πέτρα» (όπως ο Κομεντατόρε στον Δον Ζουάν) επανέφερε σε κάθε του επωδό ο Σάντσεθ και μάλιστα το ακροδεξιό μορμολύκειο ήταν και το ακροτελεύτιο επιχείρημά του στο κλείσιμο της αναμέτρησης.