Μία μακρά προεκλογική περίοδος, που έχει ξεκινήσει ουσιαστικά από τις 15 Φεβρουαρίου, αφότου ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ προκήρυξε την ημερομηνία των εκλογών για τις 28 Απριλίου, ξεκίνησε χθες στην Ισπανία. Kύριο διακύβευμα η προοπτική «ιταλοποίησης» της πολιτικής της διακυβέρνησης, καθώς οι ψηφοφόροι θα κληθούν να αποφασίσουν εάν θέλουν να εξακολουθήσει να κυβερνά το PSOE με κάποιον σύμμαχο, ή να εμπιστευθούν την εξουσία στην τριμερή συμμαχία δεξιάς-κέντρου-ακροδεξιάς, όπως προκύπτει από τις σφυγμομετρήσεις.
Κεντρική θέση στην προεκλογική αυτή εκστρατεία αποτελεί το ακανθώδες θέμα της Καταλονίας. Άλλωστε, ένεκα αυτού κάποιες πολιτικές δυνάμεις, όπως οι Ciudadanos ή το ακροδεξιό Vox, έχουν καταφέρει, τονώνοντας τα εθνικιστικά ένστικτα των Ισπανών, να ενισχύσουν τα ποσοστά τους. Ο «εσωτερικός εχθρός» της καταλανικής αυτονομίας, υπήρξε άλλωστε και η κύρια αιτία που προσέδωσε ώθηση στη δεξιά πτέρυγα για να κατορθώσει να αλώσει το «κάστρο» του Σοσιαλισμού στην Ανδαλουσία και η δεξιά τριμερής συμμαχία του Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ), των Ciudadanos και του Vox, να αποσπάσει τη διακυβέρνηση της μεγαλύτερης και πολυπληθέστερης ισπανικής επαρχίας, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η προεκλογική εκστρατεία ξεκινά λοιπόν με ένα μέγα ερώτημα: πόσο αρειμάνια πρόκειται να είναι η στάση και τα επιχειρήματα των δεξιών κομμάτων απέναντι στο Καταλανικό; Με τη δίκη του κρατούμενου ηγέτη της Καταλανικής Ρεπουμπλικανικής Αριστεράς (ERC) Οριόλ Τζουνκέρας και άλλων φυλακισμένων Καταλανών πολιτικών να συνεχίζεται, με το Vox να προκαλεί επεισόδια στη Βαρκελώνη και τη Δεξιά να έχει οργανώσει την πανεθνική κινητοποίηση «για την ενότητα της Ισπανίας», το ένστικτο της φιλοπατρίας θα αποτελέσει ένα σοβαρό κριτήριο μπροστά από τις κάλπες.
Από την πλευρά του, ο Σάντσεθ θα εκμεταλλευτεί την άνοδο της ακροδεξιάς και το μορμολύκειο του εθνικισμού ως αντεπιχειρήματα για να αλιεύσει τους φόβους, αλλά και το κενό που έχει δημιουργήσει στον κεντρώο χώρο η μετατόπιση ακόμη πιο δεξιά του ΡΡ και των Ciudadanos. Ένα από τα χαρτιά του Ισπανού πρωθυπουργού είναι να επισημαίνει την «κοινή φωτογραφία των ηγετών των τριών παρατάξεων, Πάμπλο Κασάδο, Άλμπερτ Ριβέρα και Σαντιάγο Αμπασκάλ, για να καταγγείλει τον δεξιό και αντιευρωπαϊκό εκτροχιασμό των δύο πρώτων και τον στενό εναγκαλισμό του με τον τρίτον, τον ακραιφνή νοσταλγό του Φρανκισμού. Άλλωστε, ο ακραίος λόγος μίσους του Αμπασκάλ ήταν ο κύριος λόγος που, μολονότι δεν είναι επισήμως μία υπολογίσιμη δύναμη στο Κοινοβούλιο, ο Σάντσεθ αποφάσισε να τον συμπεριλάβει στην κοινή τηλεοπτική αντιπαράθεση των αρχηγών κομμάτων, ελπίζοντας πως η δριμύτητα των θέσεών του θα φοβίσει το εκλογικό σώμα.
Όμως, ο Σάντσεθ έχει ακόμη έναν λόγο ανησυχίας: το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων και τον κίνδυνο να επαναληφθεί η εκτεταμένη αποχή των ψηφοφόρων της ευρύτερης και αποκαρδιωμένης Αριστεράς που υποβοήθησε τον δεξιό θρίαμβο στην Ανδαλουσία. Για τον λόγο αυτό αναμοχλεύει συνεχώς τον κίνδυνο της «επιστροφής της δεξιάς, που θα ξαναφέρει τις περικοπές. Μόνο το PSOE μπορεί να ανακόψει αυτές τις τρεις δεξιές», τόνισε χθες ο Σάντσεθ.
Πλέον, αποφασιστικός παράγοντας είναι ο τρόπος που θα διεξάγουν και οι στρατηγικές τους στον προεκλογικό αγώνα και των άλλων κομμάτων. Οι πιθανοί σύμμαχοι του Σάντσεθ, οι Podemos, που βλέπουν στις σφυγμομετρήσεις τα ποσοστά τους να καταβαραθρώνονται, έχουν ήδη δείξει την πρόθεσή τους να εστιάσουν τη στρατηγική τους στον βρώμικο πόλεμο με τη μυστική «πατριωτική αστυνομία» και τα πλαστά έγγραφα κατά του ηγέτη τους Πάμπλο Ιγκλέσιας. Ο Ιγκλέσιας από την κριτική του δεν πρόκειται να αποκλείσει και τον ίδιον τον Σάντσεθ, στην επίθεσή του κατά πάντων.
Από την πλευρά του, ο Ριβέρα θέλει να τονίσει το ευρωπαϊκό πνεύμα της πολιτικής του, ιδίως στοχεύοντας εκεί που υστερεί περισσότερο στον αγροτικό πληθυσμό, στον οποίο υπόσχεται «σύνδεση με τις πόλεις» και «υποδομές», χωρίς να ξεχνά τον κεντρικό του στόχο «να κρατήσει ενωμένη την Ισπανία», που «είναι διαιρεμένη ανάμεσα σε κόκκινους και μπλε, σε αντιμέτωπες περιφέρειες, σε άνδρες και γυναίκες», τονίζοντας πως κύριος στόχος των συμμαχιών που θα αναζητήσει μετεκλογικά είναι μόνο ένας: να φύγει από το μέγαρο της Μονκλόα ο Σάντσεθ.
Ο Πάμπλο Κασάδο του ΡΡ από την άλλη πλευρά δεν αποφεύγει τα ολισθήματα, με το επιτελείο του να σπεύδει να σβήσει τις φωτιές που ο ηγέτης του ανάβει, υπενθυμίζοντας πως οφείλονται σε έναν πολιτικό που για πρώτη φορά διευθύνει τον προεκλογικό αγώνα. Οι «γκάφες» του στις αναφορές του για τη μετανάστευση, ή τον βασικό μισθό, έχουν επηρεάσει πολλούς ψηφοφόρους και ο μόνος τρόπος για να αποσπάσει ψήφους είναι να υπενθυμίζει orbi et urbi πως το ΡΡ είναι το κατεξοχήν εθνικό κόμμα, είναι εκείνο που εμπόδισε την αυτονόμηση της Καταλονίας και το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί ότι θα καταπνίξει το αυτονομιστικό της κίνημα. Μάλιστα, ο Κασάδο δήλωσε πως δεν βλέπει τον λόγο κάποιος από τους ψηφοφόρους του Vox να μην μπορεί να ψηφίσει το ΡΡ στις εκλογές.
Μόλις λίγο πριν τις εκλογές, η μακρο-έρευνα του Κέντρου Κοινωνιολογικών Ερυενών (CIS) για τα ποσοστά των κομμάτων έχει δώσει το στίγμα που θα καθορίσει και την ένταση και το περιεχόμενο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του, το PSOE ενδέχεται να συγκεντρώσει 138 έδρες, έχοντας έτσι τη δυνατότητα να κυβερνήσει μόνο με τη στήριξη των Podemos και να μην επαφίεται στη διάθεση των αυτονομιστικών κομμάτων. Στην ίδια σφυγμομέτρηση, το ΡΡ αναμένεται να αυξήσει ελαφρά τη δύναμή του (66 με 76 έδρες), καταδεικνύεται η προοδευτική υποχώρηση των Ciudadanos (42 με 51 έδρες), η κατακρήμνιση των Podemos (33 με 41 έδρες), ενώ στο Vox πιστώνονται 29 με 37 έδρες.
Οι προβλέψεις αυτές καθιστούν ακόμη πιο κρίσιμη την τηλεοπτική αναμέτρηση των πέντε αρχηγών στο τηλεοπτικό δίκτυο Antena 3, που θα διεξαχθεί την ερχόμενη εβδομάδα.