Ένα νέο τοπίο διαμορφώνεται για τις σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων, έπειτα από τη συμφωνία για την ανάληψη της αστυνόμευσης του εναέριου χώρου της γειτονικής χώρας από την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και το οικονομικό φόρουμ που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα.
Για το τι σημαίνουν αυτά τα δύο, η ιστοσελίδα news.gr μίλησε με τον γνωστό διεθνολόγο και καθηγητή, Κωνσταντίνο Φίλη, ο οποίος είπε σχετικά: «Ως προς το κομμάτι της επιτήρησης του εναερίου χώρου αυτό δεν μπορεί παρά να λογίζεται ως μια πολύ θετική εξέλιξη για εμάς που έχουμε κάνει κάτι αντίστοιχο και με την Αλβανία και με το Μαυροβούνιο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά είναι πολύ σημαντικό που το κάνουμε με μία χώρα με την οποία μέχρι πρότινος βρισκόμασταν σε πολύ έντονη αντιπαράθεση λόγω του ονοματολογικού.
Είναι επίσης σημαντικό γιατί με τέτοιες ενέργειες και αν συνδυαστεί με την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των Ενόπλων Δυνάμεων και των Δυνάμεων Ασφαλείας της γειτονικής χώρας, η Ελλάδα αρχίζει να αποκτά ένα βαθμό επιρροής του γείτονα και αναπτύσσεται ένα κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών.
Αυτό που θα μπορούσε να επιφέρει η Συμφωνία των Πρεσπών η απενοχοποίηση και αποδαιμονοποίηση της Ελλάδας ως της χώρας η οποία ευθύνεται για την εικόνα της κατάστασης που βρίσκεται η γειτονική χώρα. Κυρίως το προηγούμενο καθεστώς του Γκρούεφσκι χρέωνε στην Αθήνα όλα τα δεινά λέγοντας πως “αυτοί μας μπλοκάρουν την είσοδο σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση. και άρα αυτοί ευθύνονται για τα προβλήματά μας”.
Πλέον, αυτό δεν υπάρχει. Δημιουργούνται οι συνθήκες, δεν λέω ότι θα γίνει, αλλά οπωσδήποτε δημιουργούνται οι συνθήκες για να αποκατασταθεί η τάξη και η αλήθεια και να αποδαιμονοποιηθεί η Ελλάδα, για να βελτιωθεί δηλαδή το προφίλ της χώρας μας, να μετριαστεί ο ανθελληνισμός. Εφόσον γίνει αυτό, μας δίνει μεγαλύτερα περιθώρια επιρροής.
Άρα, λοιπόν, η στρατιωτική πτυχή, επειδή μιλάμε για ένα ευαίσθητο θέμα, για μια χώρα που έχει πολύ περιορισμένης εμβέλειας και ισχύος στρατό, να μην γελιόμαστε, αλλά επειδή το στρατιωτικό κομμάτι συνεπάγεται, κυρίως με την επιμόρφωση και εκπαίδευση μαζί με την επιτήρηση του εναέριου χώρου, συνεργασία σε ένα πολύ ευαίσθητο για την εθνική ασφάλεια τομέα πιστεύω πως πράγματι θα αποτελέσει μια πολύ καλή αρχή για τις σχέσεις των δύο χωρών. Θεωρώ πως η Ελλάδα το επεδίωξε αυτό εξαρχής για να καταφέρει αυτό που είπαμε».
Ως προς το οικονομικό κομμάτι, ο κ. Φίλης σημείωσε πως «το οικονομικό φόρουμ κατέδειξε και τις προοπτικές αλλά και την αδυναμία ή για να το πω αλλιώς τους περιορισμούς που υπάρχουν τόσο λόγο του ότι η γειτονική χώρα πρέπει να εκσυγχρονιστεί και στην λειτουργία των θεσμών αλλά και στην απόκτηση ενός knowhow για το πώς θα προσελκύει επιχειρήσεις και κυρίως πως θα λειτουργούν αυτές σε αυτήν. Να μπει δηλαδή ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο και να υπάρχει και η κατάλληλη τεχνογνωσία στη Βόρεια Μακεδονία.
Από εκεί και πέρα υπάρχει και έντονος ανταγωνισμός γιατί η οικονομία δεν περιμένει. Υπάρχουν Αυστριακοί, Γερμανοί, Βρετανοί, Τούρκοι οι οποίοι είναι αρκετά δραστήριοι και η παρουσία τους ενδυναμωμένη στην γείτονα. Μάλιστα εκεί υπάρχει και η τουρκική τράπεζα Halkbank, η οποία νομίζω είναι η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στη χώρα, άρα η Τουρκία έχει μέσω του τραπεζικού συστήματος, μεγαλύτερες δυνατότητες παρέμβασης στην οικονομία.
Άρα, δεν είναι εύκολος ο ανταγωνισμός, αλλά οπωσδήποτε τώρα θα είναι πιο δύσκολο για την Τουρκία να βρίσκει ανοιχτές πόρτες, διότι εκμεταλλευόταν και το κλίμα ανθελληνισμού των προηγούμενων ετών σε κάποιο βαθμό και πιο εύκολο για την Ελλάδα να ανοίγει πόρτες και να μπορούν ελληνικές εταιρείες να επενδύουν.
Επειδή, όμως, η συζήτηση (στο οικονομικό φόρουμ) αυτή είχε και ένα χαρακτήρα θα έλεγα show, θα πρέπει να πούμε πως η Ελλάδα είχε πάντα παρουσία οικονομική, από την αρχή σχεδόν της δημιουργίας αυτού του κράτους. Μάλιστα κάποιες περιόδους και αρκετά έντονη και στον τραπεζικό τομέα και σε άλλους και την οποία δεν αξιοποίησε σωστά. Τώρα θα δούμε αν το νέο κλίμα που διαμορφώνεται θα βοηθήσει την επανάκαμψη των ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες όμως επαναλαμβάνω θα μπουν σε ένα ανταγωνιστικό πλαίσιο γιατί επιχειρήσεις άλλων χωρών είναι ήδη εδραιωμένες».
Ο κ. Φίλης ρωτήθηκε και για το αν υπάρχει κίνδυνος να σχηματιστεί στην γειτονική χώρα πως η Ελλάδα προσπαθεί να την μετατρέψει σε ένα είδος «προτεκτοράτου» και τι θα σημάνει κάτι τέτοιο. Ο καθηγητής τόνισε ως προς αυτό: «Εμείς θέλουμε να έχουμε ερείσματα σε αυτή την χώρα και δεν θα θέλαμε μια χώρα εχθρική απέναντί μας και ως εκ τούτου θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί να μην φανεί πως η Ελλάδα θέλει να τους δορυφοροποιήσει. Αν δημιουργηθεί τέτοια αίσθηση θα υπάρξει τέτοιος κίνδυνος. Και με την επίσκεψη του Ακάρ την επόμενη μέρα βλέπεται πως υπάρχει ενδιαφέρον και από άλλους δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτό το παιχνίδι.
Σε πρώτη φάση η ίδια η Βόρεια Μακεδονία θα είναι ωφελημένη καθώς θα έχει δυνάμεις ανταγωνίζονται για επενδύσεις κλπ. Οι συνθήκες για την Ελλάδα θα είναι πλέον ασφαλώς ευνοϊκότερες χωρίς να σημαίνει πως ότι συμβαίνει στην οικονομία της γειτονικής χώρας θα το παίρνουμε.
Αν είναι να εμπεδωθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης αυτό θα γίνει μόνο μέσα από επενδύσεις και συνεργασία σε διάφορους τομείς όπως στρατιωτική συνεργασία και η ενέργεια.
Το σημαντικότερο όλων στο τέλος της ημέρας είναι πως η Ε.Ε. Επειδή το ΝΑΤΟ θα τους παράσχει μια σχετική ασφάλεια σε σχέση με τις εθνοτικές διαιρέσεις που έχουν, η Ε.Ε. είναι εκείνη που με τα κεφάλαιά της θα τους βοηθήσει, αν ξεκινήσει σύντομα η ενταξιακή διαδικασία, να βγουν από το οικονομικό τέλμα στο οποίο βρίσκονται και σε αυτό το σημείο η Ελλάδα έχει ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες να επηρεάσει τα πράγματα με ανταποδοτικό όφελος τον απόλυτο και πλήρη και απαρέγκλιτο σεβασμό της συμφωνίας των Πρεσπών.
Η Ελλάδα λοιπόν πρέπει να χρησιμοποιήσει το ευρωπαϊκό χαρτί, να διασφαλίσει τα συμφέροντά της και ταυτόχρονα να εξελιχθεί σε μια χώρα κλειδί στην ευρωπαϊκή προοπτική των γειτόνων».