Η Transport Canada, η ομοσπονδιακή υπηρεσία ασφάλειας των μεταφορών του Καναδά, καθ’ ύλη αρμόδια για τον τομέα των αερομεταφορών, ανακοίνωσε χθες Τρίτη ότι θα προχωρήσει σε δική της, ανεξάρτητη, «εξαντλητική εξέταση» του συστήματος ασφάλειας και ελέγχου MCAS της Boeing, που χρησιμοποιείται στη γκάμα των αεροσκαφών 737 MAX, δύο από τα οποία συνετρίβησαν μέσα σε πέντε μήνες.
Τόσο το αεροσκάφος της Ethiopian Airlines που συνετρίβη την 10η Μαρτίου κοντά στην Αντίς Αμπέμπα (157 νεκροί) , όσο και εκείνο της Lion Air που συνετρίβη στα ανοικτά της Ιάβας την 29η Οκτωβρίου (189 νεκροί) ήταν MAX 8, ο πλήρης στόλος των οποίων έχει πλέον καθηλωθεί στο έδαφος σε όλο τον κόσμο.
«Δοθείσης της βαθύτερης κατανόησής μας αυτή τη στιγμή (…) θα γίνει εξαντλητική εξέταση του MCAS» και του κατά πόσον το σύστημα εντοπίζει σωστά περιπτώσεις απώλειας στήριξης ή όχι και πώς παρεμβαίνει στο έργο των χειριστών των αεροσκαφών αυτών, «στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων προσπαθειών της Transport Canada», ανέφερε ανακοίνωση του εποπτικού φορέα.
Το MCAS (σ.σ. αρκτικόλεξο του όρου Maneuvering Characteristics Augmentation System, που μπορεί να αποδοθεί ελεύθερα «Σύστημα Βελτίωσης των Χαρακτηριστικών Χειρισμού») αναπτύχθηκε ειδικά για τη σειρά MAX, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, ώστε να αποτρέπει απώλεια στήριξης όταν το αεροσκάφος πετά με χαμηλή ταχύτητα, έχοντας ανασύρει τα πτερύγια, και με το ρύγχος προς τα πάνω, με την αξιοποίηση αισθητήρων που μετρούν την ταχύτητα εδάφους και άλλα δεδομένα για να ορίζεται αν χρειάζεται επέμβαση.
Όταν ενεργοποιείται αυτόματα, το λογισμικό στρέφει το ρύγχος προς τα κάτω, για να διορθώνεται η γωνία προσβολής και να αποφεύγεται η απώλεια στήριξης. Εκτιμάται πως το συγκεκριμένο σύστημα θα μπορούσε να έπαιξε ρόλο στα δυστυχήματα, διότι οι πιλότοι μπορεί να αδυνατούσαν να το απενεργοποιήσουν έγκαιρα. Πάντως δεν έχει δημοσιοποιηθεί επίσημα κάποια αδιάσειστη απόδειξη, ούτε αναγνωρίζεται επίσημα πως η αιτία των συντριβών μπορεί να ήταν κοινή.