Σήμερα τον ξέρουμε για τα εύπλαστα ρολόγια, τις ονειρικές παραστάσεις αλλά και το χαρακτηριστικό του μουστάκι.

Ο λόγος για τον μεγάλο σουρεαλιστή ζωγράφο Σαλβαντόρ Νταλί, ένα από τα αριστουργήματα του οποίου δεν εκτίθεται σε κάποιο μουσείο της υφηλίου, αλλά μπαίνει συχνά-πυκνά στα χέρια των περισσοτέρων.

Το καταλανικό γλειφιτζούρι εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον κόσμο το 1958, όταν ο ιδρυτής της εταιρίας Enric Bernat σκέφτηκε να προσαρμόσει ένα ξυλάκι σε ένα ζαχαρωτό. «GOL» ονόμασε το προϊόν του, καθώς φαντάστηκε το γλύκισμά του σαν μια μπάλα που μπαίνει στο ανοιχτό στόμα, το δίχτυ του τέρματος.

Περιττό να αναφερθεί, η ιδέα δεν είχε καμία εμπορική απήχηση. Ο Bernat προσέλαβε λοιπόν μια διαφημιστική εταιρία, καθώς πίστευε στο προϊόν του. Οι διαφημιστές ονόμασαν το γλειφιτζούρι Chupa Chups, το οποίο έπιασε στην αγορά και όλα καλά.

Το 1969 όμως ο Bernat παραπονέθηκε στον καλό του φίλο για το λογότυπο της εταιρίας του. Και ο καλός του φίλος ήταν ο καταλανός ζωγράφος Σαλβαντόρ Νταλί! Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Νταλί έφυγε αμέσως από την καφετέρια και πήγε στο εργαστήριό του και καμιά ωρίτσα αργότερα είχε έτοιμο ένα από τα γνωστότερα και χαρακτηριστικότερα σήμερα λογότυπα του κόσμου.

Δική του ιδέα ήταν μάλιστα να τοποθετηθεί το λογότυπο στην κορυφή του προϊόντος, και όχι στο πλάι όπως συνηθιζόταν, παραδίδοντας κι ένα διαχρονικό μάθημα μάρκετινγκ.

Τι δελέασε τον ζωγράφο να γίνει… γραφίστας; Τα λεφτά. Πόσα δεν ξέρουμε, πρέπει πάντως να ήταν πολλά, καθώς ο Νταλί ήταν ήδη Νταλί το 1969. Όσα και να πήρε πάντως, τα έβγαλε και με το παραπάνω, καθώς τα Chupa Chups έχουν πουλήσει πάνω από 4 δισ. γλειφιτζούρια…