Πριν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απολύσει τον πρώην υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον τον περασμένο Μάρτιο, οι φήμες κυκλοφορούσαν για μήνες. Το ίδιο συνέβη και για τον πρώην Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Χέρμπερτ Ρέιμοντ ΜακΜάστερ, τον οποίο ο Τραμπ απάλλαξε από τα καθήκοντά του, αργότερα τον ίδιο μήνα. Την ίδια τύχη, είχε και ο πρώην υπουργός για τα Θέματα των Βετεράνων, Ντέιβιντ Σάλκιν, αφού μεσολάβησαν κάποιες εβδομάδες πριν ο Τραμπ τον απολύσει, μέσω μιας ανάρτησης που έκανε στο Twitter. Η Νίκι Χέιλι, από την άλλη μεριά, πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, άλλαξε την ακολουθούμενη τακτική, συνεργαζόμενη στενά με τον πρόεδρο Τραμπ, για την ανακοίνωση της παραίτησής της, η οποία και κρατήθηκε μυστική από τα περισσότερα στελέχη του Λευκού Οίκου, σύμφωνα με το «Politico». Η τακτική που ακολουθήθηκε στην περίπτωση της Χέιλι, επέτρεψε στον πρόεδρο Τραμπ να διατηρήσει τον έλεγχο στη μετάδοση της είδησης από τα ΜΜΕ, ενώ η ίδια, αποχώρησε με θετικά σχόλια, από τον απρόβλεπτο πολλές φορές για τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις του, Ντόναλντ Τραμπ. Στο Οβάλ Γραφείο με τη Νίκι Χέιλι στο πλευρό του, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η ίδια τον είχε ειδοποιήσει πριν από έξι μήνες, για την πιθανή αποχώρησή της στο τέλος του 2018. «Η ίδια είχε πει, ‘Ξέρετε ίσως στο τέλος του χρόνου…, να θέλω να κάνω ένα μικρό διάλειμμα,’» είπε ο Τραμπ. «Έτσι, Νίκι θα ήθελα να σου πω ότι θα μας λείψεις», συμπλήρωσε ο ίδιος. Η ατμόσφαιρα ήταν εντελώς διαφορετική από τις «εκπαραθυρώσεις» στελεχών της αμερικανικής κυβέρνησης, που καταγράφηκαν σε προηγούμενες αποχωρήσεις. Πρακτικά, ο πρόεδρος Τραμπ έλεγε επί 30 λεπτά το «πόσο εξαιρετική» ήταν για τον ίδιο η Χέιλι. Παρά το γεγονός ότι αρκετά στελέχη του Λευκού Οίκου δήλωσαν πως αιφνιδιάστηκαν από την παραίτηση της Χέιλι, όπως επίσης και από τη χρονική στιγμή που αυτή ανακοινώθηκε -ένα μήνα πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου- δύο άνθρωποι που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης της Χέιλι, δήλωσαν ότι η ίδια, δεν επιθυμούσε η αποχώρησή της να λάβει έναν χαρακτήρα αντίδρασης στο ενδεχόμενο απωλειών για τους Ρεπουμπλικάνους, στις επερχόμενες εκλογές. Επίσης, η ίδια, δεν επιθυμούσε η αποχώρησή της να συσχετιστεί με το ενδεχόμενο εντοπισμού ευρημάτων στην έρευνα για την υπόθεση εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, που διενεργεί ο ειδικός ανακριτής με εισαγγελικά καθήκοντα Ρόμπερτ Μάλερ ή με οποιοδήποτε άλλο, αρνητικό για τους Ρεπουμπλικάνους, γεγονός. Σε επιστολή της, προς τον πρόεδρο Τραμπ, με ημερομηνία 3 Οκτωβρίου, η Χέιλι ανέφερε ότι η παραίτησή της θα ισχύει από το τέλος του ημερολογιακού έτους. «Η στιγμή αυτή, είναι κατάλληλη για την αμερικανική κυβέρνηση, καθώς εξέρχεται με μία νίκη στην υπόθεση διορισμού του Κάβανο. Εάν σκέφτεσαι να αποχωρήσεις στο τέλος της χρονιάς, είναι καλό να το ανακοινώσεις εν μέσω μιας θετικής ατμόσφαιρας», υποστήριξε ένας από τους ανθρώπους που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης της Χέιλι. Η προσπάθεια της Χέιλι να χειριστεί με τον πιο κατάλληλο τρόπο την ανακοίνωση της παραίτησης της, αποτελεί ένα πρακτικό παράδειγμα για τον τρόπο που ενεργεί στις υποθέσεις που χειρίζεται ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ.
Έμφαση στην προστασία του ονόματος της
Ο Διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου Λάρι Κάντλοου, βρέθηκε σε τροχιά πολιτικής σύγκρουσης μαζί της, όταν άφησε να εννοηθεί ότι η Χέιλι «έδειξε να βρίσκεται σε σύγχυση» όταν ανακοίνωσε στη διάρκεια μιας πρωινής ενημερωτικής εκπομπής την Κυριακή, την επιβολή νέων κυρώσεων από την αμερικανική κυβέρνηση, στη Ρωσία. «Με όλο τον σεβασμό, δεν βρίσκομαι σε σύγχυση», δήλωσε η ίδια με ανακοίνωσή της που έκανε το γύρο του διαδικτύου, αναγκάζοντας τον Κάντλοου να ζητήσει συγνώμη. Η ίδια, ήταν επίσης ιδιαιτέρως επιθετική αντικρούοντας τη φήμη που διέδωσε ο δημοσιογράφος Μάικλ Γουλφ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι είχε κάποια σχέση συναισθηματικής φύσεως με τον πρόεδρο Τραμπ. Η Χέιλι χαρακτήρισε τη φήμη αυτή, ως «πραγματικά επιθετική», αλλά και ως έναν «απαράδεκτο» ισχυρισμό. Η αντίδρασή της, ενόχλησε μερικά στελέχη του Λευκού Οίκου που υποστήριξαν ότι η ίδια έδωσε προσοχή σε μία ανυπόστατη φήμη, για τη διάδοση της οποίας, ο Γουλφ βρίσκονταν ήδη στο επίκεντρο της άσκησης κριτικής. Τα σχόλια της Χέιλι, δραματοποίησαν ένα μέρος της εκπομπής του MSNBC «Morning Joe», με τη συμπαρουσιάστρια της ίδιας εκπομπής, Μίκα Μπρζεζίνσκι να ασκεί επίσης, κριτική στον Γουλφ. «Δυσφημείς μία γυναίκα», είπε η Μπρζεζίνσκι στον Γουλφ που φαινόταν ανυποχώρητος. Η Χέιλι από την πλευρά της, είναι μία από τους ελάχιστους αξιωματούχους της αμερικανικής κυβέρνησης, που κατάφεραν να αντιπαρατεθούν δημόσια με τον πρόεδρο Τραμπ και να επιβιώσουν διατηρώντας τη θέση τους. Η ίδια, πήρε μία επιθετική στάση κατά της Ρωσίας, από την ανάληψη των καθηκόντων της στον ΟΗΕ, ενώ χαρακτήρισε την προεκλογική υποκλοπή στοιχείων από τους Ρώσους ως «μία πράξη πολέμου», όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Επίσης, είχε διαχωρίσει τη θέση της από τα όσα υποστήριζαν άλλα μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν είχε δηλώσει ότι οι γυναίκες που έχουν κατηγορήσει τον πρόεδρο Τραμπ, για σεξουαλική παρενόχληση θα πρέπει να ακουστούν. «Θα πρέπει να ακουστούν και θα πρέπει να τύχουν της ανάλογης αντιμετώπισης. Νομίζω ότι κάθε γυναίκα που ένιωσε ότι της ασκήθηκε βία ή ότι δεν της φέρθηκαν όπως έπρεπε κατά οποιονδήποτε τρόπο, έχει δικαίωμα να μιλήσει», είχε υποστηρίξει η ίδια. Ο Τραμπ είχε έναν καλό λόγο να πει στο τέλος για τη Χέιλι, παρά το γεγονός ότι οι πολιτικές της φιλοδοξίες, τον ενόχλησαν κατά καιρούς, σύμφωνα με έναν πρώην αξιωματούχο του Λευκού Οίκου. Παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός πρόεδρος δεν αντιπαρατέθηκε άμεσα με την ίδια για το ζήτημα αυτό, η Χέιλι, το ανέφερε στην επιστολή της παραίτησής της, τονίζοντας ότι η ίδια, δεν θα είναι υποψήφια για ένα δημόσιο αξίωμα το 2020. Από την άλλη μεριά, οι υποστηρικτές του κινήματος (Never-Trump) διατηρούν κάποιες ελπίδες ότι ίσως η ίδια, αλλάξει γνώμη. «Όπως έχω δηλώσει προηγούμενα, η διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων από τη Χέιλι και απέναντι στον Τραμπ είναι ενδεχόμενη», έγραψε στο Twitter, ο Μπιλ Κρίστολ αρχισυντάκτης του «The Weekly Standard» κάνοντας σαφή αναφορά στο πολιτικό παράδειγμα του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. «Ο Μακρόν παραιτήθηκε από την κυβέρνηση το 2016, ενώ εκλέχθηκε πρόεδρος έναν χρόνο μετά. Θα είναι δύο χρόνια για τη Νίκι», εκτίμησε ο ίδιος. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι λόγοι που οδήγησαν τη Χέιλι να λάβει την απόφαση για την αποχώρησή της. Τον πρώτο καιρό της κυβέρνησης Τραμπ, η ίδια τοποθετήθηκε στον ΟΗΕ, αναλαμβάνοντας έναν ουσιαστικό δημόσιο ρόλο προβολής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς ο προηγούμενος Αμερικανός ΥΠΕΞ, Τίλερσον συνήθιζε να αποφεύγει τα ΜΜΕ. Ο ρόλος αυτός, δεν υπάρχει πια για τη Χέιλι, καθώς ο σημερινός υπουργός των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, διατηρεί μία δυναμική σχέση με τα αμερικανικά ΜΜΕ, αλλά και υποστηρίζει θερμά τις θέσεις που εκφράζει ο πρόεδρος Τραμπ. Παράλληλα, υπήρξε μία ισχυρή εντύπωση μεταξύ των πολιτικών συμμάχων της Χέιλι, ότι η ίδια, δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάποιο ανώτερο επίπεδο στο πλαίσιο της παρούσας αμερικανικής κυβέρνησης και έτσι αποφάσισε να αποχωρήσει, παρά την ελπίδα που εξέφρασε ο Τραμπ, ότι η ίδια, θα μπορούσε να επιστρέψει στην κυβέρνηση και σε κάποια άλλη θέση. Η Χέιλι, βρίσκεται για περίπου μία δεκαετία υπηρετώντας σε δημόσια αξιώματα, καθώς πριν από τον διορισμό της στον ΟΗΕ, υπηρέτησε για έξι χρόνια ως κυβερνήτης στη Νότια Καρολίνα. Η ίδια, δεν δημοσιοποίησε τα σχέδια που έχει για το μέλλον, ενώ αναφέρθηκε στην πρόθεσή της να επιστρέψει στον ιδιωτικό βίο κατά την παρούσα περίοδο. Αρκετοί από τους πολιτικούς της συμμάχους, αφήνουν να εννοηθεί ότι θα ενταχθεί στο ιδιωτικό τομέα των επιχειρήσεων, προκειμένου να βγάλει χρήματα. Τα φορολογικά της στοιχεία για το 2018, αφήνουν να εννοηθεί ότι η ίδια είναι αντιμέτωπη με ένα χρέος 1.5 εκατομμυρίων δολαρίων. Από την άλλη μεριά, μία πηγή που έχει γνώση για τα οικονομικά της, δήλωσε ότι το οικονομικό της χρέος κατά την περίοδο που διανύουμε και το οποίο θα ανακοινωθεί στα τέλη του χρόνου, είναι λιγότερο από 500.000 δολάρια. Στην επιστολή της παραίτησής της, η Χέιλι ξεκαθάρισε ότι δεν έχει σχέδια να παραμείνει σιωπηλή, όταν επιστρέψει στον ιδιωτικό βίο, για πρώτη φορά μέσα σε μία οκταετία: «Αναμένω ότι θα μιλάω περιστασιακά για σοβαρά θέματα που άπτονται της δημόσιας ζωής», έγραψε η ίδια.