Τα φανάρια που ανάβουν πράσινο στις διαβάσεις των πεζών, δεν αφήνουν αρκετό χρόνο στους βραδυκίνητους ηλικιωμένους να περάσουν απέναντι, γι’ αυτό θα έπρεπε να διαρκούν περισσότερο.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μία νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, που διαπίστωσε ότι το 76% των ηλικιωμένων ανδρών και το 85% των γυναικών ηλικίας άνω των 65 ετών, βαδίζουν με ταχύτητα πιο αργή από αυτήν που χρειάζεται για να διασχίσουν τον δρόμο, όσο είναι αναμμένο το πράσινο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρ. Λάουρα Άσερ του University College του Λονδίνου συνέκριναν την ταχύτητα βαδίσματος περίπου 3.000 ηλικιωμένων (0,9 μέτρα ανά δευτερόλεπτο για τους άνδρες και 0,8 μέτρα για τις γυναίκες κατά μέσον όρο) με την ταχύτητα που προβλέπουν οι διεθνείς κανονισμοί και συνήθως λαμβάνεται υπόψη για τη διάρκεια του πράσινου (1,2 μέτρα ανά δευτερόλεπτο), σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Όπως φαίνεται, ο χρόνος που μένει αναμμένο το πράσινο, δεν είναι αρκετός για πολλά άτομα της τρίτης ηλικίας, ιδίως για όσα έχουν προβλήματα κινητικότητας. Επιπλέον, όπως επισημαίνεται, η πλειονότητα των πεζών, ακόμα και νεαρής ηλικίας, βιάζονται να περάσουν όσο γίνεται πιο γρήγορα για να προλάβουν πριν το φανάρι γίνει κόκκινο.
«Το περπάτημα είναι σημαντική δραστηριότητα για τους ηλικιωμένους, επειδή αποτελεί γι’ αυτούς τακτική σωματική άσκηση και παρέχει άμεσα οφέλη για την υγεία τους. Αν δεν μπορούν να διασχίσουν έναν δρόμο, τότε αυτό αποτελεί αντικίνητρο για να περπατήσουν, μειώνοντας έτσι και τις κοινωνικές επαφές τους, την πρόσβασή τους σε τοπικές υπηρεσίες υγείας και σε καταστήματα, πράγματα που είναι όλα πολύ σημαντικά για την καθημερινότητά τους» επισήμανε η Άσερ.
Η νέα μελέτη αναδεικνύει τη σημασία για τη ρύθμιση των φαναριών έτσι ώστε το πράσινο να διαρκεί περισσότερο, ιδίως σε εκείνες τις διαβάσεις από όπου συχνά περνούν ηλικιωμένοι.