Οι 22 γυναίκες που καταλαμβάνουν έδρα στην Αμερικανική Γερουσία – τόσο από το Ρεπουμπλικανικό, όσο και από το Δημοκρατικό Κόμμα – έγραψαν επιστολή στις ηγεσίες τους ζητώντας να αναθεωρήσουν τον τρόπο, με τον οποίο το Αμερικανικό Καπιτώλιο χειρίζεται τις καταγγελίες περί σεξουαλικής κακοποίησης.
Στις αρχές Φεβρουαρίου, η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε νομοθεσία που επιφέρει αλλαγές στον τρόπο, με τον οποίο το Κογκρέσο διαχειρίζεται τέτοιες αναφορές – ένα βήμα το οποίο η Γερουσία δεν έχει ακόμη κάνει.
Απογοητευμένες από την αδράνεια της Γερουσίας, τα μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος στο Σώμα, Έιμι Κλομπιούχαρ, Κίρστεν Τζίλιμπραντ και Πάτι Μάρεϊ πρωτοστάτησαν γράφοντας επιστολή προς τον επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Γερουσία, Μιτς ΜακΚόνελ και τον αρχηγό της μειοψηφίας Τσακ Σίμερ, την οποία υπογράφουν όλες οι γυναίκες γερουσιαστές.
«Σας γράφουμε για να εκφράσουμε τη βαθιά απογοήτευσή μας για το γεγονός ότι η Γερουσία δεν κατάφερε να θεσπίσει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στον νόμο περί Λογοδοσίας του Κογκρέσου του 1995» αναφέρεται στην επιστολή.
«Σας παροτρύνουμε να καταθέσετε ενώπιον της Ολομέλειας της Γερουσίας νομοθεσία που θα επικαιροποιεί και θα ενισχύει τις διαδικασίες που είναι διαθέσιμες σε όσους έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση και διακρίσεις στους χώρους εργασίας του Κογκρέσου».
Το νομοσχέδιο που επιθυμούν οι γυναίκες μέλη της Γερουσίας να τροποποιηθεί είναι ο νόμος περί Λογοδοσίας του Κογκρέσου του 1995, ο οποίος εδραίωσε τη διαδικασία αντιμετώπισης καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης στο Καπιτώλιο. Ωστόσο, όπως γράφουν οι γυναίκες γερουσιαστές στην επιστολή, η νομοθεσία υποχρεώνει τους επιζώντες σεξουαλικής κακοποίησης να «υπομείνουν μια παρωχημένη διαδικασία επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με την οποία προβλέπονται συνεδριάσεις συμβουλευτικής διάρκειας ενός μήνα, αναγκαστική διαμεσολάβηση και περίοδος 30 ημερών “απομάκρυνσης”, προτού το θύμα να μπορεί να αποφασίσει είτε να επιδιώξει δικαιοσύνη σε δικαστική αίθουσα, είτε να συνεχίσει με τις διοικητικές διαδικασίες».
Τα αιτήματα που περιλαμβάνονται στην επιστολή είναι να μην υπάρχει περίοδος αναμονής, να ενισχυθεί η διαφάνεια των διακανονισμών και να υπάρξει ρητή απαίτηση οι νομοθέτες να πληρώνουν οι ίδιοι τους διακανονισμούς που προέρχονται από περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης ή διακρίσεων. Και, όπως υπογραμμίζουν οι γυναίκες γερουσιαστές στην τελική παράγραφο της επιστολής τους, «θέλουν αυτές τις αλλαγές τώρα».
«Η αδράνεια είναι απαράδεκτη, όταν μια έρευνα δείχνει ότι τέσσερις στις δέκα γυναίκες που εργάζονται στο Κογκρέσο πιστεύουν ότι η σεξουαλική παρενόχληση είναι ένα πρόβλημα στο Καπιτώλιο και μία στις έξι γυναίκες στην ίδια έρευνα απάντησε ότι υπέστη σεξουαλική παρενόχληση. Οι επιζήσασες που βγαίνουν με θάρρος να μοιραστούν τις ιστορίες τους αποκάλυψαν πόσο διαδεδομένες εξακολουθούν να είναι η παρενόχληση και οι διακρίσεις σε όλο τον Καπιτώλιο. Δεν μπορούμε πλέον να επιτρέψουμε στους δράστες αυτών των εγκλημάτων να κρύβονται πίσω από έναν νόμο 23 ετών. Ήρθε η ώρα να ξαναγράψουμε τον νόμο περί Λογοδοσίας του Κογκρέσου και να επικαιροποιήσουμε τη διαδικασία μέσω της οποίας επιδιώκεται δικαιοσύνη» υπογραμμίζουν οι 22 γυναίκες μέλη της Γερουσίας.