Τρεις μήνες μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στη Γερμανία, οι ηγέτες των Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Άνγκελα Μέρκελ, Χορστ Ζεεχόφερ και Μάρτιν Σουλτς κάθονται σήμερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ξεκινώντας διερευνητικές συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης.

Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, αναμεταδίδοντας πληροφορίες του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων dpa, οι διερευνητικές συνομιλίες άρχισαν σήμερα κάτω από μεγάλη πίεση και με τις ηγεσίες των συμμετεχόντων κομμάτων να είναι «σχεδόν καταδικασμένες» να βρουν λύση, ειδικά μετά την προηγούμενη αποτυχία για συγκρότηση της «Τζαμάικα». Οι διαπραγματεύσεις δθεξάγονται υπό το κράτος αυξημένων προσδοκιών για την επίτευξη θετικού αποτελέσματος.

Στα κεντρικά γραφεία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματους, στους χώρους του Willy- Brandt Haus στο Βερολίνο, γίνεται ο πρώτος γύρος συναντήσεων των επικεφαλής των κομμάτων και των κοινοβουλευτικών τους ομάδων. Το απόγευμα οι 14 ομάδες διαπραγμάτευσης αρμόδιες για τους επιμέρους τομείς πολιτικής θα αποφασίσουν τα συγκεκριμένα σχέδια εργασίας.

Σε ό,τι αφορά τις πρώτες τοποθετήσεις των πολιτικών στελεχών αναφορικά με την πορεία των συνομιλιών, το dpa μεταδίδει πως ο Χριστιανοκοινωνιστής Χορστ Ζέχοφερ εμφανίστηκε αισιόδοξος, δηλώνοντας το βράδυ του Σαββάτου στο Βερολίνο: «Πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε. Σε κάθε περίπτωση είμαι πολύ αισιόδοξος. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι πειθαρχία, θάρρος και μία δόση δημιουργικότητας. Έτσι θα υπάρξει επιτυχία».

Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός του κρατιδίου της Βαυαρίας, Μάρκους Σέντερ, επισήμανε την ανάγκη για άμεση συγκρότηση σταθερής κυβέρνησης, υπογραμμίζοντας ότι «οι Γερμανοί περιμένουν ήδη για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για αυτό».

Σύμφωνα με το dpa, εκείνο που παραμένει ανοικτό είναι το ζήτημα της ενημέρωσης της κοινής γνώμης σχετικά με την πορεία των διαπραγματεύσεων, ενώ είναι πιθανή κοινή δήλωση από όλα τα συμμετέχοντα μέρη στο τέλος κάθε διαπραγματευτικού σταδίου. Οι ηγεσίες τόσο του CDU/CSU όσο και του SPD, αντίθετα με ό,τι συνέβη στο πλαίσιο των συνομιλιών για τη «Τζαμάικα» τον Νοέμβριο, σχεδιάζουν να διατηρήσουν συγκρατημένη στάση καθώς, όπως εκτιμούν οι συμμετέχοντες, οι διαρροές και οι ειδήσεις που διακινήθηκαν μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δυσχέραναν σημαντικά τις προηγούμενες διερευνητικές συνομιλίες.

Πρόθεση των ηγεσιών των κομμάτων είναι μέχρι το βράδυ της Παρασκευής να έχουν σταθμίσει αν είναι δυνατόν να εισηγηθούν προς τα κομματικά τους όργανα τη διεξαγωγή επίσημων διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό μίας νέας εκδοχής του κυβερνητικού μεγάλου συνασπισμού. Όπως υπογραμμίζεται, τα αρνητικά εκλογικά αποτελέσματα και για τα τρία κόμματα καθιστούν αναγκαία τη θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων κυρίως για τους ηγέτες τους.

Ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου Αντρέας Βοσκούλε απηύθυνε ασυνήθιστη έκκληση μιλώντας στην εφημερίδα Rheinische Post, ζητώντας την άμεση συγκρότηση κυβέρνησης, προκειμένου να αποτραπούν περαιτέρω επιζήμια πολιτικά επακόλουθα για τη χώρα.

Την ίδια στιγμή, ο επικεφαλής του SPD, Μάρτιν Σουλτς, σε τοποθετήσεις του στην εφημερίδα Aachener Nachrichten, σημείωσε για τις διαπραγματεύσεις ότι «τις διεξάγουμε τώρα σταθερά και γρήγορα» προσθέτοντας ότι το κόμμα του είναι έτοιμο «να καταλήξει σε αποτέλεσμα εντός των επομένων πέντε ημερών».

Η επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών Aντρέα Νάκας εμφανίστηκε με δηλώσεις της έτοιμη για συμβιβασμούς, τονίζοντας: «Διαπραγμάτευση σημαίνει ότι δεν εκπληρώνει κανείς το 100% των απαιτήσεών του».

Ο αντιπρόεδρος του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, Τόμας Όπερμαν, δήλωσε στο πλαίσιο συνέντευξής του στην Welt am Sonntag, ότι δεν θα ήταν ενδεδειγμένη η λύση μίας κυβέρνησης μειοψηφίας, επιλογή με την οποία φλερτάρουν πολλά πολιτικά στελέχη του κόμματός του. «Μία κυβέρνηση μειοψηφίας είναι από τη φύση της μία αδύναμη κυβέρνηση. Τα άλλα κόμματα πρέπει να σκέπτονται διαρκώς, αν και πότε αναλαμβάνουν συνευθύνη. Έτσι καθίσταται αδύναμη και η αντιπολίτευση. Αυτό δεν θα ήταν μία καλή συνθήκη κατά την άποψή μου», σημείωσε.

Σύμφωνα με την Bild am Sonntag, δημοσκόπηση -που διεξήχθη για λογαριασμό της εφημερίδας από το Ινστιτούτο ερευνών κοινής γνώμης Emnid- έδειξε ότι η πλειονότητα των Γερμανών πιστεύει ότι επίκειται ο σχηματισμός μίας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, με το 53% των ερωτώμενων (επί συνόλου 504 συμμετεχόντων) να θεωρούν ότι τελικά CDU/CSU και SPD θα συμπράξουν σε κυβέρνηση, ενώ το 34% εκτιμά ότι η προσπάθεια θα αποτύχει. Τέλος, ένα επιπλέον εύρημα που καταγράφει η δημοσκόπηση είναι ότι οι ερωτώμενοι πολίτες σε ποσοστό 54% εκτιμούν ότι μία κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού θα έχει θετική επίδραση για τη Γερμανία, ενώ το αντίθετο αναμένει το 33% των ερωτηθέντων.