Υπέρ μιας συμφωνίας με τη Μαδρίτη τάσσεται από τις Βρυξέλλες ο καθαιρεθείς από την ισπανική κυβέρνηση πρόεδρος της Καταλονίας Κάρλες Πουτζντεμόν, ενώ δεν αποκλείει μία άλλη λύση πέραν αυτής της ανεξαρτησίας.
Ειδικότερα σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα Le Soir, στην οποία εμφανίζεται με σχετικώς ελαστικές θέσεις, o Πουτζντεμόν επιρρίπτει ευθύνες στο κόμμα του Ισπανού πρωθυπουργού Ραχόι για την ενίσχυση του αποσχιστικού κινήματος στην Καταλονία, μια και, κατά τη γνώμη του, όλα ξεκίνησαν από την αναστολή το 2010 του καθεστώτος της αυτονομίας που είχε υιοθετηθεί τόσο από το καταλανικό όσο και από το ισπανικό κοινοβούλιο.
Ερωτηθείς σχετικά με το κατά πόσο ήταν δημοκρατικός ο τρόπος με τον οποίο αποφασίστηκε η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος και με το κατά πόσο έγινε σεβαστή η άποψη ενός μεγάλου μέρους της καταλανικής κοινωνίας, το οποίο δε συμμερίζεται την ιδέα της ανεξαρτησίας, ο Πουτζεμόν υποστηρίζει ότι σε όλα τα κοινοβούλια του κόσμου οι νόμοι εγκρίνονται από την απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών και ότι – αναφορικά με τα δικαιώματα της μειοψηφίας- στην Ισπανία είναι αδύνατο σε μία μειοψηφία, όπως οι Καταλανοί, να έχουν το δικαίωμα αλλαγής του πλαισίου, υπογραμμίζοντας ότι για χρόνια οι ομάδες που τώρα τον κατηγορούν για μη δημοκρατική συμπεριφορά τορπίλιζαν κάθε πιθανότητα συζήτησης ζητημάτων όπως αυτού της διεξαγωγής δημοψηφίσματος ή μιας εθνικής μετάβασης.
Συνεχίζοντας ο Πουτζντεμόν διερωτάται αν είναι δυνατόν το Λαϊκό κόμμα, το οποίο εκπροσωπείται σε ποσοστό λιγότερο από το 10% στο καταλανικό κοινοβούλιο, να έχει τελικά περισσότερα δικαιώματα από το δικό του κόμμα όσον αφορά την τύχη των Καταλανών.
Ο έκπτωτος Καταλανός ηγέτης ισχυρίζεται επίσης ότι ήξερε πως κανένα κράτος δεν θα αναγνώριζε την ανεξαρτησία της Καταλονίας, συμπληρώνοντας ότι αυτό που επεδίωκε ήταν καταρχάς η επιτυχία διοργάνωσης ενός ειρηνικού δημοψηφίσματος. Θεωρεί ότι, δεδομένων των συνθηκών υπό τις οποίες εν τέλει διεξήχθη, αποτέλεσε μία δημοκρατική νίκη, ενώ το μόνο θεμελιώδες λάθος που αναγνωρίζει είναι το γεγονός ότι έδειξε εμπιστοσύνη στα μηνύματα που προέρχονταν από ένα κομμάτι της ισπανικής κυβέρνησης, τα οποία έδειχναν να διερευνούν έναν τρόπο επίτευξης συμβιβασμού για το μέλλον και τα οποία αποδείχθηκαν λανθασμένα.
Ως προς την άφιξή του στο Βέλγιο τέλος, ο Πουτζντεμόν αρνείται οποιαδήποτε σχέση με τη βελγική πολιτική και την παρουσία των Φλαμανδών αυτονομιστών στη βελγική κυβέρνηση, ισχυριζόμενος ότι, αν παρέμενε στην Ισπανία και επιχειρούσε θεσμική αντίσταση, αυτό θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε βίαιες συγκρούσεις.