Οι πολίτες των πλούσιων ιταλικών περιφερειών του Βένετο και της Λομβαρδίας τάχθηκαν κατά συντριπτική πλειοψηφία υπέρ της εκχώρησης μεγαλύτερης αυτονομίας σ’ αυτές στο συμβουλευτικού χαρακτήρα δημοψήφισμα που διεξήχθη την Κυριακή, η συμμετοχή στο οποίο δίνει στους περιφερειάρχες τους δικαίωμα να διαπραγματευθούν από θέση ισχύος με τη Ρώμη.
Το δημοψήφισμα, η οργάνωση του οποίου δεν είχε απασχολήσει ιδιαίτερα για πολύ καιρό, απέκτησε ξαφνικά ιδιαίτερη πολιτική σημασία μετά την ψηφοφορία για την αυτοδιάθεση της Καταλονίας και τα επακόλουθά της, αν και οι οργανωτές του δεν έπαυαν να επαναλαμβάνουν χθες βράδυ την προσήλωσή τους στην ενότητα της Ιταλίας.
Με βάση με τα σχεδόν τελικά αποτελέσματα, οι ψηφοφόροι τάχθηκαν κατά το 95% υπέρ του ναι στη Λομβαρδία, ενώ στο Βένετο το ποσοστό του ναι ήταν ακόμη υψηλότερο, 98%. Η συμμετοχή εκτιμάται ότι ανήλθε στο 40% και στο 57% αντίστοιχα.
Ο περιφερειάρχης της Λομβαρδίας Ρομπέρτο Μαρόνι είχε δηλώσει πως θα θεωρούσε επιτυχία μια συμμετοχή πάνω από το 34%. Στο Βένετο, η ψηφοφορία δεν θα θεωρείτο έγκυρη εάν δεν ξεπερνιόταν το όριο του 50%.
Ο περιφερειάρχης στο Βένετο Λούκα Τζάια είδε στο αποτέλεσμα ένα θεσμικό «Μπιγκ Μπανγκ» και πρόσθεσε ότι την αυτονομία επιθυμεί «όλος ο πληθυσμός» κι όχι μόνο οι υποστηρικτές ενός κόμματος, όπως γράφει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στο Βένετο, μια πλούσια περιφέρεια, έδρα πολλών επιχειρήσεων, ο τοπικισμός είναι έντονος, ειδικά γύρω από τη Βενετία, που υπήρξε ανεξάρτητη πόλη-κράτος για μια χιλιετία. Σε αυτή την περιφέρεια η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων καθυστέρησε εξαιτίας μιας επίθεσης που εξαπέλυσαν χάκερ.
Στη Λομβαρδία αντίθετα, όπου μπορούσε κανείς για πρώτη φορά να ψηφίσει χρησιμοποιώντας ταμπλέτες, ο περιφερειάρχης Ρομπέρτο Μαρόνι διαβεβαίωσε ότι το σύστημα λειτούργησε χωρίς προβλήματα.
Οι ψηφοφόροι εξέφρασαν την επιθυμία τους η περιφέρεια να αποκτήσει «επιπρόσθετες μορφές και ιδιαίτερους όρους αυτονομίας», βάσει μιας διατύπωσης που είναι εγγεγραμμένη στο ιταλικό Σύνταγμα. Η φύση και το εύρος αυτής της αυτονομίας θα αποτελέσει πλέον αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τη Ρώμη· εφόσον υπάρξει συμφωνία, θα πρέπει να επικυρωθεί από το ιταλικό κοινοβούλιο.