Ένα στα τέσσερα παιδιά των χωρών του αραβικού κόσμου ζει υπό καθεστώς φτώχειας και συχνά στερείται είδη πρώτης ανάγκης, όπως κατάλληλη στέγαση ή πόσιμο νερό, αναφέρει μελέτη που έδωσε σήμερα στην δημοσιότητα το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF).
Σύμφωνα με την μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε έντεκα χώρες, ανάμεσά τους, η Αίγυπτος, το Ιράκ, το Μαρόκο και η Υεμένη, 29 εκατομμύρια παιδιά ζουν καθεστώς φτώχειας.
«Όταν μιλάμε για φτώχεια, σκεφτόμαστε το εισόδημα. . . αλλά για τα παιδιά, η φτώχεια αφορά πράγματα, όπως η πρόσβαση στην εκπαίδευση, η αξιοπρεπής στέγαση, η ποιοτική ιατρική περίθαλψη, η τροφή, το νερό και η υγιεινή», δήλωσε ο Άρθουρ Βαν Ντίσεν, σύμβουλος σε θέματα κοινωνικής πολιτικής της UNICEF για την Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική σε τηλεφωνική συνέντευξη που παραχώρησε στο Thomson Reuters Foundation.
Οι χώρες της περιοχής αυτής μαστίζονται από πολεμικές συγκρούσεις, ισλαμικό φανατισμό και μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμών.
Στην Υεμένη, όπου η υγειονομική κατάσταση έχει επιδεινωθεί ραγδαία εξαιτίας του πολέμου, ένα στα πέντε παιδιά πεθαίνει περίπου κάθε 10 λεπτά από αιτίες που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, όπως υποσιτισμό, κακή υγιεινή, ή έλλειψη ιατρικής φροντίδας, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη.
Σε όλες τις χώρες αυτές, πολλά από τα φτωχότερα παιδιά ζουν σε αγροτικές περιοχές, δήλωσε ο Άντελ Αμπντέλ Γκαφάρ, πολιτικός οικονομολόγος του κέντρου Brookings Doha.
Η μελέτη της UNICEF, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η πρώτη που συγκέντρωσε δεδομένα για την παιδική φτώχεια από όλη την περιοχή του αραβικού κόσμου, βρήκε πως η έλλειψη εκπαίδευσης είναι από τις κύριες αιτίες που οδηγούν στην φτώχεια ανάμεσα στους νέους.
«Τα παιδιά που ζουν σε σπίτια, τα οποία καθοδηγούνται από ένα αμόρφωτο μέλος της οικογένειας, έχουν διπλάσιες πιθανότητες να ζήσουν σε καθεστώς φτώχειας. Ένα στα τέσσερα παιδιά, ηλικίας 5 έως 17 ετών, δεν εγγράφονται στο σχολείο, είτε έχουν μείνει δύο τάξεις πίσω», αναφέρει η ανάλυση του Ταμείου.
Ο Αμπντέλ Γκαφάρ επισημαίνει ότι αυτό δημιουργεί μια «χαμένη γενιά» νέων ανθρώπων που δεν έχουν τις κατάλληλες δεξιότητες για να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό.