Η άνοιξη του 1809 ήταν μια δύσκολη περίοδος για τον μεγάλο μουσουργό. Η αγαπημένη του, κόμισσα Giulietta Guicciardi, είχε κόψει κάθε επαφή μαζί του, μιλώντας για αγεφύρωτα ταξικά κενά, και οι σχέσεις του με τον μικρότερο αδερφό και ατζέντη του, Kaspar, είχαν επιδεινωθεί. Το χειρότερο όμως απ’ όλα πρέπει να ήταν το γεγονός πως ο στενός φίλος και προστάτης του αρχιδούκας Ροδόλφος της Αυστρίας εγκατέλειπε άρον-άρον την έπαυλή του στη Βιέννη για να γλιτώσει από τα στρατεύματα του Βοναπάρτη. Κι έτσι εκείνον τον Απρίλιο, περιμένοντας την αναχώρηση του αρχιδούκα, ο Μπετόβεν στράφηκε στο πιάνο του. Το αποτέλεσμα ήταν η πρώτη εκδοχή αυτού που θα γινόταν τελικά γνωστό ως «Σονάτα για Πιάνο Opus 81a».
Κι όμως υπάρχουν κάποιοι που δεν ακούν τον συναισθηματικό πόνο του συνθέτη αλλά αποδίδουν την όλη σύνθεση σε ένα σαφώς πιο σωματικό χαρακτηριστικό του Μπετόβεν! Εδώ και δεκαετίες υποστηρίζεται δηλαδή από μουσικόφιλους προφανώς καρδιολόγους πως ο ασθματικός ρυθμός του «Opus 81a» είναι πιθανότατα δείκτης της καρδιακής αρρυθμίας από την οποία έπασχε ο μουσουργός χωρίς να το ξέρει. Καρδιακή αρρυθμία αποκαλούν οι γιατροί κάθε διαταραχή του φυσιολογικού καρδιακού ρυθμού. Ο ρυθμός λειτουργίας της καρδιάς δεν είναι ρυθμικός, παρουσιάζοντας άλλοτε διακοπές και άλλοτε υψηλότερη ή χαμηλότερη συχνότητα παλμών.
Μουσικολόγοι πάντως εναντιώνονται σε τέτοιου είδους αναγνώσεις, λέγοντας πως ακόμα κι αν ήταν όντως έτσι, η καρδιακή αρρυθμία δεν σε βοηθάει καθόλου να αντιληφθείς και να κατανοήσεις το μυστήριο των εντελώς ιδιοσυγκρασιακών ρυθμικών δομών του Μπετόβεν. Το μεγάλο θέμα, μας λένε, είναι όχι τόσο τι λειτούργησε ως έμπνευση για τον μεγάλο μουσουργό, αλλά τι έκανε ο Μπετόβεν με τις εμπνεύσεις του. Η μουσική του Μπετόβεν εξακολουθεί πάντως να αποτελεί ογκόλιθο είτε προέκυψε από την καρδιά του είτε απλώς από το μυαλό του…