Ένας ολόκληρος χρόνος εργασίας σε ένα πολυτελές κρουαζιερόπλοιο… Χλιδή, πανέμορφοι προορισμοί, επιβάτες από όλο τον κόσμο. Μοιάζει ελκυστικό, αν όμως διαβάσει κανείς τις εμπειρίες του Brian David Bruns, που εργάστηκε ως σερβιτόρος σε ένα τέτοιο κρουαζιερόπλοιο, μάλλον θα χρειαστεί να το ξανασκεφτεί.
Ο Brian μάζεψε όλες τις εμπειρίες του σε ένα βιβλίο με τίτλο Cruise Confindential και οι σελίδες αυτές είναι γεμάτες από τα όσα έζησε αυτόν τον έναν τρελό χρόνο απαιτητικής δουλειάς.
Ο ίδιος ουδέποτε είχε εργαστεί σε πλοίο πριν κάνει αίτηση για τη θέση του σερβιτόρου. Ήθελε απλώς να βρίσκεται στο πλευρό της αγαπημένης του που εργαζόταν σε κρουαζιερόπλοιο πολυτελείας και έπρεπε να δωροδοκήσει υψηλότερα στελέχη για να τους παραχωρήσει συνέντευξη. Παρά την επιφυλακτικότητά τους για το αν θα τα κατάφερνε, τελικά πήρε τη δουλειά.
«Μου είπαν “σου δίνουμε την ευκαιρία να αποτύχεις”», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Brian David Bruns στο Business Indiser. «Δε μου εξήγησαν γιατί, υπέθεσα ότι αφορούσε τα χρήματα που ήταν πολύ λίγα. Αν και ήταν ελάχιστα, δε περίμενα ότι θα εργαζόμουν το ελάχιστο 80 ώρες τη βδομάδα – σχεδόν 100 ώρες», σημειώνει ο ίδιος.
«Είναι πολύ δύσκολο να προσαρμοστείς, αλλά ταυτόχρονα δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς το παραμικρό. Η εργασία σε ένα εστιατόριο είναι αρκετά στρεσογόνα, πόσο μάλλον σε ένα πλοίο – οι πελάτες είναι περισσότεροι, και η απόσταση της κουζίνας είναι μεγάλη. Δεν υπάρχει χρόνος ούτε για μια ανάσα. Στο τέλος, είναι σαν να επιβίωσες από μια μάχη. Γι’ αυτό βλέπεις πολλούς να σπάνε το συμβόλαιό τους», τονίζει ακόμη.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ως αντιστάθμισμα στην ξέφρενη αδρεναλίνη στην εργασία, πολλοί εργαζόμενοι σε κρουαζιερόπλοια στρέφονται στο αλκοόλ για να χαλαρώσουν και ξεδίνουν σε πάρτι μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η εταιρεία σου πληρώνει τα ποτά και άλλες που είναι όλα δικά σου.
«Το κάνεις αυτό κάθε βράδυ και πολύ σύντομα, μια μπύρα δεν είναι αρκετή για να σε χαλαρώσει. Θέλεις σφηνάκια, μετά κι άλλα σφηνάκια. Πρέπει να έχω πιει άφθονο αλκοόλ μέχρι το τέλος του συμβολαίου μου. Έπινα μισό μπουκάλι ρούμι και δεν ένοιωθα τίποτα. Δεν περηφανεύομαι, αλλά αυτό έκανα για να χαλαρώσω».
Ως προς τα όσα λέγοντας για τα ερωτικά μπλεξίματα του προσωπικού με επιβάτες, ο ίδιος σημειώνει: «Βλέπεις νέα και όμορφα σώματα από όλο τον κόσμο. Οι πάντες έβγαιναν με τους πάντες και όλα θα τελείωναν σε τρεις εβδομάδες ή δυο μήνες ή οποτεδήποτε, οπότε πρέπει να δημιουργήσεις αναμνήσεις». Πάντως λέει ότι δεν υπέκυψε σε καμία ερωτική ατασθαλία μιας και σκοπός του ήταν εξαρχής να εργαστεί δίπλα στη σύντροφό του.
Ο Bruns δεν έβρισκε ησυχία ούτε στην καμπίνα του. Αν και μικροσκοπική, αναγκαζόταν να τη μοιράζεται με έναν άλλο εργαζόμενο με όσα αυτό συνεπάγεται. «Δε μπορείς να φανταστείς τι γυμναστική απαιτείται όταν και οι δυο πρέπει να ετοιμαστείται ταυτόχρονα. Οι συγκάτοικοι ήταν από όλο το κόσμο και δεν έμεναν για μεγάλο διάστημα. Μπορεί να πας για δουλειά στο εστιατόριο, να γυρίσεις και να βρεις άλλον συγκάτοικο».
Όπως θα περίμενε κανείς, το φαγητό, το αλκοόλ, οι καμπίνες, τα ρούχα και ούτω καθεξής, ήταν σε άλλο επίπεδο όσον αφορά τους αξιωματικούς συγκριτικά με το κατώτερο προσωπικό. Εννοείται, φυσικά, ότι οι από πάνω δε συναναστρέφονται με τους από κάτω… «Στην Αμερική εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι όλοι είμαστε ίσοι. Είμαι σίγουρος ότι ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ δε θα σε απέλυε αν του έλεγες ένα ‘γεια’ στο διάδρομο… Ξέρεις ποιος είναι το αφεντικό, δε χρειάζεται να το παίζεις βασιλιάς. Στα πλοία, υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός της θέσης».
Η μοναξιά ήταν ακόμη ένα ακόμη κομμάτι της δουλειάς. «Είναι πολύ, μα πολύ μοναχικά. Κάθε βδομάδα 50 άτομα (προσωπικό) έρχονται και 50 φεύγουν. Οπότε, εκεί που μαθαίνεις κάποιον, αυτός απλά εξαφανίζεται. Κάνεις φιλίες πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι εκτός πλοίου. Είσαι μαζί με 60 εθνικότητες. Δεν επιτρέπεται να μιλάς για θρησκείες και πολιτική αλλά όλοι γι’ αυτά μιλάνε».