Η βρετανική κυβέρνηση θα προσπαθήσει από σήμερα ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου να εξασφαλίσει την ακύρωση μιας δικαστικής απόφασης που την αναγκάζει να συμβουλευθεί το Κοινοβούλιο προτού κινήσει τη διαδικασία του Brexit.
Η ανώτατη δικαστική αρχή της χώρας θα εξετάσει επί τέσσερις ημέρες την απόφαση που έλαβε στις αρχές Νοεμβρίου το Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση δεν μπορεί να ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας –με την οποία ενεργοποίηση θα ξεκινήσουν οι συζητήσεις για το «διαζύγιο» με την Ευρωπαϊκή Ένωση- χωρίς να έχει συμβουλευθεί προηγουμένως τους βουλευτές.
Η απόφαση αυτή προκάλεσε το μένος των υποστηρικτών του Brexit, που διαβλέπουν σε αυτήν έναν τρόπο να ακυρωθεί η απόφαση του 52% των βρετανών ψηφοφόρων οι οποίο τάχθηκαν υπέρ της εξόδου από την ΕΕ κατά το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου.
Ο Τύπος που τάσσεται υπέρ του Brexit εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά των τριών δικαστών του Ανώτερου Δικαστηρίου (του Λονδίνου), τους οποίους η Daily Mail χαρακτήρισε «εχθρούς του λαού» και μπορεί να επιφυλάξει την ίδια μεταχείριση και στους έντεκα δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Η απόφασή τους, που αναμένεται να εκδοθεί στις αρχές Ιανουαρίου, είναι πολύπλοκη επειδή η χώρα δεν διαθέτει γραπτό σύνταγμα στο οποίο να αναφέρονται, αφήνοντας περιθώρια σε ερμηνείες.
Η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, η οποία υποσχέθηκε ότι θα ενεργοποιήσει το άρθρο 50 έως τα τέλη Μαρτίου, υποστηρίζει πως, ως επικεφαλής της κυβέρνησης, έχει τη συνταγματική εξουσία σε ό,τι αφορά τις εξωτερικές υποθέσεις, περιλαμβανομένης και της ανάκλησης των διεθνών συνθηκών.
Ο Γενικός Εισαγγελέας Τζέρεμι Ράιτ, ο οποίος θα υπερασπιστεί τη θέση της κυβέρνησης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, εκτίμησε στη γραπτή επιχειρηματολογία του που παραδόθηκε στο Δικαστήριο πως, καθώς η διοργάνωση «του δημοψηφίσματος έχει εγκριθεί με ψήφο του Κοινοβουλίου», μια νέα ψηφοφορία του κοινοβουλίου δεν είναι απαραίτητη.
Χθες στο BBC ο υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον εκτίμησε από την πλευρά του «πως δεν υπήρχε προηγούμενο σε καμία διαπραγμάτευση με την ΕΕ ή συζήτηση για τις συνθήκες της ΕΕ στην οποία η Βουλή των Κοινοτήτων να ψήφισε» είτε για τη συμμετοχή είτε για τη θέση της Βρετανίας.
Όμως οι προσφεύγοντες στο Ανώτατο Δικαστήριο, μεταξύ των οποίων η διαχειρίστρια κεφαλαίων Τζίνα Μίλερ και ο κομμωτής Ντέιρ Ντος Σάντος, προβάλλουν το επιχείρημα πως το Brexit θα καταστήσει άκυρους τους ευρωπαϊκούς νόμους που έχουν ενσωματωθεί στο βρετανικό δίκαιο, γεγονός που καθιστά απαραίτητο να εκφράσει τη γνώμη της η νομοθετική εξουσία.
Το ενδεχόμενο να ζητηθεί και η γνώμη των περιφερειακών κοινοβουλίων, της Ουαλίας, της Σκωτίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, επιπλέον εκείνης του Ουέστμινστερ, θα εξετασθεί επίσης και μπορεί να επιφέρει περαιτέρω ανακατατάξεις στο χρονοδιάγραμμα της Τερέζα Μέι.
Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου μπορεί επίσης να είναι πιο πολύπλοκη από ένα απλό «ναι» ή «όχι» στην ψήφο του Κοινοβουλίου, δήλωσε ο υπουργός για το Brexit Ντέιβιντ Ντέιβις.
Πράγματι, μία δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου δήλωσε πρόσφατα πως η Βρετανία ενδέχεται να πρέπει πρώτα να «αντικαταστήσει πλήρως» την Πράξη του 1972 που ενσωμάτωσε την ευρωπαϊκή νομοθεσία στη βρετανική προτού ξεκινήσει το «διαζύγιό» της με την ΕΕ.
Αν και η κυβέρνηση δηλώνει σίγουρη για τις πιθανότητες να κερδίσει την έφεσή της, ο δικαστής Μάικλ Ζάντερ εκτιμά, από την πλευρά του, ότι οι πιθανότητες αυτές δεν είναι μεγάλες, καθώς η αρχική απόφαση ήταν «ομόφωνη και πολύ στέρεη».
«Κατά τη γνώμη μου, η κυβέρνηση μπορεί κάλλιστα να χάσει με 11-0» από τους δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου, έγραψε στη νομική επιθεώρηση Counsel.
Σε περίπτωση ήττας, η κυβέρνηση θα πρέπει αμέσως να υποβάλει στο Κοινοβούλιο ένα λακωνικό σχέδιο νόμου το οποίο θα εξουσιοδοτεί την ενεργοποίηση του άρθρου 50. Αλλά ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, προμηνύονται δυσκολίες.
Διαβεβαιώνοντας ότι δεν έχει την πρόθεση να «μπλοκάρει» την ενεργοποίηση του άρθρου 50, ο επικεφαλής της Εργατικής αντιπολίτευσης Τζέρεμι Κόρμπιν ανακοίνωσε το Σαββατοκύριακο την πρόθεσή του να καταθέσει τροπολογία σε ένα τέτοιο σχέδιο νόμου προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα προβλέπει «μια εμπορική συμφωνία με την Ευρώπη» μετά το Brexit.