Μοιάζει σαν εικόνα από άλλο κόσμο. Κοιτώντας από το μπαλκόνι τους παραθεριστές στο Μαρόκο μπορούν να δουν εργάτες να μοχθούν σε παραδοσιακό βυρσοδεψείο. Τα δέρματα, κυρίως προβάτου, κατσίκας, καμήλας και αγελάδας, επεξεργάζονται οι εργάτες κάτω από τον καυτό ήλιο της πόλης Fez με τον ίδιο τρόπο που γίνεται εδώ και αιώνες. Εκτός από τη ζέστη έχουν να αντιμετωπίσουν και κάτι ακόμα πιο δύσκολο: τη μυρωδιά.
Η παλιά αυτή τεχνική απαιτεί οι εργάτες να μουλιάζουν τα δέρματα σε ζωικά ούρα για πολλές μέρες, όπως περιγράφει η Daily Mail. Στη συνέχεια τα περιττώματα περιστεριών θα χρησιμοποιηθούν για να μαλακώσουν το δέρμα.
Η σκληρή χειρωνακτική δουλειά γίνεται μόνο από άνδρες και είναι μια δεξιότητα που περνά από γενιά σε γενιά και οι «καρποί» της είναι παλτό, τσάντες, παπούτσια κι άλλα δερμάτινα είδη.
Ορισμένα εξ αυτών εξάγονται σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ινδία ενώ άλλα θα καταλήξουν στη ντόπια αγορά όπου και πάλι θα πουληθούν ως επί το πλείστον σε τουρίστες.
Το βυρσοδεψείο μοιάζει με κυψέλη γεμάτη δοχεία με διάφορα υγρά και βαφές και συχνά οι εργάτες στη διάρκεια της δουλειάς τους αποκτούν και οι ίδιοι διάφορα χρώματα.
Πρώτα τα μουλιάζουν σε μείγμα από ασβέστη, νερό, αλάτι και ούρα αγελάδας που βοηθά να αφαιρεθούν τυχόν τρίχες και λίπος.
Μετά τα δέρματα καθαρίζονται με τη χρήση περιττωμάτων περιστεριών που τα μαλακώνουν και αφού στεγνώσουν φτάνουν στη διαδικασία της βαφής. Σε αυτό το στάδιο μεταφέρονται σε δοχεία με διάφορες χρωματικές ουσίες.
Για παράδειγμα, εξηγεί η Daily Mail, χρησιμοποιείται μέντα για να επιτευχθεί πράσινο χρώμα, ξύλα κέδρου για καφέ, χένα για πορτοκαλί, σαφράν για κίτρινο, παπαρούνες για κόκκινο.
Κάποιες φορές χρησιμοποιείται και ελαιόλαδο για το γυάλισμα.
Στη συνέχεια τα προϊόντα αφήνονται να στεγνώσουν πλήρως στις οροφές της Μεντίνα της Φες, το παλαιότερο οχύρωμα της πόλης, και παίρνουν το δρόμο τους για την αγορά.
Το παραδοσιακό βυρσοδεψείο είναι ένα από τα τρία στην παλιά πόλη της Μεντίνα που έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco από το 1981.
Η Fez ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Μαρόκου με σχεδόν ένα εκατομμύριο κατοίκους.