Είναι γεγονός ότι τα παιδιά δεν διαλέγουν τους γονείς τους, ερχόμενα στον κόσμο χωρίς να τους ρωτήσει κανείς αλλά και με καμιά κάρτα αλλαγής στα χέρια τους.
Οι γονείς είναι οι καθημερινές εμπειρίες των παιδιών και όταν ο πατέρας σου είναι ο «Πατερούλης», τότε τα πράγματα μπορούν να πάρουν περιπετειώδεις τροπές!
Αν πέρασαν ανείπωτα δεινά οι Σοβιετικοί στα χέρια του Στάλιν, το μοτίβο επαναλήφθηκε αναγκαστικά και στη ζωή των τριών παιδιών του, του Γιάκοβ, του Βασίλι και της Σβετλάνα.
Πώς ήταν ο βίος τους κάτω από την ίδια στέγη με τον σκληρότερο ηγέτη της ΕΣΣΔ; Όπως και της δεύτερης συζύγου του, Ναντέζντα Αλιλούγεβα, που όσες κακοποιήσεις και απιστίες κι αν υπέμενε από τον Στάλιν γύριζε πάντα σπίτι. Εκτός από κείνη την αποφράδα μέρα στο Κρεμλίνο, στους εορτασμούς της 15ης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης, που αρνήθηκε να υψώσει το ποτήρι στην πρόποση του Στάλιν, επέστρεψε κακήν κακώς στην οικία της και έγραψε μια φαρμακερή επιστολή που αποκήρυττε τον ηγέτη ως τύραννο που μάστισε τόσο τον λαό όσο και την οικογένειά του.
Κατόπιν πήρε το περίστροφο και αυτοπυροβολήθηκε.
Ο Στάλιν συγκάλυψε την αυτοκτονία, όταν ξαναβρήκε τον εαυτό του, καθώς όπως μαθαίνουμε από τον διαπρεπή βρετανό ιστορικό Σάιμον Μοντεφιόρε και αυθεντία στα αρχεία του Στάλιν: «η αυτοκτονία τού προκάλεσε τέτοιο σοκ που οι φίλοι του ανησυχούσαν επί εβδομάδες ότι θα έβαζε και ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Όταν ανέκαμψε, δεν έπαυε να επαναλαμβάνει ότι η αυτοκτονία της Νάντιας ήταν προδοσία, ότι το έκανε για να τον πλήξει!».
Κι έτσι τη μέρα της κηδείας της, που δεν παρέστη φυσικά, την αποκήρυξε πικρόχολα λέγοντας πως «πέθανε σαν εχθρός». Τον τάφο της δεν τον επισκέφθηκε ποτέ …
Στάλιν και Γιάκοβ
Λέγεται πως ο Στάλιν άλλαξε πολύ όταν πέθανε η πρώτη του γυναίκα, Αικατερίνη Σβανίντζε. Στη δική της κηδεία εξάλλου έσπευσε να σημειώσει πως «μαζί της πέθανε και το τελευταίο θερμό συναίσθημά μου για την ανθρωπότητα». Κι έτσι απομακρύνθηκε πολύ από τον πρωτότοκο γιο που απέκτησε με την Αικετερίνη, τον Γιάκοβ. Όταν παντρεύτηκε μάλιστα με τη δεύτερη σύζυγό του, έπινε ήδη πολύ και κουβαλούσε στο σπίτι όλες τις περιπέτειες με τη σιδηρά διακυβέρνηση του «κόκκινου» κράτους.
Είχε γίνει μάλιστα τόσο εριστικός και αχαρακτήριστος που η Ναντέζντα έπαιρνε συχνά τα τρία παιδιά και πήγαινε να ζήσει με τους γονείς της. Ο Στάλιν της απαγόρευσε τώρα να φυγαδεύει τον Γιάκοβ, μιας και δεν ήταν δικό της παιδί. Κι έτσι απέμεινε να ζει με τον «Πατερούλη». Η ζωή μόνο εύκολη δεν ήταν, γι’ αυτό και το 1930 ο πρωτότοκος αυτοπυροβολήθηκε στο στέρνο.
Ο Στάλιν ειδοποιήθηκε να μεταβεί στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί είχαν σώσει μόλις τη ζωή του. Όταν τον είδε στο κρεβάτι με τους επιδέσμους, περιορίστηκε να τον ειρωνευτεί: «Κοίτα τον, ούτε να πυροβολήσει καλά δεν μπορεί»! Το γεγονός επιβεβαίωσε η ανιψιά του Στάλιν, Κίρα Αλιλούγεβα, που έζησε στην ντάτσα του στο Ζουμπάλεβο από το 1931 ως το 1939 και θυμόταν:
«Κορόιδευε ασταμάτητα τον πρωτότοκο γιο του, Γιάκοβ, τον οποίο είχε αποκτήσει με την πρώτη του σύζυγο και ήταν αξιολάτρευτος. Μια μέρα ο Γιάκοβ προσπάθησε να αυτοκτονήσει, αλλά απέτυχε. Ο Στάλιν του είπε ‘‘Ούτε αυτό δεν είσαι ικανός να καταφέρεις’’».
Ο Γιάκοβ παντρεύτηκε μια κοπέλα εβραϊκής καταγωγής, γνωρίζοντας τον αντισημιτισμό του πατέρα του. Ο Στάλιν έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να σταματήσει τον γάμο, κάποια στιγμή άρχισε ωστόσο να τη συμπαθεί κάπως. Όχι ότι αυτό θα τον απέτρεπε φυσικά από το να στείλει σε γκουλάγκ!
Ο Γιάκοβ πήρε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο, όταν η μονάδα του αναγκάστηκε να παραδοθεί στους Γερμανούς το 1941. Για να πλήξουν το ηθικό του Στάλιν, οι ναζί του έστελναν φωτογραφίες με τον αιχμάλωτο Γιάκοβ, μιας και δεν είχαν διαβάσει προφανώς το μανιφέστο του «Πατερούλη» που αποκαλούσε όσους Σοβιετικούς παραδίδονταν «μοχθηρούς αποστάτες, οι οικογένειες των οποίων θα συλλαμβάνονται».
Δεν είχε λοιπόν σκοπό να παραβεί τους όρκους τιμής του για τον γιο του. Κι έτσι, πιστός στις δεσμεύσεις του, συνέλαβε τη νύφη του και την έστειλε στη Σιβηρία, αφήνοντας την τρίχρονη εγγονή του χωρίς γονείς. Όσο μάλιστα ο Β’ Παγκόσμιος κοντοζύγωνε στη λήξη του, ο Χίτλερ προσπάθησε να διαπραγματευτεί την παράδοση του Γιάκοβ με αντάλλαγμα την απελευθέρωση του στρατάρχη του. «Δεν θα ανταλλάξω έναν αρχιστράτηγο με έναν υπολοχαγό», απάντησε ο Στάλιν, και στις επόμενες προτάσεις έλεγε κάτι υπέροχα τύπου «δεν έχω κανέναν γιο που να ονομάζεται Ιάκωβος» και «όλοι οι σοβιετικοί στρατιώτες είναι παιδιά μου».
Ο Γιάκοβ πέθανε δεινοπαθώντας στα ναζιστικά κολαστήρια του θανάτου. Και σίγουρα δεν τον βοήθησε καθόλου το γεγονός ότι περιβαλλόταν από πολωνούς αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι του έκαναν την καθημερινότητα κόλαση όταν έμαθαν ότι ήταν γιος του ανθρώπου που είχε σφάξει μερικές χιλιάδες Πολωνούς στο Κατίν!
Χωρίς ελπίδα και με την καθημερινότητα αφόρητη, ο Γιάκοβ έπεσε πάνω στα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα του στρατοπέδου, κάνοντας για πρώτη φορά τον πατέρα του περήφανο. Ο Στάλιν απελευθέρωσε αμέσως τη νύφη του και έδειχνε τώρα τις φωτογραφίες του Γιάκοβ με καμάρι: «Δείτε», έλεγε, «ένας άντρας ευγενής μέχρι το τέλος». Δεν έγινε ποτέ σαφές αν ήταν απόπειρα αυτοκτονίας ή απόδρασης…
Στάλιν και Σβετλάνα
Την ώρα που ο Γιάκοβ σάπιζε στη ναζιστική φυλακή, η Σβετλάνα ερωτευόταν παράφορα. «Ως τον πόλεμο ο Στάλιν διόρθωνε τα μαθήματα των δύο μικρότερων παιδιών του κάθε βράδυ. Λάτρευε την κόρη του Σβετλάνα, την οποία σκέπαζε με φιλιά», ανακαλούσε η ανιψιά του.
Στο δέκατο μνημόσυνο της μητέρας της, η 17χρονη κόρη ερωτεύτηκε έναν 38χρονο κινηματογραφιστή, ο οποίος την παρηγόρησε από τη θλίψη της, χόρεψε μαζί της και της έδωσε να διαβάσει μια σειρά βιβλίων που ο πατέρας της είχε εντωμεταξύ απαγορεύσει. Ο Στάλιν εξοργίστηκε φυσικά. Έβαλε τη μυστική αστυνομία να παρακολουθεί τις τηλεφωνικές συνομιλίες των δύο ερωτευμένων και όταν σιγουρεύτηκε για τον δεσμό, έστειλε τον άντρα στα γκουλάγκ για μια δεκαετία!
Μετά πέρασε στη Σβετλάνα, κατσαδιάζοντάς τη ότι ερωτοτροπούσε την ώρα που οι Σοβιετικοί πέθαιναν στα χαρακώματα του πολέμου. Όταν εκείνη επέμεινε πως το ζευγαράκι αγαπιόνταν, ο Στάλιν τη χαστούκισε λέγοντάς τη: «Κοιτάξου στον καθρέφτη. Ποιος θα σε ήθελε; Ανόητη!».
Η Σβετλάνα ερωτεύτηκε όμως και πάλι, αυτή τη φορά έναν εβραίο συμφοιτητή της στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, με τον οποίο παντρεύτηκε και απέκτησε έναν γιο. Ο «κόκκινος τύραννος» αρνήθηκε να τον γνωρίσει από την ώρα που του ανακοίνωσε τον αρραβώνα τους: «Δεν θα συναντηθώ ποτέ με τον εβραίο σου», είπε κοφτά στο χαϊδεμένο του παιδί.
Όταν αποξενώθηκε από τον Γκριγκόρι, θέλησε να κάνει το χατίρι του πατερούλη της και παντρεύτηκε έναν έμπιστο του Στάλιν. Όχι ότι αυτό έπαιξε κανέναν ρόλο, καθώς μέχρι τότε ο ηγέτης δεν νοιαζόταν καθόλου για τα παιδιά του. «Ο πατέρας μου έχασε κάθε ενδιαφέρον για μένα», εξομολογήθηκε στο ημερολόγιό της.
Κι έτσι η Σβετλάνα μίσησε τον πατέρα της τόσο πολύ που άλλαξε πολλές φορές το όνομά της στη διάρκεια του βίου της προσπαθώντας να σβήσει κάθε σχέση με τον Στάλιν. Το 1967, με τη δικαιολογία ότι ήθελε να μεταφέρει την τέφρα του ινδού συντρόφου της, διέφυγε στην Ινδία και από εκεί ζήτησε άσυλο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Στάλιν δεν ήταν παρά μια παλιά και κακιά ανάμνηση, ένα «ηθικό και πνευματικό τέρας», εκεί που κάποτε ήταν για τον πατερούλη της το «μικρό μου σπουργιτάκι». Παρά το γεγονός ότι «μου κατέστρεψε τη ζωή», όπως έλεγε στις αμερικανικές εφημερίδες, δήλωσε κάποια στιγμή πως «ήταν ένας απλός άνθρωπος. Ένας αγροίκος, πολύ σκληρός. Ήταν πολύ απλός μαζί μας. Με αγαπούσε και ήθελε να γίνω μια καλά καταρτισμένη μαρξίστρια». Πέθανε το 2011, στα 85 της, σε οίκο ευγηρίας των ΗΠΑ ως «πριγκίπισσα του Κρεμλίνου»…
Στάλιν και Βασίλι
Ο Βασίλι πέθανε αλκοολικός σε ηλικία 40 ετών. Αυτός ήταν ο «πρίγκιπας του Στάλιν», όπως έλεγε μάλλον πικρόχολα η Σβετλάνα, καθώς απολάμβανε προνόμια που τα άλλα παιδιά μόνο να ονειρεύονταν μπορούσαν. Όταν μάλιστα έπεσε ο Γιάκοβ στα χέρια του εχθρού, ο πατέρας κατέβασε στο έδαφος τον ιπτάμενο Βασίλι φοβούμενος μη χάσει άλλον έναν γιο.
Ο Βασίλι φαινόταν πάντως να εκμεταλλεύεται το όνομά του για να κάνει καριέρα. «Αλκοολικό με γαλόνια στρατηγού», τον αποκαλούσαν στα πηγαδάκια της σοβιετικής Πολεμικής Αεροπορίας, καθώς δεν ήταν πιθανότατα ο ικανότερος πιλότος ή διοικητής που έβλεπαν ποτέ οι Σοβιετικοί. Ήταν «πέρα για πέρα αλκοολικός», είπε και η Σβετλάνα για τον μικρότερο αδερφό της.
Ο Στάλιν μάλιστα δεν μπορούσε να δεχτεί με τίποτα την προαγωγή του Βασίλι στον βαθμό του στρατηγού αμέσως μετά τον πόλεμο (1946) και συγκατατέθηκε τελικά στην προαγωγή του μόνο όταν του τον παρουσίασαν για τρίτη φορά ως «στρατηγό Βασίλι Τζουγκασβίλι»!
Ο «Πατερούλης» δεν έβλεπε με καθόλου καλό μάτι το πώς χρησιμοποιούσε ο γιος το όνομά του για να αποκτά προνόμια και θέσεις και προσπάθησε μάλιστα συχνά πυκνά να ανακόψει τον ρυθμό της αναρρίχησής του στη στρατιωτική ιεραρχία. Το 1943 οι σχέσεις τους γνώρισαν νέο ιστορικό χαμηλό όταν ο Βασίλι πήγε με τα φιλαράκια του για ψάρεμα. Με το βομβαρδιστικό του! Η μεθυσμένη παρέα έριχνε βόμβες στη λίμνη ως τρόπο ψαρέματος, αν και μία από δαύτες ξεστράτισε και σκότωσε έναν παρασημοφορημένο αξιωματικό.
«Να διώξετε τον συνταγματάρχη Βασίλι Στάλιν αμέσως», έγραψε ο «Πατερούλης» στον μέραρχο του γιου του, «και να ανακοινώσετε ότι ο συνταγματάρχης Στάλιν αποτάσσεται για αλκοολισμό, ακολασίες αλλά και διαφθορά κατά του καθεστώτος». Παρά το γεγονός ότι ζούσε μάλλον έκλυτο βίο, ο Βασίλι έτρεμε μπροστά στον πατέρα του, γι’ αυτό και έκανε ό,τι έκανε το 1950, όταν κατέπεσε το αεροπλάνο που μετέφερε την εθνική ομάδα χόκεϊ της ΕΣΣΔ, της οποίας ήταν επικεφαλής. Στο αεροπορικό δυστύχημα σκοτώθηκαν 11 παίκτες και άλλα 8 μέλη της αποστολής και ο Βασίλι κεραυνοβολήθηκε από τα νέα, τρέμοντας την αντίδραση του πατερούλη του.
Κι έτσι αντικατέστησε στα γρήγορα όλη την ομάδα, απαγόρευσε στους δημοσιογράφους να γράψουν για το δυστύχημα και απείλησε όποιον ήξερε και δεν ήξερε για να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό. Και τα κατάφερε! Γνώριζε όμως ότι δεν ήταν και πολύ δημοφιλής και όταν θα έφευγε ο Στάλιν από το τιμόνι της Ένωσης θα είχε ενδεχομένως πρόβλημα.
Πόσο δίκιο είχε! Όταν πέθανε ο «κόκκινος τύραννος» το 1953, τον κατηγόρησαν αμέσως για κακοδιαχείριση κρατικής περιουσίας (είχε φτιάξει τη μεγαλύτερη πισίνα της ΕΣΣΔ -για να εντυπωσιάσει μια κοπέλα- αλλά και ένα προσωπικό κυνηγετικό παράδεισο με κονδύλια της Πολεμικής Αεροπορίας).
Ο Χρουστσόφ τον άφησε τελικά ελεύθερο το 1960, τον εξόρισαν ωστόσο στο Καζάν σε λιγότερο από έναν χρόνο, αυτή τη φορά για την εμπλοκή του σε ένα τροχαίο δυστύχημα. Εκεί πέθανε το 1962, από επιπλοκές του χρόνιου αλκοολισμού του, κατηγορώντας όλους και όλα για τα δεινά του. Αποκαταστάθηκε κομματικά το 1999…