Στο προσφυγικό και στην ανάγκη να διατηρηθεί η αλληλέγγυα συνεργασία ανάμεσα στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκαναν αναφορά ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι και η Γερμανίδα Καγκελάριος ‘Ανγκελα Μέρκελ, κατά την ολοκλήρωση της συνάντησής τους, σήμερα το απόγευμα, στο κυβερνητικό μέγαρο Παλάτσο Κίτζι.
«Πιστεύουμε ότι η συμφωνία με την Τουρκία για το μεταναστευτικό πρέπει να τύχει περαιτέρω ενθάρρυνσης και εφαρμογής», δήλωσε ο Ιταλός πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι «για το θέμα του προσφυγικού, η Ιταλία και η Γερμανία θεωρούν ότι πρέπει να υπάρξει μια προσέγγιση η οποία να βασίζεται στην αξιοπρέπεια και στις ανθρώπινες αξίες, με μια σοβαρή, μακρόπνοη ευρωπαϊκή πρόταση».
Σε σχέση με τις αφίξεις μεταναστών από την Λιβύη, ο Ρέντσι τόνισε ότι «από την αρχή του χρόνου, οι αποβιβάσεις στον ιταλικό νότο είναι 26.000, μόλις χίλιες περισσότερες από την ίδια περίοδο του 2015. ‘Αρα, δεν υφίσταται κατάσταση εκτάκτου ανάγκης».
Αναφερόμενος στην Αφρική επανέλαβε ότι «πρέπει να υιοθετηθεί η ίδια λογική με εκείνη που ίσχυσε για την Τουρκία και για τον βαλκανικό διάδρομο». «Οι Γερμανοί δεν συμφωνούν μαζί μας σε ό,τι αφορά την χρήση ευρωομολόγων για να βοηθηθούν οικονομικά οι αφρικανικές χώρες, αλλά θα συνεχίσουμε την όλη συζήτηση, διότι αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το τελικό αποτέλεσμα», είπε ο κεντροαριστερός Ιταλός πρωθυπουργός.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τις εξαγγελίες της Αυστρίας για πιθανούς, επικείμενους έκτακτους ελέγχους και περιορισμό της διέλευσης στο συνοριακό πέρασμα του Μπρένερ, ως «αναχρονιστικές και λανθασμένες, από την στιγμή που δεν δικαιολογούνται από καμία κατάσταση εκτάκτου ανάγκης».
Σε ό,τι αφορά το μέλλον της Ευρώπης, ο Ματέο Ρέντσι δήλωσε ότι «πρέπει να αποφευχθεί το σύνδρομο των Μάγια, στο οποίο είχε εύστοχα αναφερθεί, κατά την διάρκεια γεύματος, πριν από ένα χρόνο στο Μιλάνο, η ίδια καγκελάριος».
Η ‘Ανγκελα Μέρκελ, από την μεριά της, τόνισε ότι «η Ευρώπη πέτυχε καλά αποτελέσματα στην υπεράσπιση του ευρώ και τώρα το κύριο θέμα είναι η υπεράσπιση των εξωτερικών συνόρων της».
«Η ζώνη του Σέγκεν εκτείνεται από τον Βόρειο Πόλο μέχρι την Μεσόγειο. Ή υπερασπιζόμαστε τα εξωτερικά σύνορά μας ή πέφτουμε στην παγίδα του εθνικισμού. Δεν πρόκειται, απλώς, για μια πρόκληση που αφορά την Ιταλία, την Ελλάδα ή την Κύπρο», υπογράμμισε με έμφαση στην συνέχεια.
Η επικεφαλής της γερμανικής κυβέρνησης τόνισε επίσης ότι η Ευρώπη εννοεί να σεβαστεί τις υποχρεώσεις της προς την Τουρκία και ελπίζει να υπάρξει ανάλογη ανταπόκριση. Θεωρεί, συγχρόνως, ότι «τα μεταναστευτικά ρεύματα από την Λιβύη προς την Ιταλία αποτελούν ευρωπαϊκό θέμα».
Σε ό,τι αφορά το οικονομικό πεδίο, η ‘Ανγκελα Μέρκελ είπε στους δημοσιογράφους πως «εκτιμά τις μεταρρυθμίσεις που ενέκρινε και εκείνες που συνεχίζει να προωθεί η Ιταλία», αφού με το σύνολο των μεταρρυθμίσεων αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα και μειώνεται η ανεργία.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός απάντησε στον ηγέτη της αυστριακής ακροδεξιάς Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τον ίδιο και την Μέρκελ «κρατικούς δουλεμπόρους», ότι «όποιος έχει δει γυναίκες να γεννάνε στα πλοία της ακτοφυλακής ή τα πτώματα μικρών παιδιών που έχασαν την ζωή τους στον διάπλου της Μεσογείου και τώρα ακούει να τον χαρακτηρίζουν δουλέμπορο, θεωρεί την τοποθέτηση αυτή, απλώς και μόνον αισχρή».
Ο Ρέντσι επανέλαβε ότι ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας «θα πρέπει να ασχοληθεί και να λύσει τα προβλήματά του, υπογραμμίζοντας πως «η περίοδος κατά την οποία έξωθεν δηλώσεις προκαλούσαν ταραχή στην Ιταλία, έχει τελειώσει».
«Το τι πρέπει να κάνουμε δεν αφήνουμε να μας το πει κανέναν διοικητής ξένης τράπεζας», είπε χαρακτηριστικά ο Ιταλός πρωθυπουργός και γραμματέας των «Δημοκρατικών», ο οποίος, στην συνέχεια συμπλήρωσε :
«Με την ‘Αγνκελα μιλάμε, κάποιες φορές συμφωνούμε, κάποιες άλλες όχι. Δεν πρόκειται όμως για ματς Ιταλίας-Γερμανίας, διότι όταν αναπτύσσεται η Γερμανία, αυξάνονται και οι ιταλικές εξαγωγές».
Η καγκελάριος περιορίσθηκε στο να υπογραμμίσει ότι «η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας είναι αυτόνομη» ενώ σε ό,τι αφορά το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης επανάλαβε ότι πρέπει να δημιουργηθεί πρόσφορο έδαφος για επενδύσεις και αναγνώρισε πως «και η Γερμανία πρέπει να διαβάσει τα μαθήματά της, άρα, και για τον λόγο αυτό, χρειάζεται αμοιβαία υποστήριξη».