Ο επικεφαλής του οικονομικού ινστιτούτου DIW Μαρσέλ Φράτσερ θεωρεί ότι η Γερμανία διαθέτει επαρκείς πόρους για την ένταξη των προσφύγων στην αγορά εργασίας, εκτιμώντας ότι η πρόκληση είναι κυρίως οργανωτικής φύσεως. Οι αυξημένες προσφυγικές ροές στη Γερμανία έχουν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη διαχείρισης των προβλημάτων που παρουσιάζονται. Στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούν αυτή την ώρα όροι όπως «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης», «απώλεια ελέγχου», «λήψη έκτακτων μέτρων». Η πτυχή των ευκαιριών που απορρέουν από την έλευση των προσφύγων στη χώρα δεν έχει επισημανθεί αρκετά. Αυτή την παράλειψη επιχείρησε να καλύψει προχθές ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) Ούλριχ Γκρίλο, ο οποίος κάλεσε τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού να τερματίσουν τις έριδες και να επιλύσουν με αποτελεσματικό τρόπο την προσφυγική κρίση. Για να συμβεί αυτό απαιτείται στενότερος συντονισμός των εκπροσώπων της πολιτικής και της οικονομίας, υπογράμμισε στο γερμανικό ραδιόφωνο DLF ο Μαρσέλ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW). Όπως επισήμανε, «και οι δύο έχουν καθήκον. Τόσο η πολιτική όσο και η οικονομία. Διότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένας μεγάλος αριθμός θέσεων εκπαίδευσης. Ειδικά αυτό είναι απαραίτητο. Στη Γερμανία υπάρχουν σχεδόν ένα εκατομμύριο κενές θέσεις εργασίας. Είναι πάρα πολλές, ο οικονομικός κλάδος αναζητεί εργατικό δυναμικό. Όμως πολλοί πρόσφυγες πρέπει να λάβουν πρώτα κάποια εκπαίδευση».
Δεν θα χρειαστούν περικοπές δαπανών, ούτε αύξηση φόρων
Ο Μαρσέλ Φράτσερ, όπως αναφέρει η Deutsche Welle, παραδέχθηκε ότι η σημερινή έλλειψη εργατικού δυναμικού στη γερμανική αγορά εργασίας δεν θα είναι δυνατόν να καλυφθεί βραχυπρόθεσμα. Αντιθέτως, όπως εκτίμησε, «μακροπρόθεσμα η απάντηση είναι σαφέστατα “ναι, βέβαια!” Η μεγαλύτερη μερίδα των προσφύγων που θα έρθουν και πρόκειται να μείνουν είναι κάτω των 25 ετών, δηλαδή θα μείνουν στην αγορά εργασίας 40 χρόνια ή και παραπάνω. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι η εκπαίδευση για πολλούς πρόσφυγες θα διαρκέσει πολύ περισσότερο. Δεν μιλάμε για δύο, αλλά για περισσότερα χρόνια. (…) Επομένως πρέπει να έχουμε υπομονή και αυτή η διαδικασία συνιστά σημαντική επιβάρυνση τα πρώτα χρόνια». Το οικονομικό κόστος που θα κληθεί να επωμιστεί η Γερμανία βρίσκεται αυτή την ώρα στο επίκεντρο. Χαρακτηριστική είναι η σύγκριση από εκπροσώπους της γερμανικής κυβέρνησης της σημερινής κατάστασης με τις προκλήσεις που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η χώρα στο διάστημα της Επανένωσης των δύο Γερμανιών. Ο επικεφαλής του DIW εμφανίστηκε πάντως καθησυχαστικός. «Όχι, το ζήτημα δεν είναι τα χρήματα. Σε αυτό το σημείο πρέπει να είμαστε σαφέστατοι: Λεφτά υπάρχουν. Έχουμε πλεονάσματα στους προϋπολογισμούς της ομοσπονδίας, των κρατιδίων και των δήμων. 15 δις ευρώ για την επόμενη χρονιά». Σύμφωνα με τον Μαρσέλ Φράτσερ, δεδομένων των χρηματικών πλεονασμάτων, για την ενσωμάτωση των προσφύγων δεν θα χρειαστεί να περικοπούν οι δαπάνες για τους Γερμανούς πολίτες, ούτε να αυξηθούν οι φόροι. Όπως τόνισε, η πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η Γερμανία είναι κυρίως οργανωτικής φύσεως.